Τρίτη 7 Μαΐου 2024

Κεντρικοί τραπεζίτες και προβλέψεις για επιτόκια


6/5/2024    

Του Κώστα Μήλα*

Το τελευταίο διάστημα συζητείται ευρέως το ακόλουθο ερώτημα: έχει έννοια να δημοσιοποιούν οι κεντρικοί τραπεζίτες τις προβλέψεις τους για τα επιτόκια πολιτικής; Σημειώνω εδώ ότι από την περίοδο κατά την οποία ο Μπεν Μπερνάνκε ήταν στο «τιμόνι» της Fed, τα μέλη της Νομισματικής Επιτροπής των ΗΠΑ, άρχισαν να δίνουν στη δημοσιότητα τις προβλέψεις τους σε βάθος 2-3 ετών.

Το τελευταίο διάστημα συζητείται ευρέως το ακόλουθο ερώτημα: έχει έννοια να δημοσιοποιούν οι κεντρικοί τραπεζίτες τις προβλέψεις τους για τα επιτόκια πολιτικής; Σημειώνω εδώ ότι από την περίοδο κατά την οποία ο Μπεν Μπερνάνκε ήταν στο «τιμόνι» της Fed, τα μέλη της Νομισματικής Επιτροπής των ΗΠΑ, άρχισαν να δίνουν στη δημοσιότητα τις προβλέψεις τους σε βάθος 2-3 ετών.

Το τελευταίο διάστημα συζητείται ευρέως το ακόλουθο ερώτημα: έχει έννοια να δημοσιοποιούν οι κεντρικοί τραπεζίτες τις προβλέψεις τους για τα επιτόκια πολιτικής;

Σημειώνω εδώ ότι από την περίοδο κατά την οποία ο Μπεν Μπερνάνκε ήταν στο «τιμόνι» της Fed, τα μέλη της Νομισματικής Επιτροπής των ΗΠΑ, άρχισαν να δίνουν στη δημοσιότητα τις προβλέψεις τους σε βάθος 2-3 ετών. Πρόκειται για το καλούμενο «Fed-style dot plot», όπου η κάθε κουκκίδα, σε βάθος χρόνου, αντιστοιχεί στην ανώνυμη πρόβλεψη επιτοκίου κάθε μέλους της Fed.

Το συγκεκριμένο θέμα ήρθε στο προσκήνιο και πάλι τον Απρίλιο του 2024, όταν ο Μπεν Μπερνάνκε δημοσίευσε το πόρισμά του σε σχέση με την (α)καταλληλότητα των μοντέλων της Τράπεζας της Αγγλίας να προβλέπουν με ικανοποιητικό τρόπο τον πληθωρισμό στη Μεγάλη Βρετανία. Ο Μπερνάνκε αποφάσισε να μην προτείνει την υιοθέτηση του «Fed-style dot plot» από την Τράπεζα της Αγγλίας.Ο δε διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, αναφέρθηκε στο επίμαχο θέμα με διπλωματικό τρόπο. Δήλωσε, μεν, ότι δεν απορρίπτει την ιδέα (οι κεντρικοί τραπεζίτες της ΕΚΤ να δημοσιοποιούν τις προβλέψεις τους) αλλά, ταυτόχρονα, αναρωτήθηκε πόσο εύκολα μπορούν να προβλεφθούν τα επιτόκια, όταν αρκετά δύσκολα προβλέπεται ο πληθωρισμός.

Για να δούμε το συγκεκριμένο θέμα πιο αναλυτικά. Ας πάρουμε, για παράδειγμα, τα μοντέλα της Τράπεζας της Αγγλίας. Αυτά προβλέπουν τόσο τον ρυθμό ανάπτυξης όσο και τον πληθωρισμό σε βάθος διετίας – τριετίας, βασιζόμενα στις προβλέψεις επιτοκίων πολιτικής από τις χρηματοοικονομικές αγορές. Οπως όμως επισήμανα πρόσφατα στο London Business Review blog της London School of Economics, οι αγορές έχουν αστοχήσει τραγικά στην πρόβλεψη των επιτοκίων πολιτικής από το 2006 μέχρι σήμερα. Πράγματι, μεταξύ 2006-2022 οι αγορές υπερεκτίμησαν, κατά μέσον όρο, τα επιτόκια σε βάθος διετίας κατά 1,07 ποσοστιαίες μονάδες. Από το 2022 μέχρι σήμερα και εν μέσω αυξανόμενου γεωπολιτικού ρίσκου (βλέπε πόλεμο Ουκρανίας – Ρωσίας και πόλεμο Ισραήλ – Χαμάς), οι αγορές υποεκτίμησαν τα επιτόκια πολιτικής κατά 3,28 ποσοστιαίες μονάδες!!!

Από τη στιγμή που χρησιμοποιούνται οι λανθασμένες προαναφερθείσες προβλέψεις στα μοντέλα της Τράπεζας της Αγγλίας, λογικό είναι και οι προβλέψεις πληθωρισμού να «βγαίνουν» λανθασμένες. Σημειώνω εδώ ότι και η ΕΚΤ χρησιμοποιεί προβλέψεις επιτοκίων από τις αγορές στα δικά της οικονομετρικά μοντέλα.

Πόσο εύκολα μπορούν να προβλεφθούν τα επιτόκια, όταν αρκετά δύσκολα προβλέπεται ο πληθωρισμός;

Αν λάβουμε υπόψη τα παραπάνω, λογικό λοιπόν δείχνει να δημοσιοποιούν οι κεντρικοί τραπεζίτες (έστω με ανώνυμο τρόπο) τις δικές τους προβλέψεις επιτοκίων. Και τούτο επειδή καλύτερες, σε σχέση με εκείνες των αγορών, προβλέψεις επιτοκίων θα οδηγήσουν σε πιο εύστοχες προβλέψεις πληθωρισμού.

Λογικά, λοιπόν, τα μοντέλα της Τράπεζας της Αγγλίας (και εκείνα της ΕΚΤ) θα μπορούσαν να προβλέπουν πληθωρισμό και ανάπτυξη με βάση τον μέσο όρο προβλέψεων επιτοκίων από τα μέλη της αντίστοιχης Νομισματικής Επιτροπής.

Εδώ υπάρχει ένα θέμα. Τα μέλη της Νομισματικής Επιτροπής καλούνται να αποφασίσουν τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή (ήτοι σήμερα) το βέλτιστο επιτόκιο πολιτικής το οποίο θα επαναφέρει, σε βάθος δύο ετών, τον πληθωρισμό στον στόχο του 2%. Δεν καλούνται να αποφασίσουν, σήμερα, τόσο το βέλτιστο επιτόκιο πολιτικής του σήμερα όσο και τα βέλτιστα επιτόκια πολιτικής σε βάθος διετίας.

Μάλλον, λοιπόν, δεν κρίνεται θεμιτό οι κεντρικοί τραπεζίτες να προβλέπουν τα μελλοντικά επιτόκια, αφού σε τελική ανάλυση η μεγάλη αυξομείωση του γεωπολιτικού ρίσκου ενδεχομένως να αλλάξει τη γνώμη τους από τη μια στιγμή στην άλλη…

*Ο κ. Κώστας Μήλας είναι καθηγητής Χρηματοοικονομικών, University of Liverpool.

Πηγή


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου