Παρασκευή 9 Σεπτεμβρίου 2016

75 χρόνια από την πολιορκία του Λένινγκραντ


8/9/2016

Το Λένινγκραντ, η σημερινή Αγία Πετρούπολη, έγινε τόπος μαρτυρίου. Τα ναζιστικά στρατεύματα που επιχειρούσαν στο ανατολικό μέτωπο προκάλεσαν τον θάνατο εκατοντάδων χιλιάδων αμάχων από την πείνα και την παγωνιά.

Αρχικά εξαφανίστηκαν τα σκυλιά, οι γάτες και τα πουλιά. Η ανάγκη των ανθρωπων να επιβιώσουν τους εξώθησε να τρώνε ό,τι έβρισκαν μπροστά τους. Ακόμη και πράγματα που ήταν δύσκολο να φανταστεί κανείς ότι μπορούν να καταναλωθούν, όπως σούπες από βρασμένα κομμάτια δέρματος, ακόμη και ταπετσαρίες. Ο ρώσος συγγραφέας Δανιήλ Γκράνιν, που βγήκε ζωντανός από την «κόλαση» του Λένινγκραντ, περιέγραψε στο γερμανικό κοινοβούλιο πριν από δύο χρόνια αποτρόπαιες εικόνες: «Ένα παιδί πεθαίνει, μόλις τριών ετών. Η μητέρα τοποθετεί τη σορό του στο παράθυρο και κόβει κάθε μέρα ένα κομματάκι για να θρέψει το δεύτερο παιδί, την κόρη της. Και κατάφερε να σωθεί».

Ο κανιβαλισμός δεν ήταν σπάνιο φαινόμενο στις σχεδόν 900 μέρες πολιορκίας του Λένινγκραντ. Οι αριθμοί κυμαίνονται από 1.000 έως 2.000 περιπτώσεις, παρότι προβλεπόταν η άμεση εκτέλεση όσων προέβαιναν σε τέτοιες πράξεις. Η ιστορία της σημερινής Αγίας Πετρούπολης μεταξύ 1941 και 1944 προκαλεί αποτροπιασμό. Η πόλη στις εκβολές του ποταμού Νέβα είχε 2,5 εκατομμύρια κατοίκους όταν ξεκίνησε η γερμανική πολιορκία. Ανάμεσά τους περί τις 400.000 παιδιά. Στις 871 μέρες της πολιορκίας, που διήρκεσε από τις 8 Σεπτεμβρίου 1941 έως τις 27 Ιανουαρίου 1944, έχασαν τη ζωή τους 1,1 εκατομμύρια άμαχοι. Η πλειοψηφία τους από λιμοκτονία, άλλοι από την παγωνιά του χειμώνα. Ιστορικοί επιστήμονες χαρακτηρίζουν την περίπτωση του Λένινγκραντ τη μεγαλύτερη δημογραφική καταστροφή που έχει υποστεί ποτέ μια πόλη. Ήταν η μεγαλύτερη σε διάρκεια πολιορκία πόλης τον εικοστό αιώνα.


Λιμοκτονία αμάχων για να επιβιώσουν οι γερμανοί στρατιώτες

Ο Χίτλερ σκόπευε αρχικά να καταλάβει την πόλη και να την ισοπεδώσει, ωστόσο μετά ανέκοψε τις μεραρχίες του. Αντί να εμπλακεί σε οδομαχίες, που θα προκαλούσαν μεγάλες απώλειες στρατιωτικών δυνάμεων, διέταξε την πολιορκία της δεύτερης σε μέγεθος σοβιετικής πόλης. Κατά τον γερμανό ιστορικό Γεργκ Γκαντσεμύλερ, η λιμοκτονία του πληθυσμού προκλήθηκε προκειμένου να εξασφαλιστεί η διατροφή των στρατιωτών της Βέρμαχτ. Και για συμβεί αυτό, ήταν αναγκαία συνέπεια η λιμοκτονία των αμάχων. Διότι ήδη από το καλοκαίρι του 1941 η Βέρμαχτ είχε προβλήματα ανεφοδιασμού στις κατεχόμενες περιοχές.

Η μεγάλη πείνα ξεκίνησε ήδη στις αρχές του Οκτωβρίου 1941. Το ψωμί αραιωνόταν τότε με πίτουρα και άλλα υλικά. Όποιος εργαζόταν λάμβανε 250 γραμμάρια ψωμί ημερησίως. Οι υπόλοιποι έπρεπε να αρκεστούν στη μισή ποσότητα. Τα σπίτια ήταν παγωμένα. Μέσα τους έμεναν εξασθενημένοι άνθρωποι μαζί με νεκρούς. Αρχικά καίγανε τα έπιπλα για να ζεσταθούν, στο τέλος τα βιβλία. Η λιμοκτονία τελείωσε μόλις 1943. Τότε άρχισε και πάλι να υπάρχει αρκετό ψωμί.

Ακόμη και τις χειρότερες ημέρες της πολιορκίας αρκετοί πολίτες δεν το έβαλαν κάτω. Τον πρώτο σκληρό χειμώνα περίπου 2.500 χιλιάδες φοιτητές ολοκλήρωσαν τις σπουδές τους. Παίζονταν θεατρικές παραστάσεις, τα μουσεία ήταν ανοικτά και το καλοκαίρι του 1942 παίχτηκε στο Λένινγκραντ η εβδόμη συμφωνία του Σοστακόβιτς. Ο συνθέτης την είχε γράψει μόλις έναν χρόνο πριν υπό τους ήχους των ναζιστικών πυρών.

Για μεγάλο διάστημα η πολιορκία της πόλης θεωρείτο από την ιστορική επιστήμη «κανονική στρατιωτική επιχείρηση», λέει ο Μάνφρεντ Ζάπερ, αρχισυντάκτης του περιοδικού Osteuropa (ανατολική Ευρώπη). Το μέγεθος του πόνου που υπέστησαν οι άμαχοι πολίτες αποσιωπείτο επί δεκαετίες, εξηγεί η βρετανίδα ιστορικός Άννα Ράιντ, εξηγώντας το γεγονός με το επιχείρημα ότι οι δράστες αυτής της θηριωδίας ήταν οι παππούδες και οι πατεράδες των νεότερων γενιών, οι οποίοι είχαν πολεμήσει στο ανατολικό μέτωπο. Το Λένινγκραντ βρισκόταν για πολύ στη γερμανική συλλογική συνείδηση στη σκιά του Στάλινγκραντ. Επειδή εκεί υπήρξαν πολλά θύματα γερμανικής καταγωγής, εκτιμά ο Γεργκ Γκαντσεμύλερ. Όπως επισημαίνει ο γερμανός ιστορικός, έως τη δεκαετία του 1980 τα εγκλήματα της Βέρμαχτ τίθεντο σχεδόν ολοκληρωτικά στο περιθώριο.

Πηγή Deutsche Welle

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου