Δευτέρα 15 Σεπτεμβρίου 2014

Η γήρανση του πληθυσμού αλλάζει τα πάντα σε νοικοκυριά-δημοσιονομικά


14/9/2014

Του Hugo Scott-Gall*

Η γήρανση του πληθυσμού προβλέπεται να είναι ένα από τα καθοριστικά σημεία των εξελίξεων κατά τις επόμενες δεκαετίες, μια τάση που ήδη έχει λάβει σάρκα και οστά στις περισσότερες προηγμένες οικονομίες. Η Ιαπωνία, η Γερμανία και η Ιταλία είναι από τις παλαιότερες χώρες όσον αφορά το ποσοστό του πληθυσμού άνω των 55 ετών, και Νότιος Κορέα, Ελβετία, Βραζιλία και Κίνα θα γνωρίσουν μια απότομη αύξηση στην γηραιότερη ομάδα του πληθυσμού τους κατά την επόμενη δεκαετία.

Η αύξηση στα γηραιότερα τμήματα του πληθυσμού οδηγείται από τις δίδυμες δυνάμεις της γήρανσης της γενιάς των baby boomers και την αύξηση του προσδόκιμου ζωής. Μεγαλύτερη διάρκεια ζωής, καλύτερη υγεία και λιγότερες σωματικά κουραστικές εργασίες σημαίνουν επίσης ότι οι άνθρωποι εργάζονται για περισσότερα χρόνια - μια τάση που έχει αποκτήσει περαιτέρω δυναμική λόγω πολιτικών αύξησης της ηλικίας συνταξιοδότησης και λιγότερο γενναιόδωρων συνταξιοδοτικών προγραμμάτων. Με τους ανθρώπους να εργάζονται πλέον περισσότερο, η ανάγκη για εκ νέου εκπαίδευσή τους αναμένεται επίσης να αυξηθεί καθώς περνά ο χρόνος, ειδικά καθώς η τεχνολογία αλλάζει τη φύση πολλών θέσεων εργασίας.

Στις περισσότερες ανεπτυγμένες αγορές, οι κατά κεφαλήν δαπάνες, κορυφώνονται όταν ένα άτομο εισέρχεται στην τέταρτη δεκαετία της ζωή του. Το απόλυτο επίπεδο των δαπανών εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις δομές των νοικοκυριών. Ο μέσος αριθμός ατόμων σε νοικοκυριά με επικεφαλής κάποιον στην ηλικία των 50 ετών κυμαίνεται από 2,0 στις ΗΠΑ έως 2,75 στην Ιαπωνία. Και το γεγονός αυτό υπαγορεύει πώς το πορτοφόλι αυτών των πενηντάρηδων μοιράζεται μεταξύ διαφόρων αγαθών και υπηρεσιών όπως π.χ. της εκπαίδευσης και των μεταφορών.


Οι ηλικιωμένοι δαπανούν το εισόδημά τους διαφορετικά. Για παράδειγμα περιορίζονται ως ποσοστό επί του συνόλου οι δαπάνες τους για ενδύματα και εστιατόρια και αυξάνονται αυτές για υγεία και αναψυχή, ταξίδια κλπ . Το εύρος του συστήματος κοινωνικής πρόνοιας επηρεάζει επίσης τη συμπεριφορά των δαπανών, κάτι που αποτελεί την αιτία για την οποία όσοι είναι στα 60 τους δαπανούν το 3% - 5% των δαπανών των νοικοκυριών τους για την υγειονομική περίθαλψη στο Ηνωμένο Βασίλειο και την Ιαπωνία, έναντι 9% στις ΗΠΑ.

Η αναγωγή της τρέχουσας κατανομής της κατανάλωσης των διαφορετικών ηλικιακών ομάδων σε πληθυσμιακές προβλέψεις παραπέμπει σε μείωση των συνολικών δαπανών για την εκπαίδευση και τη στέγαση έναντι αυτών για τον τομέα της υγείας, της προσωπικής φροντίδας και υπηρεσιών κοινής ωφέλειας, τόσο στις ΗΠΑ όσο και στο Ηνωμένο Βασίλειο.

Αλλά τα πρότυπα των δαπανών δεν θα παραμείνουν αμετάβλητα. Οι δαπάνες υγειονομικής περίθαλψης έχουν αυξηθεί σε πραγματικούς όρους σε σχεδόν κάθε έθνος του ΟΟΣΑ κατά την τελευταία δεκαετία, και θα συνεχίσουν να αυξάνονται καθώς οι θεραπείες γίνονται πιο εξατομικευμένες και ως εκ τούτου ακριβότερες. Δεδομένου ότι η αύξηση των κοινωνικών δαπανών θα βαρύνει τους κρατικούς προϋπολογισμούς, τα ποσά που διατίθενται για την ενίσχυση της παραγωγικότητας, των επενδύσεων σε υποδομές, έρευνα & ανάπτυξη και εκπαίδευση θα αποτελέσουν διαφιλονικούμενο αντικείμενο και η συζήτηση γύρω από το ποια φάρμακα και θεραπείες θα πρέπει να πληρώνει το κράτος θα ενταθεί.

Αν και η γήρανση του πληθυσμού δρα ως αντίθετος άνεμος στη ζήτηση των νοικοκυριών, οι τιμές των κατοικιών και η ζήτηση για αυτές τείνουν πάντως να συσχετίζονται με τις αλλαγές στο μέγεθος της ηλικιακής ομάδας 20-44 ετών και όχι με τις αλλαγές στην μεγαλύτερες ηλικιακές ομάδες.

Ορισμένες αλλαγές καταναλωτικής συμπεριφοράς σε μικρότερες κατηγορίες καταναλωτών μπορούν επίσης να αποδοθούν σε δημογραφικά στοιχεία. Για παράδειγμα, η γήρανση είναι μια βασική πτυχή της αυξανόμενης ευαισθητοποίησης προς δαπάνες για την υγεία και την ευεξία, και η μείωση της κατανάλωσης αναψυκτικών κατά κεφαλήν, ιδιαίτερα στις ΗΠΑ, είναι μια σκληρή ένδειξη της εξέλιξης των προτιμήσεων σε αυτό το θέμα.

Όσον αφορά την επιλογή του τόπου όπου πραγματοποιούνται οι δαπάνες, η ευκολία και ο χρόνος πρόσβασης γίνονται όλο και πιο σημαντικές παράμετροι, καθώς οι καταναλωτές μεγαλώνουν σε ηλικία. Κάτι που αποτελεί και την αιτία που τα μεγάλα εμπορικά κέντρα εκτός αστικού ιστού χάνουν την ελκυστικότητά τους σε σχέση με κοντινότερα καταστήματα.

Τα άτομα άνω των 55 είναι επίσης πιο πιθανό να είναι ιδιοκτήτες ακινήτων από εκείνα που βρίσκονται στην ακμή της εργασιακής ηλικίας, και τείνουν επίσης να έχουν εξοφλήσει τις υποθήκες τους από τη στιγμή που θα συνταξιοδοτηθούν. Ο κίνδυνος εντοπίζεται στο εγγονός ότι ένα μεγαλύτερο μέρος του πλούτου των ηλικιωμένων συγκεντρώνεται στον τομέα της στέγασης, και τους αφήνει έτσι δυσανάλογα εκτεθειμένους σε περιόδους στεγαστικές ύφεσης. Η θέση τους επιδεινώνεται δε περαιτέρω από το γεγονός ότι πολύ λίγοι από αυτούς έχουν τακτικές ροές εισοδήματος, εκτός από μισθώματα ακινήτων. Και έτσι, προϊόντα όπως οι αντίστροφες υποθήκες που βοηθούν τα νοικοκυριά να εισοδηματοποιήσουν ακίνητα περιουσιακά στοιχεία θα τείνουν να έχουν μεγαλύτερη ζήτηση.

Η επιμήκυνση του χρόνου ζωής μετά τη συνταξιοδότηση και η αύξηση του κόστους που συνεπάγεται η μεγάλη ηλικία, επιτάσσει μεγαλύτερη διαφοροποίηση στον τρόπο που οι άνθρωποι μεγαλύτερης ηλικίας επενδύουν.

Είναι ευρέως γνωστό ότι οι φορολογούμενοι καλούνται να επωμιστούν τα κόστη που προκύπτουν από την αύξηση του προσδόκιμου ζωής ειδικά καθώς οι ηλικίες συνταξιοδότησης δεν έχουν αυξηθεί πολύ. Οι περισσότερες γηράσκουσες, προηγμένες οικονομίες έχουν αυξήσει τις συντάξιμες ηλικίες κατά την τελευταία δεκαετία, αλλά πολύ λίγες το έχουν κάνει έτσι ώστε να αποκομίσουν ουσιαστικά οφέλη. (Εξαίρεση αποτελεί η Τσεχία, η οποία ανακοίνωσε κυλιόμενη αύξηση της ηλικίας συνταξιοδότησης κατά δύο μήνες κάθε χρόνο).

Είναι ευνόητα δύσκολο να νομοθετηθούν μεγαλύτερες αυξήσεις στις ηλικίες συνταξιοδότησης χωρίς στρέβλωση των αγορών εργασίας και καθιστώντας δυσκολότερο τον προγραμματισμό συνταξιοδότησης για όσους επηρεάζονται άμεσα, αλλά όλο και περισσότερο, οι φορείς χάραξης πολιτικής και οι ψηφοφόροι συμβιβάζονται με την πραγματικότητα ότι η εργασιακή ζωή θα πρέπει να επεκταθεί ώστε να διευκολύνει τις μελλοντικές δημοσιονομικές πιέσεις από το δημογραφικό. Η πραγματική ηλικία συνταξιοδότησης για τους άνδρες αυξήθηκε κατά 12 μήνες κατά την τελευταία δεκαετία για τα έθνη του ΟΟΣΑ. Αλλά όταν και όπου αυτά τα μέτρα δεν αρκούν για να χρηματοδοτηθεί το αυξανόμενο κόστος της γήρανσης του πληθυσμού, οι κυβερνήσεις θα δυσκολευτούν να εξυπηρετήσουν ψηφοφόρους και φορολογούμενους ταυτόχρονα.

* Ο Hugo Scott-Gall είναι αναλυτής της ομάδας SUSTAIN Research της Goldman Sachs

Πηγή


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου