Πέμπτη 7 Ιουλίου 2016

Τι είναι τα παράγωγα


19/9/1999

Βασικά στοιχεία των ΣΜΕ (futures)

Τα παράγωγα δεν αποτελούν χωριστή κατηγορία προϊόντων αλλά «παράγονται» από συγκεκριμένες συναλλαγές των οποίων το υποκείμενο μέσο (δηλ. το αντικείμενο που μπορεί να αγορασθεί ή να πουληθεί) μπορεί να είναι μετοχή, ομόλογο, εμπόρευμα, συνάλλαγμα, τραπεζικό δάνειο ή ένας χρηματιστηριακός δείκτης. Ετσι, αναφέρονται σε μετοχές, δείκτες μετοχών, ομόλογα, συνάλλαγμα ή εμπορεύματα.

Τα παράγωγα προϊόντα χρησιμοποιούνται κυρίως για συναλλαγές (trading), για αντιστάθμιση κινδύνων (hedging), καθώς και για την πρόκριση συναλλαγών (arbitrage).

Οσον αφορά την πρώτη χρήση (trading), ο επενδυτής αποδεχόμενος ορισμένα επίπεδα κινδύνου αναμένει κάποια απόδοση, ενώ όσον αφορά τη δεύτερη (hedging), ο επενδυτής προσδοκά την αντιστάθμιση του κινδύνου, από μια θέση που κατέχει στην υποκείμενη αγορά (cash market). Για την πρόκριση δε συναλλαγών (arbitrage), ο επενδυτής αποσκοπεί να εκμεταλλευθεί στιγμιαίες ανισορροπίες που παρατηρούνται ανάμεσα στην τρέχουσα αγορά και στην αγορά παραγώγων για να αποκομίσει κέρδος χωρίς κίνδυνο. Τα παράγωγα εμφανίζονται σε πολλούς τύπους οι οποίοι συνεχώς πολλαπλασιάζονται.

Σε ένα συμβόλαιο μελλοντικής εκπλήρωσης (ΣΜΕ) η θέση του συναλλασσομένου που αναλαμβάνει να πουλήσει ονομάζεται «θέση πώλησης» (short position) ενώ η θέση αυτού που εισέρχεται στην υποχρέωση να αγοράσει ονομάζεται «θέση αγοράς» (long position). Ο όρος «θέση» (position) περιγράφει τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τις οποίες ο αντισυμβαλλόμενος αναλαμβάνει με μια συγκεκριμένη συναλλαγή (αγορά / πώληση).

Θέση αγοράς (long position)

Αυτή είναι η θέση του συμβαλλομένου που υποχρεούται να αγοράσει το υποκείμενο προϊόν στη συμφωνημένη τιμή και στη συμφωνημένη ημερομηνία.

Παράδειγμα: Θέση αγοράς (long position)

Ο αγοραστής αναμένει ότι οι τιμές των μετοχών θα αυξηθούν στις επόμενες εβδομάδες. Αντιδρά αγοράζοντας ένα συμβόλαιο μελλοντικής εκπλήρωσης πάνω στον δείκτη, στη σημερινή τιμή του συμβολαίου των 1.300 μονάδων. Το πλήρες αντίτιμο του διακανονισμού της συναλλαγής δεν καταβάλλεται με την εκπλήρωση του συμβολαίου. Μέρος καταβάλλεται αρχικά και το υπόλοιπο καταβάλλεται με ημερήσιο διακανονισμό και με το κλείσιμο της θέσης. Στην περίπτωση που η προθεσμιακή τιμή ενός συμβολαίου μελλοντικής εκπλήρωσης αυξηθεί στις 1.340 μονάδες ως τη συμφωνημένη ημερομηνία ο συναλλασσόμενος κερδίζει καθαρό ποσό 40 μονάδων (1.340-1.300). Αυτό το κέρδος πρέπει να πληρωθεί από τον άλλο αντισυμβαλλόμενο που πούλησε το συμβόλαιο στην τιμή των 1.300 μονάδων. Σε αντίθετη περίπτωση, αν οι προσδοκίες του συναλλασσομένου δεν υλοποιηθούν και ο δείκτης στο μεσοδιάστημα μειωθεί στις 1.270 μονάδες, για παράδειγμα, τότε αυτός είναι αναγκασμένος να υποστεί μια απώλεια 30 μονάδων (1.300-1.270).

Θέση πώλησης (short position)

Αυτή είναι η θέση του συμβαλλομένου που υποχρεούται να πουλήσει το υποκείμενο προϊόν στη συμφωνημένη τιμή και ημερομηνία.

Παράδειγμα: Θέση πώλησης (short posistion)

Ο πωλητής αναμένει ότι οι τιμές των μετοχών θα μειωθούν στις επόμενες εβδομάδες. Αντιδρά πουλώντας ένα συμβόλαιο μελλοντικής εκπλήρωσης πάνω στον δείκτη, στη σημερινή τιμή των 1.010 μονάδων. Το πλήρες αντίτιμο του διακανονισμού της συναλλαγής δεν καταβάλλεται με την εκπλήρωση του συμβολαίου. Μέρος καταβάλλεται αρχικά και το υπόλοιπο καταβάλλεται με ημερήσιο διακανονισμό.

Στην περίπτωση που η προθεσμιακή τιμή του συμβολαίου μελλοντικής εκπλήρωσης επί του δείκτη μειωθεί στις 980 μονάδες, ως τη συμφωνημένη ημερομηνία, ο συμβαλλόμενος κερδίζει καθαρό ποσό 30 μονάδων (1.010-980). Αυτό το κέρδος πρέπει να πληρωθεί από τον αντισυμβαλλόμενο που αγόρασε το συμβόλαιο στην τιμή των 1.010 μονάδων.

Σε αντίθετη περίπτωση, αν οι προσδοκίες του συμβαλλομένου δεν υλοποιηθούν και ο δείκτης στο μεσοδιάστημα ανεβεί, π.χ., στις 1.050 μονάδες, τότε αυτός είναι αναγκασμένος να υποστεί απώλεια 40 μονάδων (1.050-1.010).

Μια σημαντική πτυχή των συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης είναι ότι οι αντισυμβαλλόμενοι δεν είναι υποχρεωμένοι να επενδύσουν το κεφάλαιό τους με την εκπλήρωση του συμβολαίου αλλά απλώς εισέρχονται σε συμφωνία, η οποία τους εξασφαλίζει ένα κέρδος εφόσον οι προσδοκίες τους για την αγορά υλοποιηθούν ενώ σε αντίθετη περίπτωση έχουν ζημιά. Η πραγματική υλοποίηση των υποχρεώσεων του συμβολαίου βρίσκεται υπό την εγγύηση του χρηματιστηρίου στο οποίο κανονίστηκε η συναλλαγή. Για τις υπηρεσίες του το χρηματιστήριο εισπράττει για κάθε θέση στα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης την κατάθεση ενός ενεχύρου («security margin»), το οποίο ξεπληρώνεται με την ολοκλήρωση της συναλλαγής. Αυτό το ενέχυρο μπορεί να κατατεθεί είτε σε ρευστά είτε σε μορφή τίτλων.
Χρηματιστηριακά παράγωγα

Τα παράγωγα χωρίζονται σε δύο μεγάλες κατηγορίες. Σε αυτά που προσφέρονται εκτός χρηματιστηρίου ή σε αυτά που διαπραγματεύονται στο χρηματιστήριο. Τα συνηθέστερα παράγωγα που διαπραγματεύονται στο χρηματιστήριο και αποτελούν το αντικείμενο του συγκεκριμένου οδηγού, είναι αυτά που στηρίζονται σε προθεσμιακές συναλλαγές (forward, futures) και σε αυτά που στηρίζονται σε συναλλαγές χρηματοοικονομικών δικαιωμάτων (option).
Προθεσμιακή συναλλαγή (forward)

Μια προθεσμιακή συναλλαγή επιβάλλει την υποχρέωση σε δύο συναλλασσόμενους να εκπληρώσουν μια συμφωνία σε μια προκαθορισμένη μελλοντική χρονική στιγμή.

Παράδειγμα:

Ενας ιδιοκτήτης καφεκοπτείου θα χρειαστεί μια προκαθορισμένη ποσότητα κόκκων καφέ σε έξι μήνες, καθώς πιστεύει ότι η τιμή του θα αυξηθεί. Ενας ιδιοκτήτης φυτείας καφέ, από την άλλη πλευρά, αναμένει ότι η τιμή του καφέ για τη σοδειά που θα πάρει σε έξι μήνες θα μειωθεί. Και οι δύο έχουν κοινό ενδιαφέρον για μια σταθερή εξέλιξη της τιμής του καφέ.

Ο ιδιοκτήτης του καφεκοπτείου και ο ιδιοκτήτης της φυτείας καταλήγουν σε μια προθεσμιακή συναλλαγή:

Συμφωνούν σήμερα για την παράδοση μιας καθορισμένης ποσότητας κόκκων καφέ, σε μια προκαθορισμένη τιμή και σε μια συγκεκριμένη μελλοντική ημερομηνία. Ετσι, και οι δύο έχουν τη δυνατότητα να αντισταθμίσουν τον κίνδυνό τους. Το βασικό στοιχείο της προθεσμιακής συναλλαγής είναι ότι εισάγεται μια χρονική υστέρηση μεταξύ της συμφωνίας του συμβολαίου και της εκπλήρωσής του.
Συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης (futures)

Στα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης οι δύο συναλλασσόμενοι εισέρχονται σε μια νομική δεσμευτική συμφωνία να αγοράσουν ή να πουλήσουν ένα καθορισμένο αγαθό (το οποίο ονομάζεται «υποκείμενο προϊόν» ή «υποκείμενο», «underlying product»), υπό τους όρους που συμφωνήθηκαν στο συμβόλαιο προθεσμιακής συναλλαγής.

Παρ' όλα αυτά στην περίπτωση των χρηματοοικονομικών συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης το υποκείμενο προϊόν δεν αποτελείται από αγαθά ή προϊόντα, αλλά από επί μέρους τίτλους ή δέσμη τίτλων στη μορφή ενός χρηματιστηριακού δείκτη.

Συμπληρωματικά, τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης είναι προθεσμιακές συναλλαγές, με τυποποιημένη ποσότητα συναλλαγής (μονάδες συναλλαγής ή μέγεθος συμβολαίου) και ημερομηνίες παράδοσης. Αυτά τα στοιχεία εξυπηρετούν τη ρευστότητα των συναλλαγών. Οποιαδήποτε συμφωνία για μελλοντική αγορά μπορεί να κλείσει (closed out) οποιαδήποτε στιγμή από μια αντίστροφη συμφωνία που θα παρέχεται για πώληση την ίδια ημέρα, η οποία καθιστά εφικτή την πραγματοποίηση κερδών η ζημιών πριν από την ημερομηνία παράδοσης.
Συμβόλαιο δικαιωμάτων προαίρεσης (option)

Ενα συμβόλαιο δικαιωμάτων προαίρεσης ή δικαιωμάτων είναι μια συμφωνία για μελλοντική εκπλήρωση, που δίνει σε ένα από τα συμβαλλόμενα μέρη το δικαίωμα να ζητήσει την εκπλήρωση της συμφωνίας από το άλλο μέρος, μέχρι ενός μελλοντικού χρονικού σημείου ή αποκλειστικά με την πάροδο αυτής της περιόδου.

Κατά συνέπεια, όταν ο ιδιοκτήτης ενός καφεκοπτείου και ο ιδιοκτήτης μιας φυτείας καφέ καταλήγουν σε μια τέτοια συμφωνία, τότε ο πρώτος μπορεί να αγοράσει από τον ιδιοκτήτη της φυτείας το δικαίωμα να απαιτήσει την παράδοση μιας προκαθορισμένης ποσότητας κόκκων καφέ, σε μια προκαθορισμένη τιμή ­ την τιμή εξάσκησης (exercise price) ­, μέσα στο/ή με το πέρας του χρονικού διαστήματος που έχει προκαθοριστεί.

Αν ο ιδιοκτήτης του καφεκοπτείου χρειάζεται πράγματι σε έξι μήνες τους κόκκους καφέ και θεωρεί την προκαθορισμένη τιμή εξάσκησης συμφέρουσα, θα εξασκήσει το δικαίωμά του και θα αγοράσει τον καφέ. Αν αποφασίσει το αντίθετο, τότε το δικαίωμά του εκπνέει. Φυσικά, αυτή η «δυνατότητα για επιλογή» του καφέ έχει το κόστος της, την τιμή του δικαιώματος (option premium).

Αντίστοιχα με το δικαίωμα αγοράς (call option ή call), οι συμβαλλόμενοι μπορούν να συμφωνήσουν σε δικαίωμα πώλησης (put option ή put).
Βασικά στοιχεία των δικαιωμάτων (options)

Με τα συμβόλαια δικαιωμάτων η θέση αγοράς είναι η θέση του συναλλασσομένου που αποκτά τη δυνατότητα να εξασκήσει ένα δικαίωμα και πληρώνει την τιμή του δικαιώματος (premium). Ο συναλλασσόμενος δεν έχει καμία άλλη υποχρέωση. Μπορεί να εξασκήσει το δικαίωμα ως ή και το τέλος της περιόδου που ορίζει το συμβόλαιο ή μπορεί να αφήσει το δικαίωμα να εκπνεύσει. Αυτός ο συναλλασσόμενος είναι ο «κάτοχος του δικαιώματος» (buyer/holder).

Η θέση πώλησης είναι η θέση του συναλλασσομένου που πουλάει το δικαίωμα και σύμφωνα με το συμβόλαιο λαμβάνει την τιμή του δικαιώματος (premium). Παραχωρώντας στον έχοντα θέση αγοράς το δικαίωμα να αγοράσει ή να πουλήσει, αυτός ο συναλλασσόμενος αναλαμβάνει να παραδώσει ή να αποκτήσει τον υποκείμενο τίτλο, αν αυτό ζητηθεί από τον κάτοχο του δικαιώματος. Αυτός ο συναλλασσόμενος ονομάζεται «πωλητής του δικαιώματος» (writer/seller).

Τα δύο είδη συμβολαίων δικαιωμάτων είναι:

* Δικαίωμα αγοράς = Το δικαίωμα να αποκτήσει το υποκείμενο.

* Δικαίωμα πώλησης = Το δικαίωμα να πουλήσει το υποκείμενο.

Παράδειγμα: Θέση αγοράς δικαιώματος αγοράς (long call)

Ο αγοραστής αναμένει ότι η τιμή μιας συγκεκριμένης μετοχής θα αυξηθεί στο άμεσο μέλλον, αλλά δεν θέλει να επενδύσει ένα μεγάλο ποσό σε μετοχές. Αποφασίζει να αγοράσει ένα δικαίωμα αγοράς (buy call) στη μετοχή. Η μετοχή έχει σημερινή τιμή 1.000 δρχ., το δικαίωμα αγοράς έχει τιμή εξάσκησης 1.020 δρχ. και κοστίζει 40 δρχ. Ο αγοραστής καταβάλλει την τιμή του δικαιώματος σήμερα και κατά συνέπεια αποκτά τη δυνατότητα να αγοράσει τη μετοχή στην τιμή εξάσκησης, 1.020 δρχ., από τον πωλητή του δικαιώματος οποιαδήποτε στιγμή κατά τη διάρκεια του συμβολαίου.

Στην περίπτωση που η τιμή της μετοχής αυξηθεί, για παράδειγμα, στις 1.090 δρχ., ο αγοραστής θα εξασκήσει το δικαίωμά του (το αργότερο ως την τελευταία ημέρα που έχει δικαίωμα) και θα αγοράσει τη μετοχή στις 1.020 δρχ. από τον πωλητή, την οποία αμέσως θα πουλήσει ξανά στις 1.090 δρχ. Κατά συνέπεια κερδίζει 70 δρχ. (1.090-1.020). Το συνολικό κέρδος του είναι 30 δρχ. [70-40 (τιμή δικαιώματος)].

Αν η τιμή της μετοχής, σε αντίθεση με τις προσδοκίες του αγοραστή, μειωθεί κάτω από τις 1.020 δρχ. ως το τέλος της περιόδου του δικαιώματος, τότε ο αγοραστής θα αφήσει το δικαίωμα να εκπνεύσει. Η απώλειά του συνεπώς περιορίζεται στην τιμή του δικαιώματος των 40 δρχ., ανεξάρτητα από το πόσο θα μειωθεί η τιμή της μετοχής.

Παράδειγμα: Θέση πώλησης δικαιώματος αγοράς (short call)

Ο πωλητής αναμένει ότι η τιμή μιας συγκεκριμένης μετοχής θα παραμείνει σταθερή ή θα μειωθεί ελάχιστα στο άμεσο μέλλον. Επιθυμώντας να εκμεταλλευθεί αυτή την προσδοκία, αποφασίζει να πουλήσει ένα δικαίωμα αγοράς (sell a call / write a call) της μετοχής. Η μετοχή έχει σημερινή τιμή 1.000 δρχ., το δικαίωμα αγοράς έχει τιμή εξάσκησης 1.020 δρχ. και κόστος 40 δρχ. Σε αντάλλαγμα για το δικαίωμα αγοράς στην τιμή εξάσκησης των 1.020 δρχ. και τη συνοδευόμενη υποχρέωση να πουλήσει τις μετοχές, αν του ζητηθούν από τον κάτοχο του δικαιώματος αγοράς στην τιμή των 1.020 δρχ., λαμβάνει σήμερα την τιμή του δικαιώματος των 40 δρχ.

Αν η τιμή της μετοχής, σύμφωνα με τις προσδοκίες του πωλητή, συνεχίσει να είναι στις 1.020 δρχ. ή κάτω από αυτήν ως το τέλος της περιόδου του δικαιώματος, ο κάτοχος του δικαιώματος θα αφήσει το δικαίωμα να εκπνεύσει και ο πωλητής μπορεί να «καταχωρίσει» τις 40 δρχ., την τιμή του δικαιώματος, ως κέρδος.

Στην περίπτωση που η τιμή της μετοχής αυξηθεί πάνω από τις 1.020 δρχ., ας πούμε στις 1.090 δρχ., έχει την υποχρέωση να αγοράσει τη μετοχή από την αγορά στις 1.090 δρχ. και να την πουλήσει στον κάτοχο του δικαιώματος, ο οποίος σε αυτή την περίπτωση θα εξασκήσει το δικαίωμά του στις 1.020 δρχ. Κατά συνέπεια, χάνει 70 δρχ. (1.090-1.020) σε αυτή τη συναλλαγή, αλλά η ζημιά του αντισταθμίζεται μερικώς από την τιμή του δικαιώματος που έχει ήδη εισπράξει. Η συνολική ζημιά του είναι 30 δρχ. [70-40 (τιμή δικαιώματος)].

Αυτό που πρέπει να σημειωθεί σε αυτή την περίπτωση είναι:

* Το να λάβει κανείς θέση αγοράς απαιτεί μόνο μια μικρή καταβολή κεφαλαίου στη μορφή της τιμής του δικαιώματος, η οποία πρέπει να πληρωθεί αμέσως με την ολοκλήρωση του συμβολαίου, ενώ ταυτόχρονα δημιουργείται ένα σχετικά μεγάλο περιθώριο κέρδους (αποτέλεσμα μόχλευσης).

* Η λήψη θέσης πώλησης θα του αποδώσει άμεσα χρήματα (τιμή δικαιώματος) και συνεπώς στην καλύτερη περίπτωση (εκπνοή του δικαιώματος χωρίς εξάσκηση) αποδίδει ένα κέρδος, χωρίς να απαιτεί πρότερη κεφαλαιουχική επένδυση. Από την άλλη πλευρά ο επενδυτής έχει αναλάβει μια υποχρέωση, την εκπλήρωση της οποίας εγγυάται στον κάτοχο μέσω του Χρηματιστηρίου. Η αντίστοιχη αγορά συνεπώς απαιτεί την κατάθεση ενός αντισταθμίσματος («ελάχιστη κατάθεση», «margin deposit»), είτε σε ρευστά είτε σε μορφή τίτλων, το οποίο επιστρέφεται στον επενδυτή με την ολοκλήρωση της συναλλαγής.

Παράδειγμα: Θέση αγοράς δικαιώματος πώλησης (long put)

Ο αγοραστής αναμένει μια μεγάλη μείωση της τιμής της συγκεκριμένης μετοχής. Επιθυμώντας να εκμεταλλευθεί αυτή την προσδοκία αποφασίζει να αγοράσει ένα δικαίωμα πώλησης (buy a put) της μετοχής. Η μετοχή έχει σημερινή τιμή 1.000 δρχ. Το δικαίωμα πώλησης έχει τιμή εξάσκησης επίσης 1.000 δρχ. και η τιμή του δικαιώματος είναι 50 δρχ. Καταβάλλει την τιμή του δικαιώματος σήμερα και κατά συνέπεια αποκτά το δικαίωμα να το εξασκήσει, στην τιμή εξάσκησης των 1.000 δρχ., στον πωλητή του δικαιώματος οποιαδήποτε στιγμή κατά τη διάρκεια του συμβολαίου.

Στην περίπτωση που η τιμή της μετοχής πέσει κάτω από τις 1.000 δρχ., ας πούμε στις 930 δρχ., ο αγοραστής θα εξασκήσει το δικαίωμά του και θα αγοράσει τη μετοχή στις 930 δρχ. στο Χρηματιστήριο, ενώ αμέσως θα την πουλήσει ξανά στον πωλητή του δικαιώματος στις 1.000 δρχ. Κατά συνέπεια κερδίζει 70 δρχ. (1.000-930). Το συνολικό κέρδος του είναι 20 δρχ. [70-50 (τιμή δικαιώματος)].

Αν η τιμή της μετοχής, σε αντίθεση με τις προσδοκίες του αγοραστή, αυξηθεί πάνω από τις 1.000 δρχ. ως το τέλος της περιόδου του δικαιώματος, ο επενδυτής θα αφήσει το δικαίωμα να εκπνεύσει. Η απώλειά του συνεπώς περιορίζεται στην τιμή του δικαιώματος των 50 δρχ. ­ ασχέτως του πόσο χαμηλά θα είναι η τιμή της μετοχής. Αυτή η θέση λαμβάνεται επίσης για να αντισταθμιστεί ο κίνδυνος των επενδύσεων σε μετοχές έναντι της μεταβλητότητας των τιμών των μετοχών.

Παράδειγμα: Θέση πώλησης δικαιώματος πώλησης (short put)

Ο πωλητής αναμένει ότι η τιμή μιας συγκεκριμένης μετοχής θα παραμείνει σταθερή ή θα αυξηθεί ελάχιστα. Σε περίπτωση που οι προσδοκίες του πραγματοποιηθούν, η μετοχή θα αποδώσει πολύ μικρό ή καθόλου κέρδος αν αγοραστεί σε αυτή την τιμή. Συνεπώς αποφασίζει να πουλήσει ένα δικαίωμα πώλησης της μετοχής (sell a put / write a put). Η μετοχή έχει σημερινή τιμή 1.000 δρχ., το δικαίωμα πώλησης έχει τιμή εξάσκησης επίσης 1.000 δρχ. και κοστίζει 50 δρχ. Αν οι προσδοκίες αποδειχθούν σωστές και η τιμή της μετοχής συνεχίσει να είναι στις 1.000 δρχ. ή υψηλότερα από αυτήν ως το τέλος της περιόδου του δικαιώματος, ο κάτοχος του δικαιώματος θα αφήσει το δικαίωμα να εκπνεύσει και ο πωλητής θα έχει ως κέρδος το σύνολο των 50 δρχ., την τιμή του δικαιώματος.

Αν η τιμή της μετοχής μειωθεί, ο κάτοχος θα εξασκήσει το δικαίωμά του και ο πωλητής θα έχει την υποχρέωση να αγοράσει τη μετοχή στις 1.000 δρχ., ανεξάρτητα από το πόσο ευνοϊκή μπορεί να είναι η τιμή στο Χρηματιστήριο. Αν τώρα ο πωλητής πουλήσει ξανά τη μετοχή σε μη ευνοϊκή τιμή, ας πούμε στις 930 δρχ., χάνει 70 δρχ. (1.000-930) από αυτή τη συναλλαγή, αλλά η ζημιά του αντισταθμίζεται μερικώς από την τιμή του δικαιώματος που έχει ήδη εισπράξει. Συνεπώς η συνολική ζημιά του είναι 20 δρχ. [70-50 (τιμή δικαιώματος)]. Ο πωλητής μπορεί επίσης να αποφασίσει να μην «εξαργυρώσει» τη ζημιά του κα να κρατήσει τη μετοχή που απέκτησε σε πολύ υψηλή τιμή.
Ποιοι επενδύουν σε δικαιώματα και σε ΣΜΕ

Σχεδόν κάθε επενδυτής, είτε ιδιώτης είτε θεσμικός, μπορεί να εκμεταλλευθεί τις ευκαιρίες που προσφέρονται στην αγορά συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης και δικαιωμάτων. Ανάλογα με τις προσδοκίες του για τις τάσεις της αγοράς και τη στάση του απέναντι στον κίνδυνο, ένας επενδυτής θα λειτουργήσει στην αγορά για λόγους αντιστάθμισης του κινδύνου ή ως συναλλασσόμενος (trader). Τα δικαιώματα και τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης προσφέρουν μια μεγάλη σειρά ευκαιριών, τις οποίες απλώς θα αναφέρουμε:

Ιδιώτες επενδυτές

Οι ιδιώτες επενδυτές συχνά χρησιμοποιούν την αγορά δικαιωμάτων για να εκμεταλλευθούν τις τάσεις των τιμών ασκώντας ισχυρή μόχλευση, με στόχο να αποκτήσουν πολύ υψηλά κέρδη, ενώ συγχρόνως είναι εκτεθειμένοι σε περιορισμένο κίνδυνο. Αν κάποιος σχεδιάζει να επενδύσει βραχυχρόνια στο Χρηματιστήριο Αξιών, το να αγοράσει ένα δικαίωμα αγοράς μπορεί συχνά να αποδειχθεί πιο κατάλληλη επιλογή από την επένδυση στην ανάλογη μετοχή με το σύνολο του κεφαλαίου του. Τα δικαιώματα πώλησης αποτελούν μια εναλλακτική στρατηγική για κέρδος, ακόμη και σε περιόδους που οι μετοχές έχουν πτωτική τάση.

Οι ιδιώτες επενδυτές επίσης χρησιμοποιούν την αγορά δικαιωμάτων για να μετατρέψουν τις προσδοκίες τους σχετικά με τις μελλοντικές τάσεις των τιμών σε κερδοφόρες στρατηγικές. Αν η εκτίμησή τους για την αγορά αποδειχθεί σωστή, το αποτέλεσμα μόχλευσης του δικαιώματός τους θα αποδώσει πολύ υψηλά κέρδη.

Θεσμικοί επενδυτές

Οι θεσμικοί επενδυτές, όπως οι διαχειριστές χαρτοφυλακίων ή οι ασφαλιστικές εταιρείες, χρησιμοποιούν την αγορά δικαιωμάτων και συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης για να επιτύχουν απόδοση, π.χ., πουλώντας δικαιώματα αγοράς από «καλάθι» μετοχών. Τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης σε ομόλογα μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να γίνει αντιστάθμιση κινδύνου, έναντι ανεπιθύμητων μεταβολών των επιτοκίων ή για να επιδιωχθούν στρατηγικές που αποσκοπούν στο κέρδος.

Για τους διαχειριστές χαρτοφυλακίων θεσμικών επενδυτών, τα δικαιώματα και τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης είναι το τέλειο μέσο για ευέλικτη διαχείριση κινδύνου. Αυτά τα εργαλεία μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να μειώσουν τον κίνδυνο σχετικά με τις τιμές και τα επιτόκια ή, αντίθετα, για να αυξήσουν την έκθεση στον κίνδυνο των χαρτοφυλακίων τους, προκειμένου να εκμεταλλευθούν ευκαιρίες για κέρδη, σύμφωνα με τις προσδοκίες τους για την αγορά, χωρίς να απαιτούνται σημαντικές αλλαγές στο χαρτοφυλάκιό τους.

Τράπεζες

Οι τράπεζες συχνά εμφανίζονται ως «παίκτες» στην αγορά δικαιωμάτων και συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης, άλλοτε εκτελώντας εντολές για λογαριασμό των πελατών τους και άλλοτε λειτουργώντας ως θεσμικοί επενδυτές, για δικό τους λογαριασμό.

Οι τράπεζες επίσης ενεργούν ως ειδικοί διαπραγματευτές της αγοράς (market makers). Οι ειδικοί διαπραγματευτές της αγοράς είναι συναλλασσόμενοι (dealers), οι οποίοι αναλαμβάνουν να θέτουν δεσμευτικές τιμές για τα δικαιώματα αγοράς και πώλησης σε συνεχή χρόνο. Κατά συνέπεια, οι επενδυτές μπορούν ανά πάσα στιγμή να πάρουν θέση στην αγορά ή να ρευστοποιήσουν τις θέσεις τους στην αγορά δικαιωμάτων και συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης.
Γιατί επενδύουν

Οι διάφοροι συμμετέχοντες στην αγορά δικαιωμάτων και συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης βασικά λειτουργούν με ένα από τα παρακάτω κίνητρα:

Αντισταθμιστές κινδύνου (hedgers)

Οι αντισταθμιστές κινδύνου χρησιμοποιούν την αγορά δικαιωμάτων και συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης για να αντισταθμίσουν τον κίνδυνο των θέσεών τους στην κεφαλαιαγορά, π.χ. χαρτοφυλάκια μετοχών, έναντι πιθανής πτώσης τιμών.

Για παράδειγμα, η θέση σε ένα ολόκληρο χαρτοφυλάκιο σε ελληνικές μετοχές μπορεί να αντισταθμισθεί έναντι βραχυπρόθεσμων ή μεσοπρόθεσμων μεταβολών με τη χρήση συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης και συμβολαίων δικαιωμάτων στον δείκτη FTSE/ASE-20.

Συναλλασσόμενοι (traders)

Οι συναλλασσόμενοι λαμβάνουν θέσεις στην αγορά δικαιωμάτων και συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης με σκοπό να προσαρμόσουν τη στρατηγική τους στις προσδοκίες τους για την αγορά. Πολλές στρατηγικές, όπως το να κερδίζει κανείς σε καθοδική αγορά (bear market) όπου οι τιμές πέφτουν, μπορούν να επιτευχθούν αποκλειστικά με δικαιώματα και συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης. Οι συναλλασσόμενοι έχουν συναίσθηση του κινδύνου που αναλαμβάνουν, καθώς επιδιώκουν να εκμεταλλευθούν τις ευκαιρίες για κέρδος, και έτσι δημιουργούν την αναγκαία ρευστότητα στην αγορά, η οποία απαιτείται από αυτούς που θέλουν να κάνουν αντιστάθμιση κινδύνου, προκειμένου να προστατευθούν.

Εξισορροπητικοί κερδοσκόποι (arbitrageurs)

Οι εξισορροπητικοί κερδοσκόποι επιδιώκουν να κερδίσουν από τις διαφορές στις τιμές, οι οποίες έχουν τεθεί για το ίδιο αγαθό σε διαφορετικές αγορές. Οι διαφορές των τιμών στην τρέχουσα αγορά και στην προθεσμιακή αγορά πρέπει να βρίσκονται μεταξύ συγκεκριμένων ορίων. Δηλαδή πρέπει σε γενικές γραμμές να ισούνται από αγορά σε αγορά. Αν οι τιμές αποκλίνουν πολύ μεταξύ τους, τότε οι εξισορροπητικοί κερδοσκόποι παίρνουν θέση στην αγορά για να κερδίσουν από αυτή την απόκλιση των τιμών. Επίσης οι συναλλαγές αυτές βοηθούν ώστε να επέλθει ισορροπία μεταξύ των δύο αγορών. Η καθαρή εξισορροπητική κερδοσκοπία (pure arbitrage) απαιτεί γρήγορες κινήσεις και κατά συνέπεια μπορεί να επιτευχθεί μόνο από συναλλασσομένους που έχουν άμεση πρόσβαση στο σύστημα συναλλαγών. Παρ' όλα αυτά, οι μετέχοντες στην αγορά, σε γενικές γραμμές, στοχεύουν στο να επιλέγουν τις πιο ευνοϊκές ευκαιρίες, μεταξύ λίγο ή πολύ παρόμοιων επιλογών, συνεισφέροντας έτσι στη δημιουργία δίκαιης τιμολόγησης.
Τι μπορούν να πετύχουν

Τα δικαιώματα και τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης είναι «χρηματοοικονομικά εργαλεία» που χρησιμοποιούνται από τους συναλλασσομένους για να προστατεύσουν τις επενδύσεις από τους επενδυτικούς κινδύνους για μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο ή για να μετατρέψουν τις προσδοκίες τους για τις τάσεις της αγοράς σε κερδοσκοπικές βραχυχρόνιες στρατηγικές.

Μερικές από τις πιο συνηθισμένες και αποτελεσματικές στρατηγικές στην αγορά δικαιωμάτων είναι οι παρακάτω:

* Αν κάποιος προσδοκά ότι οι τιμές των μετοχών θα αυξηθούν μέσα στις επόμενες εβδομάδες ή μήνες, τα δικαιώματα είναι μια εναλλακτική λύση βραχυχρόνιας επένδυσης σε μετοχές. Αγοράζοντας ένα δικαίωμα αγοράς ή πουλώντας ένα δικαίωμα πώλησης μπορεί κανείς να αποκομίσει κέρδος με τον ίδιο τρόπο, όπως με τις μετοχές, δεσμεύοντας όμως μικρότερο κεφάλαιο. Αν δεν θέλει κάποιος να επενδύσει σε μία μόνο μετοχή, αλλά θέλει να κερδίσει από την άνοδο της αγοράς στο σύνολό της, τότε τα δικαιώματα επί του δείκτη FTSE/ASE του δίνουν τη δυνατότητα να συμμετάσχει σε γενικές τάσεις της αγοράς μέσω μιας μόνο συναλλαγής.

* Με τα δικαιώματα και τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης μπορεί κάποιος να αποκομίσει κέρδος ανεξάρτητα από την πορεία που ακολουθεί η αγορά. Αγοράζοντας δικαιώματα πώλησης και πουλώντας συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης ή δικαιώματα αγοράς μπορεί κανείς να αποκομίσει κέρδος σε μια πτωτική πορεία της αγοράς. Θέσεις πώλησης σε δικαιώματα επιτρέπουν την απόκτηση κέρδους ακόμη και σε μια στάσιμη αγορά. Καθοριστικοί παράγοντες που συντελούν στην επιτυχία είναι η ακριβής εκτίμηση της πορείας της αγοράς και η διαρκής επίβλεψη της θέσης από μέρους του επενδυτή. Σε περίπτωση που αγοράσει κάποιος δικαιώματα ο κίνδυνος περιορίζεται στην τιμή του δικαιώματος που πληρώνει, το οποίο σε περίπτωση λανθασμένης εκτίμησης μπορεί να χαθεί εντελώς, αν δεν μεταπωληθεί εγκαίρως το δικαίωμα. Συνεπώς μόνο ένα μέρος του κεφαλαίου θα πρέπει να δεσμεύεται στο δικαίωμα σε κάθε χρονική στιγμή.

* Ενας επενδυτής μπορεί να αντισταθμίσει τον κίνδυνο ενός μετοχικού χαρτοφυλακίου, για παράδειγμα, αν σκοπεύει να αγοράσει ένα σπίτι μερικούς μήνες προτού πραγματοποιήσει τα κέρδη του σε μετοχές. Αυτό τον προστατεύει από απώλειες σε περίπτωση που οι τιμές των μετοχών τυχαίνει να βρίσκονται χαμηλά τη χρονική στιγμή που χρειάζεται να πουλήσει ή να αποκτήσει μετοχές. Μια τέτοια στρατηγική αντιστάθμισης κινδύνου που βασίζεται σε δικαιώματα πώλησης ή θέσεις πώλησης με συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης μπορεί να λάβει υπόψη της και τις υφιστάμενες φορολογικές προεκτάσεις.

* Στην περίπτωση των ομολόγων ο κίνδυνος των τιμών που προέρχεται από μεταβολές στα επιτόκια της αγοράς πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη (απόδοση της δευτερογενούς αγοράς). Αυτός ο κίνδυνος μπορεί να αντισταθμιστεί ή να ελεγχθεί μέσω συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης σε ομόλογα. Αυτή η πρακτική μακροπρόθεσμα μπορεί να εγγυηθεί υψηλές και σταθερές αποδόσεις για ένα χαρτοφυλάκιο.
Πώς φθάσαμε ως εδώ

Τα περισσότερα από τα σύγχρονα χρηματιστήρια παραγώγων ιδρύθηκαν μέσα στις δεκαετίες του '80 και '90. Παρ' όλα αυτά, πρέπει να σημειωθεί ότι τα παράγωγα σε προϊόντα έχουν μακρά ιστορία. Διακινούνταν τακτικά στο CBOT ως το 1933, όταν το Κογκρέσο των ΗΠΑ απαγόρευσε την αγοραπωλησία τους. Τα «Δικαιώματα» (options) ήταν γνωστά ως privilleges. Αλλα όργανα συναλλαγών τα οποία σήμερα ονομάζονται «Δικαίωμα Αγοράς» (calls) και «Δικαίωμα πώλησης» (puts), υπήρχαν ακόμη παλαιότερα και ξεκίνησαν από το Χρηματιστήριο του Αμστερνταμ στο τέλος του 17ου αιώνα. (De la Vega, 1688).

Το πρώτο σύγχρονο χρηματιστήριο παραγώγων ιδρύθηκε από το Chicago Board of Trade και το Chicago Mercantile Exchange και αποτέλεσε την αφετηρία αυτού του τομέα συναλλαγών. Ανέπτυξε επίσης χρηματοοικονομικά συμβόλαια: τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης (furures) και τα δικαιώματα (options) σε μετοχές, τα οποία έθεσαν σε κίνηση την ανάπτυξη πληθώρας χρηματιστηρίων παραγώγων ανά τον κόσμο. Την πρώτη κίνηση αποτελεί η χρηματοδότηση του Chicago Board of Options Exchange από το Chicago Board of Trade.

Τα νεότερα χρηματιστήρια συνέβαλαν στη χρηματοοικονομική καινοτομία και εξέλιξη της αγοράς, αναπτύσσοντας καινούργιες τεχνολογίες και συστήματα. Η αγορά δικαιωμάτων (Options Market) της Στοκχόλμης εισήγαγε ένα σύστημα το οποίο χρησιμοποιείται σε όλο τον κόσμο. Το ΟΜ βρίσκεται τώρα στο δέκατο τέταρτο έτος λειτουργίας και ήταν το πρώτο χρηματιστήριο στον κόσμο που προσέφερε συγχωνευμένες υπηρεσίες συναλλαγής και εκκαθάρισης. Σήμερα ένας μεγάλος αριθμός χρηματιστηρίων χρησιμοποιεί το σύστημα του ΟΜ, όπως το Χρηματιστήριο Παραγώγων της Αυστρίας (ΟΤΟΒ), το Χρηματιστήριο παραγώγων του Χονγκ Κονγκ (HKFE), το Χρηματιστήριο του Μιλάνου, το OMLOX και το αυστραλέζικο Χρηματιστήριο (ASX).

Αλλα χρηματιστήρια προσέφεραν τις δικές τους καινοτομίες. Το MEFF στον όγδοο σήμερα χρόνο λειτουργίας είναι το τέταρτο μεγαλύτερο της Ευρώπης. Αποτελεί ένα πλήρως ηλεκτρονικό χρηματιστήριο, με ολοκληρωμένες λειτουργίες συναλλαγής, εκκαθάρισης και εξόφλησης σε ένα σύστημα.

Ενδιαφέρον για το παραπάνω σύστημα παρουσιάστηκε και εκτός Ισπανίας από το Χρηματιστήριο Options του Πόρτο, CACOFV του Καράκας και WTB στο Ανόβερου. Αυτά τα νεότερα χρηματιστήρια πέτυχαν να κατασκευάζουν συμβόλαια παραγώγων τα οποία προσθέτουν αξία για ιδιώτες και επιχειρήσεις σε όλον τον κόσμο.

Πηγή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου