20/1/2012
ΤΟ ΒΗΜΑ - LE MONDE
Υπάρχουν δύο τρόποι για να εξηγηθεί αυτό που συμβαίνει στην Ευρώπη. Σύμφωνα με την κυρίαρχη άποψη το πρόβλημα είναι ότι εμείς οι Ευρωπαίοι ξοδέψαμε πολλά. Οι ειδήμονες αλλά και οι αρθρογράφοι αποφαίνονται ότι η Γαλλία όπως και όλες οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης «ζούσαν επί τριάντα χρόνια με δανεικά».
Το σενάριο αυτό μοιάζει τόσο προφανές όσο και ο αέρας που αναπνέουμε. Κι όμως: έρχεται σε σύγκρουση με τα επίσημα οικονομικά στοιχεία! Μια διαφορετική περιγραφή μοιάζει να στηρίζεται σε καλύτερα επιχειρήματα. Αν τα ελλείμματα και τα χρέη διογκώθηκαν, αυτό δεν έγινε λόγω της αύξησης των δημοσίων δαπανών αλλά λόγω της μείωσης των εσόδων. Αυτό το χρέος το δημιούργησαν ο χρηματοπιστωτικός τομέας και ο νεοφιλελευθερισμός. Όχι οι πολίτες και όσοι καταβάλλουν εισφορές στα ταμεία.
Οι δύο αντικρουόμενες περιγραφές της ιστορίας του χρέους οδηγούν σε δύο επίσης ανταγωνιστικές απαντήσεις στο πρόβλημα. Η επίσημη ιστορία θέλει να επιβάλει μια αυστηρή θεραπεία συρρίκνωσης του προϋπολογισμού χωρίς να γίνεται λόγος παρά για τις τεχνικές λεπτομέρειες. Η εναλλακτική προσέγγιση προτάσσει την ανάγκη φορολογικής μεταρρύθμισης με αναδιανεμητικό χαρακτήρα ταυτόχρονα με μια συνταγή συρρίκνωσης και εποπτείας του… χρηματοπιστωτικού τομέα.
Θα πρέπει να διαφυλαχθούν οι δημόσιες υπηρεσίες και το κοινωνικό κράτος. Να ξεκινήσει η μετάβαση σε μια οικολογική οικονομία καθώς και ένας δημοκρατικός διάλογος προκειμένου να καθοριστεί σε ποιο ποσοστό είναι νόμιμο το συσσωρευμένο χρέος. Το δημόσιο χρέος που έχει δημιουργηθεί προς όφελος ιδιωτικών συμφερόντων θα πρέπει να διαγραφεί. Στο μέλλον τα κράτη θα πρέπει να δανείζονται όπως και στις αρχές του '80, δηλαδή χωρίς να εξαρτώνται αποκλειστικά από τις αγορές. Σε διαφορετική περίπτωση δεν θα μπορέσουν να υπερασπιστούν την κυριαρχία τους.
Επίσης θα πρέπει να γίνει αντιληπτό ότι αυτή η κρίση είναι απότοκος ενός μη βιώσιμου μοντέλου ανάπτυξης. Οι δημόσιες επενδύσεις πρέπει να κατευθυνθούν σε πιο ήπια οικολογικά προγράμματα που θα δημιουργούν περισσότερες θέσεις εργασίας αντί για τα μεγαλόπνοα και πολυδάπανα σχέδια που στοχεύουν σε μια αδιέξοδη ανάπτυξη.
Το τσουνάμι της λιτότητας φτάνει στην Ευρώπη και τα προβλήματα θα πρέπει να αντιμετωπιστούν με έναν εντελώς διαφορετικό και οξυδερκή τρόπο. Οι μεταρρυθμίσεις που περιλαμβάνονται στη «διακυβερνητική συμφωνία των 26» του περασμένου Δεκεμβρίου οδηγεί απλώς στα άκρα τη λογική της συμπίεσης του προϋπολογισμού και της υποταγής στις χρηματαγορές.
Την ώρα που το ναυάγιο του Μάαστριχτ διαλύεται στα βράχια της οικονομικής κρίσης, οι καπετάνιοι βάζουν μπαλώματα στα συντρίμμια που επιπλέουν.
Η κεντρική ιδέα πάνω στην οποία χτίστηκε το ευρωπαϊκό οικοδόμημα του Μάαστριχτ είναι ότι οι αγορές είναι πιο έξυπνες από τις κυβερνήσεις και τους ψηφοφόρους. Η μείωση των δαπανών ωφελεί την ανταγωνιστικότητα, τα κράτη θα πρέπει να χρηματοδοτούν τα ελλείμματά τους από τις αγορές και όχι με διακρατικό δανεισμό. Η προσπάθεια να σωθεί το οικοδόμημα που στηρίχθηκε σε σαθρές λογικές δεν θα μπορούσαν παρά να αποτύχουν. Ακόμα και το ευρωομόλογο είναι καταδικασμένο εφόσον θα υπόκειται στην κρίση και συνεπώς στα κριτήρια «χρηστής διαχείρισης» των αγορών.
Η προδιαγεγραμμένη αποτυχία του σχεδίου σωτηρίας των ευρωπαϊκών οικονομιών πιθανόν να καταλήξει σε διάλυση του ευρώ υπό τις εθνικιστικές, αυταρχικές ή ξενοφοβικές ιαχές που ηχούν ήδη στις ευρωπαϊκές κοινωνίες. Βεβαίως αυτό το τέλος δεν είναι δεδομένο. Οι δημοκρατικές ευαισθησίες παραμένουν ζωντανές στην Ευρώπη και ιδίως στη νεολαία όπως έδειξε πρόσφατα η άνθηση του κινήματος των «Αγανακτισμένων» στις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου.
Η τοποθέτηση τραπεζιτών και πρώην στελεχών της Goldman Sachs στην ηγεσία και τις κυβερνήσεις Ελλάδας, Ιταλίας και Ισπανίας αλλά και στην κεφαλή της ΕΚΤ δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή. Ομοίως και οι κραυγές που ακούστηκαν ενόψει της διενέργειας δημοψηφίσματος στην Ελλάδα. Οι πολίτες δεν θέλουν πια να είναι «παιχνίδι στα χέρια πολιτικών και τραπεζιτών», όπως διακήρυσσαν οι Ισπανοί «Αγανακτισμένοι». Θέλουν να έχουν λόγο για το μέλλον τους και να σταματήσουν τις πολιτικές που καταστρέφουν την κοινωνία και υποβαθμίζουν το περιβάλλον.
Είναι αναγκαία μια δημοκρατική εξέγερση ενάντια στις ελίτ που κωφεύουν. Η Δημοκρατία θα πρέπει να επανιδρυθεί κατ'αρχάς σε πολιτικό επίπεδο, στη βάση μηχανισμών άμεσης και συμμετοχικής δημοκρατίας με συμβούλια πολιτών και διενέργεια δημοψηφισμάτων. Αλλά και να διευρυνθεί στο οικονομικό πεδίο, αρχικά από τον τραπεζικό κλάδο. Η «διάσωση» των τραπεζών να γίνει αφορμή για να τεθούν υπό τον έλεγχο, όχι των γραφειοκρατών της κυβέρνησης ή των Βρυξελλών, αλλά της κοινωνίας των πολιτών. Ο ορίζοντας μοιάζει σκοτεινός από το χρέος τους: ας απαλλαχθούμε από αυτό επινοώντας εκ νέου τη Δημοκρατία.
*Η Genevieve Azam και ο Thomas Coutrot είναι οικονομολόγοι και μέλη της οργάνωσης Attac.
*Ο Etienne Balibar είναι φιλόσοφος.
*Η Dominique Meda είναι κοινωνιολόγος.
*Ο Yves Sintomer είναι πολιτικός επιστήμονας.
Πηγή:
http://www.tovima.gr/opinions/article/?aid=439316
ΤΟ ΒΗΜΑ - LE MONDE
Υπάρχουν δύο τρόποι για να εξηγηθεί αυτό που συμβαίνει στην Ευρώπη. Σύμφωνα με την κυρίαρχη άποψη το πρόβλημα είναι ότι εμείς οι Ευρωπαίοι ξοδέψαμε πολλά. Οι ειδήμονες αλλά και οι αρθρογράφοι αποφαίνονται ότι η Γαλλία όπως και όλες οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης «ζούσαν επί τριάντα χρόνια με δανεικά».
Το σενάριο αυτό μοιάζει τόσο προφανές όσο και ο αέρας που αναπνέουμε. Κι όμως: έρχεται σε σύγκρουση με τα επίσημα οικονομικά στοιχεία! Μια διαφορετική περιγραφή μοιάζει να στηρίζεται σε καλύτερα επιχειρήματα. Αν τα ελλείμματα και τα χρέη διογκώθηκαν, αυτό δεν έγινε λόγω της αύξησης των δημοσίων δαπανών αλλά λόγω της μείωσης των εσόδων. Αυτό το χρέος το δημιούργησαν ο χρηματοπιστωτικός τομέας και ο νεοφιλελευθερισμός. Όχι οι πολίτες και όσοι καταβάλλουν εισφορές στα ταμεία.
Οι δύο αντικρουόμενες περιγραφές της ιστορίας του χρέους οδηγούν σε δύο επίσης ανταγωνιστικές απαντήσεις στο πρόβλημα. Η επίσημη ιστορία θέλει να επιβάλει μια αυστηρή θεραπεία συρρίκνωσης του προϋπολογισμού χωρίς να γίνεται λόγος παρά για τις τεχνικές λεπτομέρειες. Η εναλλακτική προσέγγιση προτάσσει την ανάγκη φορολογικής μεταρρύθμισης με αναδιανεμητικό χαρακτήρα ταυτόχρονα με μια συνταγή συρρίκνωσης και εποπτείας του… χρηματοπιστωτικού τομέα.
Θα πρέπει να διαφυλαχθούν οι δημόσιες υπηρεσίες και το κοινωνικό κράτος. Να ξεκινήσει η μετάβαση σε μια οικολογική οικονομία καθώς και ένας δημοκρατικός διάλογος προκειμένου να καθοριστεί σε ποιο ποσοστό είναι νόμιμο το συσσωρευμένο χρέος. Το δημόσιο χρέος που έχει δημιουργηθεί προς όφελος ιδιωτικών συμφερόντων θα πρέπει να διαγραφεί. Στο μέλλον τα κράτη θα πρέπει να δανείζονται όπως και στις αρχές του '80, δηλαδή χωρίς να εξαρτώνται αποκλειστικά από τις αγορές. Σε διαφορετική περίπτωση δεν θα μπορέσουν να υπερασπιστούν την κυριαρχία τους.
Επίσης θα πρέπει να γίνει αντιληπτό ότι αυτή η κρίση είναι απότοκος ενός μη βιώσιμου μοντέλου ανάπτυξης. Οι δημόσιες επενδύσεις πρέπει να κατευθυνθούν σε πιο ήπια οικολογικά προγράμματα που θα δημιουργούν περισσότερες θέσεις εργασίας αντί για τα μεγαλόπνοα και πολυδάπανα σχέδια που στοχεύουν σε μια αδιέξοδη ανάπτυξη.
Το τσουνάμι της λιτότητας φτάνει στην Ευρώπη και τα προβλήματα θα πρέπει να αντιμετωπιστούν με έναν εντελώς διαφορετικό και οξυδερκή τρόπο. Οι μεταρρυθμίσεις που περιλαμβάνονται στη «διακυβερνητική συμφωνία των 26» του περασμένου Δεκεμβρίου οδηγεί απλώς στα άκρα τη λογική της συμπίεσης του προϋπολογισμού και της υποταγής στις χρηματαγορές.
Την ώρα που το ναυάγιο του Μάαστριχτ διαλύεται στα βράχια της οικονομικής κρίσης, οι καπετάνιοι βάζουν μπαλώματα στα συντρίμμια που επιπλέουν.
Η κεντρική ιδέα πάνω στην οποία χτίστηκε το ευρωπαϊκό οικοδόμημα του Μάαστριχτ είναι ότι οι αγορές είναι πιο έξυπνες από τις κυβερνήσεις και τους ψηφοφόρους. Η μείωση των δαπανών ωφελεί την ανταγωνιστικότητα, τα κράτη θα πρέπει να χρηματοδοτούν τα ελλείμματά τους από τις αγορές και όχι με διακρατικό δανεισμό. Η προσπάθεια να σωθεί το οικοδόμημα που στηρίχθηκε σε σαθρές λογικές δεν θα μπορούσαν παρά να αποτύχουν. Ακόμα και το ευρωομόλογο είναι καταδικασμένο εφόσον θα υπόκειται στην κρίση και συνεπώς στα κριτήρια «χρηστής διαχείρισης» των αγορών.
Η προδιαγεγραμμένη αποτυχία του σχεδίου σωτηρίας των ευρωπαϊκών οικονομιών πιθανόν να καταλήξει σε διάλυση του ευρώ υπό τις εθνικιστικές, αυταρχικές ή ξενοφοβικές ιαχές που ηχούν ήδη στις ευρωπαϊκές κοινωνίες. Βεβαίως αυτό το τέλος δεν είναι δεδομένο. Οι δημοκρατικές ευαισθησίες παραμένουν ζωντανές στην Ευρώπη και ιδίως στη νεολαία όπως έδειξε πρόσφατα η άνθηση του κινήματος των «Αγανακτισμένων» στις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου.
Η τοποθέτηση τραπεζιτών και πρώην στελεχών της Goldman Sachs στην ηγεσία και τις κυβερνήσεις Ελλάδας, Ιταλίας και Ισπανίας αλλά και στην κεφαλή της ΕΚΤ δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή. Ομοίως και οι κραυγές που ακούστηκαν ενόψει της διενέργειας δημοψηφίσματος στην Ελλάδα. Οι πολίτες δεν θέλουν πια να είναι «παιχνίδι στα χέρια πολιτικών και τραπεζιτών», όπως διακήρυσσαν οι Ισπανοί «Αγανακτισμένοι». Θέλουν να έχουν λόγο για το μέλλον τους και να σταματήσουν τις πολιτικές που καταστρέφουν την κοινωνία και υποβαθμίζουν το περιβάλλον.
Είναι αναγκαία μια δημοκρατική εξέγερση ενάντια στις ελίτ που κωφεύουν. Η Δημοκρατία θα πρέπει να επανιδρυθεί κατ'αρχάς σε πολιτικό επίπεδο, στη βάση μηχανισμών άμεσης και συμμετοχικής δημοκρατίας με συμβούλια πολιτών και διενέργεια δημοψηφισμάτων. Αλλά και να διευρυνθεί στο οικονομικό πεδίο, αρχικά από τον τραπεζικό κλάδο. Η «διάσωση» των τραπεζών να γίνει αφορμή για να τεθούν υπό τον έλεγχο, όχι των γραφειοκρατών της κυβέρνησης ή των Βρυξελλών, αλλά της κοινωνίας των πολιτών. Ο ορίζοντας μοιάζει σκοτεινός από το χρέος τους: ας απαλλαχθούμε από αυτό επινοώντας εκ νέου τη Δημοκρατία.
*Η Genevieve Azam και ο Thomas Coutrot είναι οικονομολόγοι και μέλη της οργάνωσης Attac.
*Ο Etienne Balibar είναι φιλόσοφος.
*Η Dominique Meda είναι κοινωνιολόγος.
*Ο Yves Sintomer είναι πολιτικός επιστήμονας.
Πηγή:
http://www.tovima.gr/opinions/article/?aid=439316
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου