29/4/2014
Γιατροί του Κόσμου - Ελληνικό Συμβούλιο για τους πρόσφυγες
«Ο 14χρονος Αφγανός Ι.Ε. υπήρξε θύμα βίαιης ρατσιστικής επίθεσης τον Μάιο του 2013 από τρεις μεγαλόσωμους άνδρες έξω από τον σταθμό του μετρό στην πλατεία Αττικής. Αρχικά, οι τρεις άνδρες τον προσέγγισαν και απαίτησαν να ελέγξουν τα διοικητικά του έγγραφα. Αφού τον εξύβρισαν, τον κλότσησαν στα πλευρά και τα πόδια και του έσπασαν ένα μπουκάλι μπύρας στο πρόσωπο, τον εγκατέλειψαν αιμόφυρτο και λιπόθυμο στο έδαφος και ένας περαστικός τον μετέφερε σε εφημερεύον νοσοκομείο, όπου υπεβλήθη σε χειρουργική συρραφή για την επούλωση των τραυμάτων στην περιοχή της μύτης και του μετώπου».
Ο Ι.Ε. είναι μία μόνο από τις δεκάδες περιπτώσεις που κατέγραψαν και αντιμετώπισαν οι Γιατροί του Κόσμου και το Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες, κατά τη διάρκεια του ενός έτους λειτουργίας τού προγράμματος προώθησης της ανοχής στη διαφορετικότητα και πρόληψης της ρατσιστικής βίας στην Ελλάδα «Enough!/ Αρκετά!». Τα αποτελέσματα του προγράμματος παρουσιάστηκαν σήμερα κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου.
Το πρόγραμμα, που χρηματοδοτήθηκε από το Open Society Foundations, είχε ως στόχο την ευαισθητοποίηση και ενημέρωση για τις επιπτώσεις του ρατσισμού, την καταπολέμηση των ρατσιστικών εγκλημάτων και της ατιμωρησίας που τα συνοδεύει, την ιατρική, ψυχολογική και νομική υποστήριξη των θυμάτων, τη διεξαγωγή καμπάνιας σε σχολεία και την προώθηση των απαραίτητων ενεργειών για τη χάραξη επίσημης εθνικής στρατηγικής για την καταπολέμηση του φαινομένου.
Κατά τη διάρκεια του ενός έτους λειτουργίας του προγράμματος (1 Φεβρουαρίου 2013- 1 Φεβρουαρίου 2014) καταγράφηκαν 75 θύματα ρατσιστικής βίας, καθώς και το περιστατικό της Μανωλάδας (η υπόθεση της οποίας δεν υπολογίζεται στα 75 περιστατικά).
Όλα τα περιστατικά, που καταγράφηκαν από τους Γιατρούς του Κόσμου και το Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες με φυσική παρουσία των θυμάτων, αφορούσαν σωματικές επιθέσεις εναντίον μεταναστών που επέφεραν σοβαρούς τραυματισμούς.
Τα περισσότερα θύματα προέρχονταν από το Αφγανιστάν, το Μπαγκλαντές, το Πακιστάν, τη Νιγηρία και το Ιράν. Τέσσερα θύματα ήταν ανήλικοι κάτω των 17 ετών, 31 θύματα ήταν από 18 έως 30 ετών, 28 από 31 έως 40 ετών και δέκα ήταν άνω των 40 ετών. Δύο άτομα δεν θέλησαν να δηλώσουν την ηλικία τους.
Τα 38 από τα θύματα ήταν αιτούντες άσυλο, τα 30 δεν διέθεταν νομιμοποιητικά έγγραφα, τέσσερις είχαν λάβει προσφυγικό καθεστώς, δύο καθεστώς επικουρικής προστασίας και ένα άτομο είχε ελληνική ιθαγένεια.
Τα 58 από τα 75 περιστατικά συνέβησαν στο κέντρο της Αθήνας σε περιοχές όπως ο Άγιος Παντελεήμονας, η πλατεία Αττικής και η πλατεία Ομονοίας. Επίσης, τέσσερις επιθέσεις καταγγέλθηκε ότι έλαβαν χώρα εντός αστυνομικών τμημάτων. Η 29χρονη Ι.Σ. από το Μαρόκο, κατήγγειλε ότι δέχτηκε επίθεση από δύο αστυνομικούς εντός του αστυνομικού τμήματος του Αγίου Παντελεήμονα όταν πήγε να επισκεφθεί τον σύζυγό της που κρατούνταν εκεί για διοικητικούς λόγους. Όπως υποστήριξε οι αστυνομικοί, την παρέσυραν με τη βία στον ανελκυστήρα τραβώντας την από τα μαλλιά και ο ένας άρχισε να την κλωτσάει και να τη φτύνει.
Σε πολλές περιπτώσεις ρατσιστικών επιθέσεων τα θύματα ανέφεραν τη χρήση όπλων από τους θύτες, όπως σιδερολοστοί, πτυσσόμενα κλομπς, αλυσίδες, σιδερογροθιές, μαχαίρια και σπασμένα μπουκάλια.
Στην πλειονότητα των καταγεγραμμένων περιπτώσεων (52) τα θύματα ήταν θετικά ως προς την περαιτέρω νομική υποστήριξη και καταγγελία της επίθεσης, ωστόσο φοβούνταν το ενδεχόμενο σύλληψης και τη στοχοποίησή τους από τους δράστες, ενώ είχαν έλλειψη εμπιστοσύνης στις αστυνομικές Αρχές, καθώς συχνά ανέφεραν παθητική παρουσία αστυνομικών Αρχών στα περιστατικά.
Από αυτούς σε 20 περιπτώσεις (συμπεριλαμβανομένης και της Μανωλάδας που καταγράφηκε ως μία υπόθεση) πραγματοποιήθηκαν όλες οι νομικές ενέργειες, ώστε οι υποθέσεις να έρθουν στην προσοχή των δικαστικών Αρχών.
Δύο υποθέσεις εκδικάστηκαν, η πρώτη από το Τριμελές Δικαστήριο Ανηλίκων Αθηνών στις 20 Σεπτεμβρίου 2013 και επήλθε καταδικαστική απόφαση για επικίνδυνη σωματική βλάβη και παράνομη οπλοφορία των δραστών.
Η δεύτερη υπόθεση που αφορά σε ψευδή δικογραφία κατά δύο Νιγηριανών γυναικών εκδικάστηκε στις 10 Μαρτίου 2014 από το Γ' Τριμελές Εφετείο Πλημμελημάτων Αθηνών και κατέληξε σε αθώωσή τους για τα αδικήματα της σωματικής βλάβης, της απείθειας και της εξύβρισης κατά αστυνομικών και την καταδίκη τους με αναστολή μόνο για το αδίκημα της αντίστασης κατά της αρχής. Εκκρεμεί προς εκδίκαση η μήνυση των δύο γυναικών κατά των αστυνομικών για σωματική βλάβη.
Εξάλλου, δύο υποθέσεις συσχετίστηκαν με την ευρύτερη δικογραφία της Χρυσής Αυγής κατόπιν υπομνήματος του Ελληνικού Συμβουλίου για τους Πρόσφυγες. Εκκρεμεί η εκδίκαση 17 υποθέσεων σε διάφορα στάδια της ποινικής διαδικασίας.
«Πέρυσι ζήσαμε μια κλιμάκωση της βίας που κορυφώθηκε με το θάνατο του Παύλου Φύσσα. Η κορύφωση δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να μας επιτρέψει να πιστέψουμε ότι το ζήτημα της ρατσιστικής βίας βρίσκεται πίσω μας. Βρίσκεται μπροστά μας και αν και υπήρξε ύφεση και αποκλιμάκωση για λίγους μήνες, υπάρχει ξανά μια κινητικότητα τους τελευταίους δύο μήνες», σχολίασε, ο πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και συντονιστής του Δικτύου Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας, Κωστής Παπαϊωάννου.
Στο πλαίσιο της προσπάθειας αποτύπωσης του φαινομένου της ρατσιστικής βίας διεξήχθη μία ακόμη έρευνα σε τυχαίο αντιπροσωπευτικό δείγμα ατόμων που απευθύνθηκαν στις δομές των Γιατρών του Κόσμου και του Ελληνικού Συμβουλίου για τους Πρόσφυγες. Στο σύνολο των 262 ατόμων που ρωτήθηκαν από τους Γιατρούς του Κόσμου το 61% των ατόμων δήλωσε πως έχει δεχθεί κάποιου είδους ρατσιστική συμπεριφορά και το 53% πως έχει υποστεί ρατσιστική συμπεριφορά κατά τις συνδιαλλαγές του με κάποια δημόσια υπηρεσία, με την πλειοψηφία να αφορά αστυνομικά τμήματα.
Στο σύνολο των 157 ατόμων που συμπλήρωσαν το ερωτηματολόγιο στις δομές του Ελληνικού Συμβουλίου για τους Πρόσφυγες τα αντίστοιχα ποσοστά ήταν: 70% δήλωσε πως έχει δεχθεί κάποιου είδους ρατσιστική συμπεριφορά και το 81,3% έχει υποστεί ρατσιστική συμπεριφορά κατά τις συνδιαλλαγές του με κάποια δημόσια υπηρεσία, με την πλειοψηφία να αφορά και πάλι αστυνομικά τμήματα.
«Στη χώρα μας ακόμα η Πολιτεία δεν καταγράφει τις ρατσιστικές επιθέσεις. Μόνο τους τελευταίους μήνες γίνονται προσπάθειες από τις υποδιευθύνσεις της Ασφάλειας που ασχολούνται με τη ρατσιστική βία, αλλά με αρκετές αδυναμίες, δομικές και προσώπων», υπογράμμισε ο κ. Παπαϊωάννου, και πρόσθεσε ότι «ακόμα και σήμερα που η Πολιτεία αναγνωρίζει ότι υπάρχει ζήτημα ρατσιστικής βίας, που αποτελεί βόμβα στα θεμέλια του δημοκρατικού πολιτεύματος, εμφανίζονται αντίρροπες δυνάμεις που προσπαθούν να περιορίσουν τη λογοδοσία ειδικά όταν πρόκειται για κρατικά όργανα».
Το πρόγραμμα «Enough!/ Αρκετά!» έχει ολοκληρωθεί, ωστόσο στόχος των εμπλεκόμενων οργανώσεων είναι η συνέχισή του. «Για τους Γιατρούς του Κόσμου το πρόγραμμα συνεχίζεται. Θα συνεχίσουμε να προσφέρουμε ιατρική και ψυχολογική υποστήριξη, να καταγράφουμε και να καταγγέλλουμε», επισήμανε η πρόεδρος των «Γιατρών του Κόσμου», Άννα Μαΐλλη.
Πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου