19/1/2015
Του Stefan Wagstyl
Με «πυρ ομαδόν» κατά του Μάριο Ντράγκι, τα γερμανικά μέσα επιχειρηματολογούν κατά του QE, λίγα 24ωρα πριν την κρίσιμη συνεδρίαση της ΕΚΤ. Δραματική υποτίμηση του ευρώ "βλέπει" η Bild. Αιτιάσεις, επικρίσεις –και οι λιγοστές δηλώσεις στήριξης.
Η εκστρατεία των γερμανικών μέσων ενημέρωσης της Γερμανίας για τους δυνητικούς κινδύνους του QE το οποίο προγραμματίζει η ΕΚΤ, κλιμακώνεται αυτή την κρίσιμη εβδομάδα, με την κορυφαία εφημερίδα Bild να δηλώνει την Δευτέρα στους αναγνώστες της ότι το ευρώ «θα υποτιμηθεί δραματικά» αν προχωρήσει το σχέδιο.
Η ομοβροντία του γερμανικού Τύπου κλιμακώνεται καθώς ο διοικητής της ΕΚΤ, Mario Draghi, έρχεται αντιμέτωπος με αυξανόμενες επικρίσεις ενόψει της κρίσιμης συνεδρίασης του Δ.Σ. της κεντρικής τράπεζας την Πέμπτη, κατά την οποία αναμένεται να εγκριθεί το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (quantitative easing).
Μολονότι ο κ. Draghi δηλώνει ότι το QE είναι απαραίτητο για να αποτραπεί ο κίνδυνος αποπληθωρισμού στην ευρωζώνη, η γερμανική κυβέρνηση της Καγκελαρίου Angela Merkel, πιστεύει ότι το πρόγραμμα δεν θα αποδώσει και θα επιβαρύνει τους Γερμανούς, και άλλους, φορολογούμενους, με δυνητικά βαριές ζημίες. Τις απόψεις της κυβέρνησης συμμερίζεται μεγάλο κομμάτι του γερμανικού λαού.
Ο κ. Draghi αντέδρασε στις επικρίσεις με «ευγενή αντεπίθεση», παραθέτοντας συνεντεύξεις σε δύο κορυφαίες γερμανικές εφημερίδες και υπονοώντας ότι είναι έτοιμος να «βάλει νερό στο κρασί» όσον αφορά το πρόγραμμα.
Η ΕΚΤ προβλέπεται να λάβει σοβαρά υπόψη τις γερμανικές ανησυχίες για τον επιμερισμό των δυνητικών ζημιών από άλλες χώρες, και να ανακοινώσει ότι την τελική ευθύνη για τις αγορές κρατικών ομολόγων θα επωμιστούν οι 19 εθνικές κρατικές τράπεζες της ευρωζώνης. Οι υποχωρήσεις αυτές όμως δεν έχουν κλείσει τα στόματα των Γερμανών επικριτών.
Ο Hans-Werner Sinn, επικεφαλής του ινστιτούτου οικονομικών ερευνών Ifo και ένας από τους σκληρότερους πολέμιους του κ. Draghi, βγήκε στα ραδιόφωνα σήμερα, σχολιάζοντας ότι ο προτεινόμενος επιμερισμός των βαρών δεν θα γλιτώσει τους Γερμανούς φορολογούμενους από την διάσωση των ασθενέστερων κρατών της ευρωζώνης.
Για παράδειγμα, οι κεντρικές τράπεζες της Ελλάδας, της Ιρλανδίας και της Κύπρου, έχουν ήδη δώσει εγγυήσεις πολύ περισσότερες από το «ομαλά όρια», οπότε έτσι έχουν ήδη δανειστεί από το σύστημα της ΕΚΤ, είπε, προσθέτοντας ότι με ένα νέο πρόγραμμα θα αυξηθεί περαιτέρω αυτό το συλλογικό βάρος. «Εντέλει έχουμε αναλάβει υποχρέωση γιατί τους δίνουμε δάνεια μέσω των μηχανισμών της ΕΚΤ. Και, όταν η ίδια η κεντρική τράπεζα είναι χρεοκοπημένη, δεν θα μπορεί να ξεπληρώσει τα δάνεια.» Ούτε μπορεί να προστρέξει μια προβληματική κυβέρνηση να διασώσει μια χρεοκοπημένη κεντρική τράπεζα: «Αν έχει διαλυθεί το ίδιο το κράτος, δεν μπορεί να συμπαρασταθεί στην εθνική κεντρική τράπεζα έτσι κι αλλιώς,» εξήγησε ο κ. Sinn.
Η Bild αναφέρει ότι πολλοί φοβούνται πως η αποδυνάμωση του ευρώ θα μειώσει τις μεταρρυθμιστικές πιέσεις «σε χώρες όπως η Ισπανία, η Ελλάδα, η Ιταλία ή η Γαλλία.» Η εφημερίδα παραθέτει τις δηλώσεις του Anton Börner, προέδρου της ένωσης εξαγωγέων της Γερμανίας BGA: «Οι αποκαλούμενες «θερμές χώρες» πρέπει επιτέλους να καθαρίσουν σωστά. Αυτό δεν γίνεται με φθηνό ευρώ. Καταλαβαίνουν μόνο την σκληρή γλώσσα των αγορών κεφαλαίου.»
Η εφημερίδα Frankfurter Allgemeine, επίσης εκφράζει αμφιβολίες για την αποτελεσματικότητα του QE. Με άρθρο υπό τον τίτλο "No, Dr Draghi," αναφέρει: «Νέες αμερικανικές έρευνες έδειξαν ότι οι θετικές επιδράσεις από τις αγορές κρατικών ομολόγων, πιθανότατα δεν είναι τόσες όσες φαίνεται.» Παραθέτει επίσης σχόλια της Sabine Lautenschläger, Γερμανίδας μέλους του εκτελεστικού συμβουλίου της ΕΚΤ, που έχει πει ότι το QE θα πρέπει να είναι «εργαλείο μόνο για έσχατη ανάγκη».
Μια «ανάσα» πήρε η ΕΚΤ από την Handelsblatt, την κορυφαία οικονομική εφημερίδα της Γερμανίας, που είναι μια από τις δύο εφημερίδες-μαζί με την φιλελεύθερη Die Zeit – οι οποίες είχαν εξασφαλίσει συνέντευξη του κ. Draghi.
Ο Bert Rürup, επικεφαλής του Handelsblatt Research Institute, διαμαρτυρήθηκε για «γερμανικό νομισματικό σοβινισμό» εναντίον της ΕΚΤ, με το επιχείρημα ότι η ΕΚΤ έχει να επιλέξει στρατηγική που θα αφορά όλα τα μέλη της ευρωζώνης, όχι μεμονωμένες χώρες, και ότι «το συμβούλιο της ΕΚΤ δεν είναι οίκος εκκαθαρίσεων εθνικών συμφερόντων, αναλόγως με την οικονομική βαρύτητα των μεμονωμένων κρατών».
Βεβαίως το βασικό επιχείρημα του κ. Rürup δεν είναι να υιοθετηθεί το QE, αλλά να προωθηθεί μια δραστική μείωση των μελών του δ.σ. της ΕΚΤ, που διαθέτει 21 μέλη με δικαίωμα ψήφου, ώστε να αποδυναμωθεί η σύνδεση με την εκπροσώπηση των μεμονωμένων κρατών.
Πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου