5/11/2013
Της Heather Grabbe*
Η πρόταση για αλλαγή των διαδικασιών στις ευρωεκλογές και γιατί δεν λύνει το πρόβλημα δημοκρατικού ελλείμματος. Το πραγματικό διακύβευμα των εκλογών του 2014 και η ευκαιρία να γεφυρωθούν οι διαφωνίες και να αντιμετωπιστούν οι αντιευρωπαϊστές.
Η ΕΕ χρειάζεται επειγόντως μέτρα για να καλύψει τη δημοκρατική της νομιμότητα. Η πρόταση που συζητείται στις Βρυξέλλες για το συγκεκριμένο θέμα είναι να καταθέσουν τα τέσσερα μεγαλύτερα ευρωπαϊκά κόμματα τις προτάσεις τους για τον πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής έτσι ώστε, μέσω των ευρωεκλογών να επιλέγεται κατά κάποιο τρόπο και ο πρόεδρος της Κομισιόν.
Έτσι όμως, το πρόβλημα μπορεί να γίνει ακόμη χειρότερο.
Το άρθρο 17 στη Συνθήκη της Λισσαβόνας αναφέρει ότι το αποτέλεσμα των εκλογών πρέπει να λαμβάνεται υπόψη όταν το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο επιλέγει νέο πρόεδρο, ο οποίος στη συνέχεια πρέπει να επικυρωθεί από το ευρωπαϊκό κοινοβούλιο. Δεν πρέπει η ερμηνεία αυτού του άρθρου να γίνει κατά τέτοιο τρόπο ώστε να περιορίζονται οι επιλογές στην αναζήτηση του καλύτερου προσώπου για την προεδρία της Κομισιόν. Με αυτή την πρόταση, υποψήφιοι θα είναι μόνο οι προτεινόμενοι από τα μεγάλα κόμματα.
Αντιθέτως, θα πρέπει να δοθεί προτεραιότητα να βρεθεί κάποιος που να μπορεί να ανακτήσει την εμπιστοσύνη στο θεσμό και όχι να επιδίδεται σε κομματική πολιτική. Εν μέσω αυτής της κρίσης, χρειάζεται κάποια ισχυρή, ανεξάρτητη μη κομματική προσωπικότητα.
Εάν ο πρόεδρος της Κομισιόν επιλεγεί με κομματικά κριτήρια, τότε θα είναι πιο δύσκολο να εποπτεύσει την εφαρμογή των νέων κανόνων δημοσιονομικής πειθαρχίας. Θα έχει επίσης λιγότερη ισχύ και για την προάσπιση των ευρωπαϊκών συνθηκών. Με άλλα λόγια, δεν μπορεί να αναλάβει διαιτητής στο παιχνίδι, ο αρχηγός μίας ομάδας.
Το αποτέλεσμα θα ήταν να διαρραγεί η θεσμική ισορροπία στην ΕΕ. Ένας πρόεδρος που κατά κάποιο τρόπο είναι υποχρεωμένος στο μεγαλύτερο κόμμα του ευρωκοινοβουλίου, δεν μπορεί να εκπροσωπήσει το γενικό συμφέρον.
Παράλληλα, εάν ο πρόεδρος της Κομισιόν γίνει αποκλειστικά δημιούργημα του ευρωκοινοβουλίου και ανταποκρίνεται περισσότερο στις θέσεις των ευρωβουλευτών και όχι των κρατών-μελών, τότε οι κυβερνήσεις θα αρχίσουν να παρακάμπτουν την Κομισιόν και να κάνουν μεταξύ τους συμφωνίες.
Σε ό,τι αφορά τα συμφέροντα των ψηφοφόρων, η συμφωνία αυτή δεν προσφέρει ουσιαστικές επιλογές επειδή η Κομισιόν δεν αποφασίζει για τα μεγάλα θέματα όπως η οικονομική διακυβέρνηση. Ο πρόεδρός της δεν λειτουργεί όπως ένας πρωθυπουργός που επιλέγει τους υπουργούς του. Αντιθέτως, αναγκάζεται να συνεργαστεί με εκείνους που ορίζουν τα κράτη-μέλη και μάλιστα με τέτοιο τρόπο ώστε η πολιτική σύνθεση στο Κολλέγιο των Επιτρόπων να αντιπροσωπεύει τον αριθμό των κρατών και όχι το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών.
Επίσης, με την προβολή άγνωστων προσώπων στις αφίσες της προεκλογικής εκστρατείας για τις ευρωεκλογές, αντί να τονωθεί ο ενθουσιασμός των Ευρωπαίων ψηφοφόρων, ενδέχεται να υπάρξει ακόμη μεγαλύτερη αποξένωση. Οι υποψήφιοι πιθανότατα θα κριθούν περισσότερο βάσει της εθνικότητάς τους και λιγότερο βάσει των ιδεών τους.
Ενδεχομένως με τη νέα διαδικασία να ανοίξει ο δρόμος για περισσότερους υποψηφίους – ειδικότερα εάν υπάρξουν και εσωκομματικές εκλογές για την επιλογή των υποψηφίων. Όμως, πολλοί από αυτούς δεν θα έχουν το απαραίτητο πολιτικό βάρος που απαιτεί η προεδρία της Κομισιόν. Παράλληλα, οι ισχυροί πολιτικοί που θα ήταν ιδανικοί για τη θέση, ενδέχεται να μην θέλουν να υποστούν αυτή τη νέα διαδικασία.
Για όλους αυτούς τους λόγους, τα όποια πλεονεκτήματα της πρότασης για κομματικές υποψηφιότητες είναι λιγότερα από τα μειονεκτήματα. Οι ηγέτες της Ευρώπης θα πρέπει να εξετάσουν πιο προσεκτικά τις επιπτώσεις αυτής της νέας διαδικασίας για τη λειτουργία της ΕΕ. Η Κομισιόν θα αποδυναμωθεί με έναν κομματικά επιλεγμένο πρόεδρο, θα οδηγηθούμε σε μεγαλύτερες συγκρούσεις μεταξύ ευρωκοινοβουλίου και κυβερνήσεων και οι ψηφοφόροι θα απομακρυνθούν ακόμη περισσότερο.
Η συζήτηση για την επιλογή του προέδρου της Κομισιόν αποπροσανατολίζει από το πραγματικό διακύβευμα των ευρωεκλογών του 2014. Τώρα είναι η ώρα να γίνει ευρεία συζήτηση για τον πώς θα βγει η Ευρώπη από την κρίση. Θα έχουν οι Ευρωπαίοι ηγέτες το σθένος να προχωρήσουν σε αυτή τη συζήτηση;
Οι εκλογές του 2014 τους δίνουν την ευκαιρία να παρουσιάσουν δημοσίως τις επιλογές που αντιμετωπίζει η ΕΕ. Η δημόσια συζήτηση θα φέρει στο φως τις διαφορές – μεταξύ πιστωτών και οφειλετών, μεταξύ βορρά και νότου, μεταξύ εκείνων που θέλουν ευρωπαϊκή ολοκλήρωση και των πιο διστακτικών. Αυτή η παρουσίαση των μεγάλων διαφορών μπορεί να αμφισβητείται, αλλά πρέπει να παραδεχθούμε πως ο πλουραλιστικός διάλογος είναι η καρδιά της δημοκρατίας.
Ο μεγάλος κίνδυνος από αυτές τις εκλογές είναι πως τα λαϊκιστικά και αντι-ευρωπαϊκά κόμματα θα ευνοηθούν από την απογοήτευση των ψηφοφόρων λόγω της κρίσης και του φόβου τους για το μέλλον. Τα φιλο-ευρωπαϊκά κόμματα δεν θα πρέπει να διστάσουν, αλλά να αντιμετωπίσουν στα ίσα αυτά τα κόμματα και τα επιχειρήματά τους.
Η Άγκελα Μέρκελ θα πρέπει να χρησιμοποιήσει την ισχύ της για να καταπνίξει αυτή την πρόταση επιλογής προέδρου της Κομισιόν. Θα πρέπει να κρατήσει σθεναρή στάση και να μην επιτρέψει στο κεντροδεξιό Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα – του οποίου ραχοκοκαλιά είναι η γερμανική Χριστιανοδημοκρατική Ένωση της Μέρκελ - να προτείνει υποψήφιο πριν τις ευρωεκλογές.
Ο καλύτερος τρόπος να εξασφαλιστεί υψηλό ποσοστό συμμετοχής στις ευρωεκλογές είναι να ασχοληθούν αρκετά με αυτές οι εθνικοί ηγέτες, χρησιμοποιώντας αυτή την ευκαιρία για να παρουσιάσουν τις βασικές πολιτικές τους επιλογές και να δείξουν πως η ολοκλήρωση προσφέρει τη μεγαλύτερη ελπίδα για τη διαχείριση των προκλήσεων που αντιμετωπίζουν οι ευρωπαϊκές χώρες εν μέσω της παγκοσμιοποίησης. Τα μεγαλύτερα κόμματα θα πρέπει να αποκαλύψουν την κενότητα των λαϊκιστικών πολιτικών διατυπώνοντας τα επιχειρήματα υπέρ της ΕΕ.
* Η Heather Grabbe είναι διευθύντρια του Open Society European Policy Institute
Πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου