Τρίτη 26 Μαρτίου 2019

Η θετική επίδραση της νομισματικής υποτίμησης επί της οικονομικής δραστηριότητας


9/2/2018

Του Μιχάλη Κάχρη

Σύμφωνα με την βασική οικονομική αρχή,το κλειδί για την οικονομική  ανάπτυξη είναι η ζήτηση για αγαθά και υπηρεσίες. Θεωρείται δηλαδή ότι η αύξηση της ζήτησης αγαθόν και υπηρεσιών,προκαλεί οικονομική ανάπτυξη,προκαλώντας έτσι την παράγωγη αγαθόν και υπηρεσιών. Ως εκ τούτου προκειμένου να διατηρηθεί η οικονομική ανάπτυξη πρέπει οι οικονομικές πολίτικες να δώσουν ιδιαίτερη προσοχή στην συνολική ζήτηση.

Κατ’ αρχήν εκείνο που θα πρέπει να ειπωθεί είναι ότι η σχέση μεταξύ της πραγματικής συναλλαγματικής ισοτιμίας και του επιπέδου της οικονομικής δραστηριότητας, αποτελεί ένα πολύ σημαντικό ζήτημα. Η διαπίστωση αυτή, οφείλεται στο γεγονός ότι η πραγματική συναλλαγματική ισοτιμία,(είναι το γινόμενο της ονομαστικής συναλλαγματικής ισοτιμίας επί τον λόγο του δείκτη των τιμών μεταξύ δυο χωρών),επιδρά στο ακαθάριστο εγχώριο προϊόν (ΑΕΠ),μέσω διαφόρων μηχανισμών μετάδοσης που επηρεάζουν τόσο τη ζήτηση όσο και την προσφορά του συνολικού προϊόντος. Η παραδοσιακή βιβλιογραφία αναφέρει ότι,σε περίπτωση υποτίμησης της πραγματικής ισοτιμίας,η συνολική ζήτηση θα αυξηθεί  επειδή το όφελος που προκύπτει για την διεθνή ανταγωνιστικότητα τιμών των εγχώριων αγαθών,επιφέρει βελτίωση στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Από την άλλη πλευρά υπάρχουν θεωρητικές προσεγγίσεις σύμφωνα με τις οποίες μια πραγματική υποτίμηση,μπορεί να οδηγήσει την οικονομική δραστηριότητα σε κάμψη. Πέραν όμως των παραπάνω  απόψεων,εκείνο που έχει σημασία να επισημανθεί είναι ότι η σχέση μεταξύ πραγματικής συναλλαγματικής ισοτιμίας και παραγωγής,αποτελεί ένα σημαντικό επίκαιρο θέμα για την ελληνική οικονομία και μάλιστα όταν κρίνεται αναγκαία η επιστροφή στο εθνικό μας νόμισμα.

Στο τελευταίο μου βιβλίο ”Η Αναγκαία Μετάβαση στο Εθνικό μας Νόμισμα”,που εκδόθηκε τον Νοέμβριο του 2017 από τις εκδόσεις ΑΡΝΑΟΥΤΗ,με πρόλογο του καθηγητή οικονομικών του Πανεπιστήμιου Πειραιά κο Θ. Κατσανεβα,και στην σελ.88 είχα αναφέρει ότι ο αναγκαίος καθορισμός της τιμής μετατροπής μεταξύ του ευρώ και του νέου εθνικοί μας νομίσματος,θα είναι 1:1,καθώς επίσης και η ενδεχόμενη ανάγκη μιας ελεγχόμενης υποτίμησης μεταξύ του νέου εθνικού μας νομίσματος και του ευρώ. Στην περίπτωση που αποφασισθεί η εφαρμογή της πολίτικης υποτίμησης,είναι ανάγκη να εξετασθούν ορισμένα ζητήματα που έχουν να κάνουν με την πολιτική αυτή,και ιδιαίτερα με την επίδραση της νομισματικής υποτίμησης στην οικονομική δραστηριότητα.

Χωρίς αμφιβολία η νομισματική υποτίμηση δεν αποτελεί σπάνιο φαινόμενο στην οικονομική ιστορία. Συνήθως αυτή συνδέεται με τα δημοσιονομικά προβλήματα τα οποία προκαλούν πληθωριστικές πιέσεις η ακόμα και με την προσπάθεια ενίσχυσης του εξαγωγικού εμπορίου και γενικότερα των ενεργητικών στοιχείων του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών,το οποίο αποτελεί την πιο σημαντική συνιστώσα του ισοζυγίου πληρωμών. Άλλωστε η νομισματική υποτίμηση έχει γίνει βασικό ζήτημα της μακροοικονομικής πολίτικης στις λιγότερο αναπτυγμένες χώρες και όχι μόνο.

Η θετική επίδραση της νομισματικής υποτίμησης επί της οικονομικής δραστηριότητας (κάτω βέβαια υπό ορισμένες προϋποθέσεις που αναλύονται διεξοδικότερα παρακάτω),και η εκπορεύουσα αυτής αύξηση της πλήρους απασχόλησης των παραγωγικών συντελεστών δεν προβάλλεται όσο θα έπρεπε,δεδομένου η όλη προσοχή στρέφεται στην ισοσκέλιση του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών,που ούτως η άλλως συνεπάγεται και την ενίσχυση της οικονομικής δραστηριότητας.Και αυτό γιατί η μείωση της συναλλαγματικής ισοτιμίας θα έχει θετικό αντίκτυπο στο εμπορικό έλλειμμα της χώρας καθώς συνιστά τις εισαγωγές ακριβότερες για τους εγχώριους καταναλωτές,και τις εξαγωγές φθηνότερες για τους αλλοδαπούς.Μια τέτοια πολιτική θα ενθάρρυνε τους εγχώριους καταναλωτές,να καταναλώνουν εναλλακτικά,αγαθά εγχώριας παραγωγής.Το πιο σημαντικό είναι ότι η υποτίμηση της συναλλαγματικής ισοτιμίας,θα βελτίωνε την εξαγωγική ανταγωνιστικότητα της χώρας,καθώς η υποτιμημένη συναλλαγματική ισοτιμία,θα μείωνε το κόστος των αγαθών που εξήχθησαν από την χώρα προς τον υπόλοιπο κόσμο. Η συνδυασμένη επίδραση της υποτίμησης της συναλλαγματικής ισοτιμίας στις εισαγωγές και τις εξαγωγές,θα ενίσχυε την εγχώρια ζήτηση για τα εγχώρια προϊόντα και την εξωτερική ζήτηση για τις εξαγωγές,συμβάλλοντας έτσι ευνοϊκά στην βελτίωση των εξαγωγών,της απασχόλησης και της οικονομικής ανάπτυξης της χώρας.

Έχοντας υπ' όψιν ότι η επίτευξη και η διατήρηση της πλήρους απασχόλησης των συντελεστών παραγωγής,θεωρείται ένα από τα βασικότερα αντικείμενα της οικονομικής πολίτικης,δεδομένου της βελτίωσης που συνεπάγεται στο βιωτικό επίπεδο,θα πρέπει να εξετασθεί και να αναδειχθεί συνάμα,ποια επίδραση ασκεί η νομισματική υποτίμηση στην οικονομική δραστηριότητα,προκειμένου να αντιμετωπισθεί η απορρέουσα από αυτήν καταστροφολογία. Κατά συνέπεια λοιπόν,θα πρέπει να εξετασθούν και να αναλυθούν ορισμένα ζητήματα όπως:

*Σε τι συνίσταται η νομισματική υποτίμηση,πως ενεργείται και κυρίως το τι επιδιώκει.

*Ποια είναι τα αποτελέσματα της σε σχέση με τον επιδιωκόμενο σκοπό.

*Ποιες είναι οι προϋποθέσεις για την επιτυχή κατάληξη της νομισματικής υποτίμησης ως προς την επίτευξη του στόχου της ενίσχυσης της οικονομικής δραστηριότητας και,

*Ποια αποτελέσματα είχαν οι μέχρι σήμερα νομισματικές υποτιμήσεις στον τομέα της οικονομίας.

Είναι γνωστό ότι η υποτίμηση συνίσταται στην μείωση της εξωτερικής άξιας, δηλ. της αξίας της νομισματικής μονάδας έναντι του συναλλάγματος (συναλλαγματική άξια),και στην μείωση της εσωτερικής αξίας δηλ. της άξιας της νομισματικής μονάδας έναντι των εμπορευμάτων δηλαδή η αγοραστική δύναμη. Είναι επίσης γνωστό,ότι οι υπάρχουσες θεωρίες,όπως για παράδειγμα η θεωρία των κυκλικών διακυμάνσεων,ερμηνεύουν τις αυξομειώσεις της εσωτερικής αξίας του νομίσματος,τις οποίες κυρίως αποδίδουν στις αυξομειώσεις της πιστωτικής κυκλοφορίας αλλά και στην δημοσιονομική κατάσταση. Αρκετοί είναι εκείνοι που διακρίνουν την νομισματική υποτίμηση,ανάλογα με το εκάστοτε χρησιμοποιούμενο μέσο και ανάλογα με το αν οφείλεται σε δημοσιονομικά αίτια η όχι. Αυτές βασίζονται κυρίως στον βαθμό και στον ρυθμό που λαμβάνει χώρα μια νομισματική υποτίμηση, δηλ. αν ο βαθμός είναι υπερβολικά μεγάλος και ο ρυθμούς υπερβολικά γρήγορος,τότε το νόμισμα κινδυνεύει να στερηθεί της ικανότητας του να χρησιμεύσει σαν μέσο από θησαυρισμού,ως μέτρο αξίας αλλά και ως μέσο πληρωμής,γιατί τότε θα πρόκειται περί ύπαρξης του αποκαλούμενου νομισματικού χάους (Mur-ray N.Rothbard),το οποίο όχι μόνο δυσχεραίνει την οικονομική ανάκαμψη αλλά μπορεί  να παραλύσει και την οικονομική δραστηριότητα.

Κατά συνέπεια πρέπει να εξετασθεί και να αναδειχθεί η μεθοδικότητα εφαρμογής της νομισματικής υποτίμησης προκειμένου να αποφευχθούν πιθανές ανεξέλεγκτες διαστάσεις που θα έχουν σαν συνέπεια την πρόκληση νομισματικού χάους,καθώς και η επίδραση αυτής επί της οικονομικής δραστηριότητας, ανεξάρτητα από τους παράγοντες που την προκάλεσαν.

Θα πρέπει αρχικά να διευκρινισθεί ότι η μείωση της εξωτερικής αξίας του νομίσματος,δεν επέρχεται μόνο όταν μεταβάλλεται η τιμή του σε σχέση με τα αλλοδαπά νομίσματα (ανάμεσα τους φυσικά και το ευρώ),αλλά και όταν περιορίζεται με οποιονδήποτε τρόπο,η δυνατότητα χρησιμοποίησης του νομίσματός είτε σε ορισμένες είτε σε όλες τις δοσοληψίες που έχει η χώρα με το εξωτερικό,όπως συμβαίνει συνήθως μέσω της εφαρμογής άμεσων κυβερνητικών μέτρων στην σφαίρα των διεθνών οικονομικών σχέσεων. Αυτό έχει κατά κανόνα σαν συνέπεια την δημιουργία διαφόρων εξωτερικών αξιών ενός και του αυτού νομίσματος (Δ.Δελιβανης).

Από την άλλη πλευρά, μείωση της εσωτερικής αξίας του νομίσματος επέρχεται χωρίς την ανάγκη να επέλθει και μείωση της εξωτερικής αξίας του νομίσματος όταν αυξάνουν οι τιμές όλων των αγαθών και υπηρεσιών καθώς και όλες οι αμοιβές των συντελεστών της παραγωγής. Βέβαια για να γίνει λόγος περί μείωσης της εσωτερικής αξίας του νομίσματος,δεν χρειάζεται η αύξηση των παραπάνω παραγόντων να είναι της ίδιας έντασης. πχ.σε περιόδους που υπάρχει μεγάλη ζήτηση η οποία δεν μπορεί να καλυφθεί μέσω της υπάρχουσας προσφοράς,τότε παρατηρείται μείωση της εσωτερικής αξίας του νομίσματος,χωρίς να μεταβάλλεται η εξωτερική του αξία. Από την άλλη πλευρά,σε περιόδους οικονομικής ύφεσης,μπορεί να μειωθεί η εξωτερική αξία του νομίσματος,χωρίς να μεταβληθεί η εσωτερική του αξία (Δ.Δελιβανης).Αναμφίβολα η μείωση της εσωτερικής αξίας του νομίσματος, συνεπάγεται και την μείωση της αγοραστικής του δύναμης μια και η εσωτερική αξία του νομίσματος είναι το αντίστοιχο του γενικού επίπεδου των τιμών. Μάλιστα κατά την έκφραση του Cassel,η  εσωτερική άξια του νομίσματος είναι η αμοιβαία αξία του γενικού επιπέδου των τιμών. Σε τελική ανάλυση οι συνέπειες της μείωσης της εσωτερικής αξίας του νομίσματος, εντείνουν η και εξασθενούν την αναπτυσσόμενη οικονομική δραστηριότητα.

H νομισματική υποτίμηση,είτε αυτή αφορά την εξωτερική άξια του νομίσματος,είτε αφορά την εσωτερική του αξία,θα πρέπει να γίνεται κατόπιν προδιαγεγραμμένου σχεδίου,με το Κράτος να αναλαμβάνει την σχετική πρωτοβουλία. Το Κράτος είναι εκείνο που πρέπει να καθορίζει η να προσπαθεί να καθορίζει εκ των προτέρων, την έκταση της νομισματικής υποτίμησης, ανάλογα με τους σκοπούς που επιδιώκει. Ανάλογα με το πόσο επιτυχημένη είναι η κατάστρωση του προγράμματος και της ικανότητας της κρατικής μηχανής να το επιβάλει, εξαρτάται και ο βαθμός επιτυχίας αυτού του προγράμματος. Πέραν των παραπάνω, το σχέδιο της νομισματικής υποτίμησης,δεν θα πρέπει να παρουσιάζει  προβλήματα κατά την εφαρμογή του,διότι διαφορετικά ενδεχομένως να καταστεί είτε περιττό είτε ακόμα και ζημιογόνο για τον σκοπό που υπηρετεί.

Η νομισματική υποτίμηση γίνεται είτε δια της μείωσης της εξωτερικής άξιας του νομίσματος,είτε δια της αύξησης των τιμών των προσφερόμενων υπό του Κράτους αγαθών και υπηρεσιών,είτε και δια της αύξησης των αμοιβών των συντελεστών της παραγωγής και της αύξησης των φόρων,βάσει γενικόν κρατικών μέτρων. Η νομισματική υποτίμηση δια της αγοράς,εκδηλώνεται μέσω της αύξησης των τιμών των ξένων νομισμάτων και των αγαθών καθώς και των συντελεστών παραγωγής.

Η έκταση της νομισματικής υποτίμησης,εξαρτάται από τον εκάστοτε επιδιωκόμενο σκοπό και από τις εκάστοτε επικρατούσες οικονομικές συνθήκες. Κατά συνέπεια για να είναι αποτελεσματική η νομισματική υποτίμηση, πρέπει αυτή να είναι μεγαλύτερης έκτασης σε περιόδους πτώσης των τιμών και μικρότερης σε περιόδους ανόδου των τιμών (Δ.Δε λιβανης).

Οι σκοποί για τους οποίους γίνεται μια νομισματική υποτίμηση είναι βασικά δυο:Η ενίσχυση της οικονομικής δραστηριότητας και η βελτίωση του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών. Από πλευράς του πρώτου σκοπού, μπορούν να διακριθούν οι παρακάτω ειδικότεροι σκοποί:

α).Η μείωση του βάρους των ανειλημμένων υποχρεώσεων.

β).Η εξίσωση των τιμών και των δαπανών παραγωγής. Δηλ. η ζητούμενη ποσότητα να είναι ίση με την προσφερόμενη ποσότητα αγαθόν.

γ).Η αύξηση της ζήτησης είτε για την κάλυψη των τρεχουσών αναγκών είτε για την δημιουργία αποθεμάτων και,

δ).Η αποφυγή πτώσης των τιμών.

Από πλευράς του δευτέρου σκοπού,μπορούν να διακριθούν οι παρακάτω ειδικότεροι σκοποί:

1).Η αντικατάσταση των αλλοδαπών αγαθών και υπηρεσιών δια ημεδαπών τόσο στην ημεδαπή όσο και στην αλλοδαπή.

2).Η εξίσωση της εσωτερικής και της εξωτερικής άξιας του νομίσματος ιδιαίτερα όταν η δεύτερη είναι μεγαλύτερη.

3).Η μη μετάδοση στο εσωτερικό της ύφεσης που επικρατεί στο εξωτερικό.

4).Η αποφυγή της μείωσης του ονομαστικού εισοδήματος.

Η ένταση της οικονομικής δραστηριότητας,δεν εξαρτάται φυσικά μόνο από το νόμισμα αλλά και από πολλούς άλλους παράγοντες. Το νόμισμα επηρεάζει την οικονομική δραστηριοτητα από την στιγμή που αυτό αποτελεί την αγοραστική δύναμη των υποκείμενων παραγόντων και δεδομένου ότι αυτό εκδίδεται από την Κεντρική Τράπεζα και χρησιμοποιείται και από τις άλλες τράπεζες,ο ρυθμός χορήγησης πιστώσεων εκ μέρους της Κεντρικής Τράπεζας, μπορεί να επηρεασθεί από την νομισματική υποτίμηση,ανοδικά αν η νομισματική υποτίμηση δεν θεωρηθεί σαν κάτι το κακό που θα πρέπει να περιορισθεί. Αν όμως θεωρηθεί ότι η νομισματική υποτίμηση θα πρέπει να αποφευχθεί, τότε θα πρέπει να περιοριστούν οι χορηγούμενες από την Κεντρική Τράπεζα πιστώσεις με την ελπίδα δημιουργίας αντιπληθωριστικών πιέσεων, μείωσης της ζήτησης και κατά συνέπεια πτώση των τιμών. Παράλληλα θα πρέπει να σημειωθεί ότι τα οικονομικά υποκείμενα με πολύ μεγάλη προθυμία θα λάβουν πιστώσεις από την Κεντρική Τράπεζα αλλά και από οποιονδήποτε άλλον που μπορεί να δανείσει, όταν παρατηρείται νομισματική υποτίμηση,διότι έτσι θα μπορούν να εξοφλούν τις οφειλές τους σε νομισματικές μονάδες με μικρότερη εσωτερική και εξωτερική αξία από  εκείνη που είχαν κατά την σύναψη των δανείων τους.Η προσπάθεια της Κεντρικής Τράπεζας να περιορίσει τις χορηγούμενης υπό αυτής πιστώσεις,θα εκδηλωθεί όταν η νομισματική υποτίμηση επήλθε λόγω δυσαναλογίας εισοδημάτων σε νομισματικές μονάδες και διαθέσιμων αγαθών,μόνο για την διευκόλυνση του δημοσίου ταμείου και όχι όταν επιδιώκει την ένταση της οικονομικής δραστηριότητας. Γιατί στην περίπτωση αυτή,η νομισματική υποτίμηση κατά κανόνα, διευκολύνει την χορήγηση μεγαλύτερης κλίμακας πιστώσεων και την χρησιμοποίηση τους είτε για καταναλωτικούς είτε για παραγωγικούς σκοπούς. Είναι φυσικό η χρησιμοποίηση της πρόσθετης αυτής αγοραστικής δύναμης,να ενισχύει την οικονομική δραστηριοτητα καθ’ όσον καθίσταται δυνατή η αύξηση της ζήτησης για τα πάσης φύσης αγαθά.

Η μείωση του βάρους των ανειλημμένων υποχρεώσεων συνεπεία της νομισματικής υποτίμησης,έχει σαν αποτέλεσμα την μείωση της δαπάνης παράγωγης των αγαθών εκείνων που παράγονται σε εγκαταστάσεις για την δημιουργία των οποίων ελήφθησαν δάνεια. Κατ’ αυτό τον τρόπο καθίσταται δυνατή η προσφορά των αγαθών στις ίδιες πρότερες τιμές πάρα την μείωση της εσωτερικής αξίας του νομισματος, σαν συνέπεια της νομισματικής υποτίμησης. Επιπλέον η ζήτηση αυτών των αγαθών ενισχύεται ακόμη περισσότερο αν είναι ελαστική. Επιπλέον δημιουργούνται για τους παραγωγούς, πρόσθετα κέρδη λόγω της μείωσης των δαπανών. Η ελάφρυνση των ανειλημμένων υποχρεώσεων σε συνδυασμό με τα αυξημένα κέρδη,καθιστούν τον επιχειρηματικό κόσμο θετικό ως προς την επέκταση και τελειοποίηση των εγκαταστάσεων παραγωγής με ανάλογη αύξηση της ζήτησης των απαιτούμενων αγαθών. Ανειλημμένες βέβαια υποχρεώσεις δεν υπάρχουν μόνο απέναντι αυτών που χρηματοδοτούν τις επιχειρήσεις,άλλα και απέναντι του προσωπικού τους καθώς και απέναντι των φορολογουσών άρχων. Όλες αυτές οι πάγιες παροχές, επηρεάζονται από την νομισματική υποτίμηση είτε πολύ αργά είτε και καθόλου, χάρη της οποίας οι τιμές των αγαθών είτε αυξάνονται είτε παραμένουν σταθερές. Έτσι η οικονομική δραστηριοτητα ενισχύεται και η ζήτηση των αγαθών που παράγουν αυξάνεται με συνέπεια να προβαίνουν σε συγχρονισμό η σε επέκταση των εγκαταστάσεων τους σε αύξηση των αποθεμάτων και της παραγωγής τους. Επίσης αυξάνουν οι απολαβές όσον ήδη εργάζονται άλλα και οι μη απασχολούμενοι βρίσκουν απασχόληση με συνέπεια την μείωση της ανεργίας. Όμως θα πρέπει να επισημανθεί ότι η αύξηση των τιμών συνεπεία νομισματικής υποτίμησης,μπορεί να καταστεί απειλητική εφ' όσον επιτευχθεί η πλήρη απασχόληση των συντελεστών παραγωγής σε δοσμένο κλάδο της οικονομίας,διότι τότε δύσκολα θα μπορεί να συγκρατηθεί.

Σε μια οικονομία η οποία δεν είναι απομονωμένη από τον έξω κόσμο,η επίδραση της νομισματικής υποτίμησης στην οικονομική δραστηριότητα μπορεί να επηρεασθεί θετικά η αρνητικά από τα συμβαίνοντα στον έξω κόσμο, εκτός και αν εφαρμοσθούν άμεσα και αποτελεσματικά κυβερνητικά μέτρα στην σφαίρα των σχέσεων με το εξωτερικό. Σε τελική  ανάλυση το αν η επίδραση της νομισματικής υποτίμησης, είναι συστολική η επεκτατική στην οικονομική δραστηριοτητα, εξαρτάται και από την δομή της οικονομίας.

Σε μια τέτοια οικονομία,η νομισματική υποτίμηση δεν επιδιώκει μόνο την ενίσχυση της οικονομικής δραστηριότητας αλλά και την βελτίωση του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών,και ενδεχομένως ανεξάρτητα από την επίδραση της νομισματικής υποτίμησης στην εν γένει οικονομική δραστηριότητα. Η βελτίωση του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών είναι επιβεβλημένη δεδομένου ότι διεθνείς οικονομικές σχέσεις παίζουν σημαντικό ρόλο στην επίδραση του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, ιδίως στην εξουδετέρωση των δυσμενών επιδράσεων του ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών. Άλλωστε είναι γνωστό ότι οι εθνικές οικονομίες συνδέονται μεταξύ τους μέσω του διεθνούς εμπορίου και των διεθνών κινήσεων κεφαλαίων και των εθνικών νομισμάτων.

Η βελτίωση του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών επιτυγχάνεται όταν από την μια πλευρά αυξάνονται οι απαιτήσεις έναντι της αλλοδαπής και από την άλλη μειώνονται οι αντίστοιχες υποχρεώσεις. Όταν η βελτίωση του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών επιδιώκεται δια της νομισματικής υποτίμησης αυτή γίνεται μέσω του μηχανισμού των τιμών. Η νομισματική υποτίμηση καθιστά τα αλλοδαπά αγαθά ακριβότερα σε σχέση με τα ημεδαπά. Η μεταβολή αυτή της σχέσης των τιμών αλλοδαπών και ημεδαπών αγαθών,έχει ως αποτέλεσμα την προτίμηση των ημεδαπών αγαθών και κατά συνέπεια την αύξηση της παραγωγής αυτών.

Η νομισματική υποτίμηση έχει περαιτέρω σαν αντικείμενο την εξίσωση της εσωτερικής και της εξωτερικής αξίας του νομισματος η ακόμα την προσπάθεια καθιέρωσης για όσο το δυνατό μακρότερο χρονικό διάστημα,της εξωτερικής αξίας του νομισματος μικρότερη της εσωτερικής. Και στις δυο αυτές περιπτώσεις επιτυγχάνεται ενίσχυση της οικονομικής δραστηριότητας και βελτίωση του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών,και αυτό γιατί τα αγαθά που παράγονται στο κράτος το οποίο έχει προβεί σε υποτίμηση του νομισματος του, είναι φθηνότερα των παραγόμενων στο εξωτερικό.

Η νομισματική υποτίμηση έχει τέλος σαν αντικειμενικό σκοπό,την αποφυγή της μετάδοσης στο εσωτερικό της τυχόν ύφεσης που επικρατεί στο εξωτερικό και της μείωσης του ονομαστικού εισοδήματος των συντελεστών της παραγωγής. Η νομισματική υποτίμηση καθιστά περιττή τη μείωση των αμοιβών των συντελεστών της παραγωγής μέσω της εφαρμογής αντιπληθωριστικής πολίτικης, την δημιουργία η την αύξηση των ανέργων και την μείωση της οικονομικής δραστηριότητας λόγω της επικρατούσης στην αλλοδαπή οικονομικής ύφεσης. Αντίθετα η νομισματική υποτίμηση έχει σαν αποτέλεσμα,προκαλεί την αναζωογόνηση τουλάχιστον εκείνων των κλάδων της οικονομίας,των οποίων τα προϊόντα διατίθενται στην εσωτερική αγορά,λόγω της μη εφαρμογής της αντιπληθωριστκής πολιτικής.

Θα πρέπει όμως να επισημανθεί ότι η νομισματική υποτίμηση για να έχει ευεργετικές επιδράσεις στην οικονομική δραστηριοτητα,δεν θα πρέπει να ισχύσει για μεγάλο διάστημα,λόγω του ότι μπορούν να εμφανισθούν γεγονότα τα οποία μπορούν να εξουδετερώσουν τις θετικές επιδράσεις της επί της οικονομικής δραστηριότητας,διότι ενδεχομένως το κράτος του οποίου έχει υποτιμηθεί το νόμισμα,να προκαλέσει την επιβολή αντίμετρων από άλλα κράτη. Ιδιαίτερα τονίζεται ότι η επικείμενη ύψωση των τιμών στο εσωτερικό του κράτους που έχει επιβάλει την νομισματική υποτίμηση άλλα και η δυσκολία που ενέχει η διατήρηση της εσωτερικής αξίας του νομισματος μεγαλύτερης της εξωτερικής. Πέραν των παραπάνω η επί μακρό χρονικό διάστημα διατήρησης της νομισματικής υποτίμησης,δημιουργεί δυσπιστία τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό. Επίσης μεταξύ των συνεπειών της διατήρησης επί μακρό χρονικό διάστημα της νομισματικής υποτίμησης είναι ότι αυτή αποθαρρύνει την αποταμίευση,λόγω της αύξησης των τιμών των αγαθών και των υπηρεσιών. Η αποθάρρυνση της αποταμίευσης έχει σαν αποτέλεσμα την μείωση των μακροχρόνιων πιστώσεων, οι οποίες συνήθως εν αντιθέσει προς τις βραχυχρόνιες πιστώσεις,καλύπτονται από την αποταμίευση.Η σημασία των μακροπρόθεσμων πιστώσεων για την ανάπτυξη της οικονομικής δραστηριότητας είναι εμφανής διότι επηρεάζει πολύ όλους σχεδόν τους κλάδους της οικονομίας και γι' αυτό τον λόγο καταβάλλεται κάθε προσπάθεια τόνωσης της σε περιόδους οικονομικής ύφεσης. Επισης η σημασία της αποταμίευσης είναι εμφανής διότι χωρίς αυτήν δυσχεραίνεται η χορήγηση μακροπρόθεσμων πιστώσεων με αποτέλεσμα την αδυναμία εφαρμογής πολυετών σχεδίων ανάπτυξης και εκσυγχρονισμού των εγκαταστάσεων παράγωγης και μεταφοράς με εμφανή την ύπαρξη κινδύνου συνέχισης της λειτουργίας τους λόγω της αρνητικής επίδρασης τόσο επί της δαπάνης  παράγωγης όσο και επί της απόδοσης.

Επισης η νομισματική υποτίμηση,ενδεχομένως να προκαλέσει δυσπιστία ως προς το νόμισμα,την φυγή κεφαλαίων στο εξωτερικό,όχι μόνο λόγω του ότι η εκεί τοποθέτησης κεφαλαίων θα αποδώσει περισσότερα αλλά και διότι κατά αυτόν τον τρόπο θα αποφευχθεί η ζημιά που θα προκληθεί εξ' αιτίας της εις στο εσωτερικό εφαρμοζόμενης νομισματικής υποτίμησης. Η φυγή κεφαλαίων στο εξωτερικό δυσχεραίνει την χορήγηση πιστώσεων,αυξάνει τον τόκο,μειώνεται η ζήτηση καθώς και οι τιμές. Όλα αυτά μπορούν να εξουδετερωθούν δια της πολιτικής της ανοικτής αγοράς (η πολίτικη της ανοικτής αγοράς είναι ο σημαντικότερος τρόπος με τον οποίο η κεντρική τράπεζα επηρεάζει την προσφορά χρήματος) και δια της εφαρμογής άμεσων κυβερνητικών μέτρων στην σφαίρα των διεθνών οικονομικών σχέσεων. Πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι η φυγή κεφαλαίων επηρεάζει δυσμενώς όχι μόνο την οικονομική δραστηριοτητα αλλά και το ισοζύγιον τρεχουσών συναλλαγών. Συνεπώς κάθε μέτρο που μπορεί να αποτρέψει την φυγή κεφαλαίων προς το εξωτερικό αποτελεί χρήσιμο εργαλείο για την ενίσχυση της οικονομικής δραστηριότητας και για την διατήρηση ισοσκελισμένου ισοζυγίου πληρωμών. Το ανωτέρω αποτελεί σοβαρό επιχείρημα κατά της νομισματικής υποτίμησης. Υποστηρίζεται τέλος,ότι η νομισματική υποτίμηση μπορεί αντί να βελτιώσει το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών,να το χειροτερεύσει διότι όσοι προτίθενται να κάνουν παραγγελίες από το εξωτερικό η σε αγορές στο εσωτερικό,να το αναβάλουν με την προσμονή νεότερης υποτίμησης. Αυτό βέβαια ισχύει όπως επισημαίνουν πολλοί όχι για την εν ισχύει νομισματική υποτίμηση αλλά για την αναμενόμενη. Εκείνο πάντως που πρέπει να ειπωθεί ότι οι οποίες αρνητικές συνέπειες μιας νομισματικής υποτίμησης δεν είναι τόσο σημαντικές σε σύγκριση με τις αρνητικές επιπτώσεις της διατήρησης μιας υπερτιμημένης συναλλαγματικής ισοτιμίας στην οικονομία.

Έχοντας υπ' όψη τα ανωτέρω θα πρέπει να μελετηθούν και να εφαρμόσουν τρόποι από τους οποίους θα εξαρτηθεί η επιτυχία της νομισματικής υποτίμησης. Αυτό προϋποθέτει την εξεύρεση των προϋποθέσεων εξουδετέρωσης των δυσάρεστων αποτελεσμάτων της νομισματικής υποτίμησης.

Οι προϋποθέσεις της επιτυχίας της νομισματικής υποτίμησης δηλ. στην διατήρηση επί μακρόν των υπό αυτής αρχικά επιτευχθέντων αποτελεσμάτων,ανάγονται στην διάρθρωση της οικονομίας,στην έκταση της νομισματικής υποτίμησης,στην σταθερότητα της εσωτερικής και της εξωτερικής αξίας του νομίσματος,και στην διατήρηση της εμπιστοσύνης των συναλλασσόμενων.

Η νομισματική υποτίμηση συντελεί περισσότερο στην ενίσχυση της οικονομικής δραστηριότητας σε μια οικονομία με σημαντικό βαθμό αυτάρκειας. Επίσης η νομισματική υποτίμηση μπορεί να ενισχύσει την οικονομική δραστηριοτητα,αν υπάρχει ελαστικότητα προσφοράς των αγαθόν που εισάγονται από το εξωτερικό και αυτών που εξάγονται. Χωρίς την δυνατότητα αύξησης της παραγωγής και συνεπώς της προσφοράς δεν μπορεί να ενισχυθεί η οικονομική δραστηριοτητα και κατά συνέπεια η νομισματική υποτίμηση θα έχει πολύ λίγη σημασία.

Για να είναι η νομισματική υποτίμηση αποτελεσματική για την ενίσχυση της οικονομικής δραστηριότητας πρέπει να εφαρμοσθούν στο εσωτερικό όλα εκείνα τα απαιτούμενα μέτρα και επιπλέον να αποφευχθούν οι συνέπειες των τυχόν εφαρμοσθησομένων εν είδει αντιποίνων στο εξω-τερικό,κυρίως ποσοστώσεων,αυξημένων δασμών και νομισματικής υποτίμησης.

Η ευνοϊκή επίδραση της νομισματικής υποτίμησης στην οικονομική δραστηριοτητα,ενισχύεται αν η εσωτερική και η εξωτερική άξια του υποτιμηθέντος νομίσματος διατηρηθεί σταθερή στα νέα επίπεδα αυτών και αν οι συναλλασσόμενοι έχουν πεισθεί για αυτό. Έτσι αποφεύγεται η δυσπιστία ως προς το νόμισμα και όλων των συνεπειών που εκπορεύονται από αυτήν.

Σημασία τέλος, έχει η έκταση της νομισματικής υποτίμησης όσον αφορά την διάρκεια της διατήρησης των αποτελεσμάτων της και ιδίως ως προς την εξασφάλιση της διαφοράς μεταξύ της εσωτερικής και της εξωτερικής άξιας του νομίσματος. Αν αυτή καταστεί μικρή αυτή η διαφορά τότε αυτή μπορεί να διατηρηθεί σε μια σχετικά αυτάρκη οικονομία.

Η νομισματική υποτίμηση συχνά επικρίνεται ως μια πληθωριστική νομισματική πολίτικη,λόγω του ότι αυξάνει την εγχώρια τιμή των εισαγωγών. Ωστόσο η υποκείμενη αιτία του πληθωρισμοί δεν είναι η υποτίμηση αλλά η υπερβολική δημιουργία χρημάτων.

Συνοψίζοντας τα παραπάνω η επίδραση της νομισματικής υποτίμησης εξαρτάται από:

1.Ελαστικότητα της ζήτησης για εισαγωγές και εξαγωγές. Εάν η ζήτηση είναι ανελαστική ως προς τις τιμές,τότε η πτώση της τιμής των εξαγωγών θα οδηγήσει σε μικρή μόνο αύξηση της ποσότητας και το αντίθετο. Ο αντίκτυπος της υποτίμησης ενδέχεται να απαιτήσει χρόνο για να επηρεάσει την οικονομική δραστηριότητα. Βραχυπρόθεσμα,η ζήτηση μπορεί να είναι ανελαστική, αλλά με την πάροδο του χρόνου η ζήτηση μπορεί να γίνει πιο ελαστική και να έχει μεγαλύτερο αποτέλεσμα στην οικονομική δραστηριότητα. Δηλαδή όσο πιο ελαστική είναι η ζήτηση για εισαγωγές και εξαγωγές, τόσο μεγαλύτερη θα είναι η επίδραση της υποτίμησης στο εμπορικού έλλειμμα της χώρας και κατά συνέπεια στο ισοζύγιο πληρωμών. Η βελτίωση του εμπορικού ισοζυγίου θα προκαλέσει αύξηση νέων εισροών ξένου συναλλάγματος, που με την σειρά του μπορεί να συμβάλει στην ενίσχυση του ισοζυγίου πληρωμών συνολικά.

2. Κατάσταση της παγκόσμιας οικονομίας. Αν η παγκόσμια οικονομία βρίσκεται σε ύφεση,τότε η υποτίμηση μπορεί να είναι ανεπαρκής για την αύξηση της ζήτησης των εξαγωγών. Εαν όμως η ανάπτυξη είναι ισχυρή,τότε θα υπάρξει μεγαλύτερη αύξηση της ζήτησης. Ωστόσο σε μια έκρηξη της ζήτησης μια νομισματική υποτίμηση μπορεί να επιδείνωση τον πληθωρισμό (πληθωριστική νομισματική πολιτική),λόγω της αύξησης της εγχώριας τιμής των εισαγωγών. Επίσης σε περίπτωση επιδείνωσης του πληθωρισμού, η κυβέρνηση μπορεί να χρειαστεί να αύξησε τα επιτόκια για τον έλεγχο του πληθωρισμοί,με πιθανή συνέπεια την επιβράδυνση της οικονομικής ανάπτυξης.

3. Πληθωρισμός. Η επίδραση επί του πληθωρισμοί θα εξαρτηθεί από  άλλους παράγοντες,όπως η κατάσταση στην οποία βρίσκεται η οικονομία π.χ.σε μια ύφεση,μια υποτίμηση είναι πολύ δύσκολο να προκαλέσει πληθωριστικές πιέσεις. Ωστόσο,η υποκείμενη αιτία του πληθωρισμού δεν είναι η υποτίμηση,αλλά η υπερβολική δημιουργία χρημάτων.

4. Εξαρτάται από το για ποιους λόγους το νόμισμα υποτιμάται. Εαν οφείλεται σε απώλεια της ανταγωνιστικότητας, τότε η νομισματική υποτίμηση μπορεί να συμβάλει στην αποκατάσταση της ανταγωνιστικότητας και της ενίσχυσης της οικονομικής δραστηριότητας.

Σχηματική Απεικόνιση της Επίδρασης της Νομισματικής Υποτίμησης στην Οικονομική Δραστηριότητα.

Πιο ακριβες οι Εισαγωγες - Πιο φθηνες Εξαγωγες

Μικρότερη Ποσότητα Εισαγωγών - Μεγαλύτερη Ποσότητα Εξαγωγών  Βελτίωση Ισοζυγίου Τρεχουσών Συν/γων

Υψηλότερος Πληθωρισμός - Αύξηση της Συνολικής Ζήτησης, Ενίσχυση της Οικονομικής Δραστηριότητας.

Η οικονομική δραστηριοτητα οδηγεί στην οικονομική ανάπτυξη της οποίας ο βασικός τύπος για το ΑΕΠ είναι:C+I+G+(X-M).Όπου C=Κατανάλωση η καταναλωτικές δαπάνες,το μεγαλύτερο συστατικό στοιχείο της οικονομίας,Ι=Επενδύσεις κεφαλαίου από επιχειρήσεις και νοικοκυριά, G=Δημόσιες δαπάνες (Χ-Μ)=Εξαγωγές μείον τις εισαγωγές η τις καθαρές εξαγωγές.
                                                                                                                                                     
Αν κρίνει κανείς από την ανάλυση των αποτελεσμάτων της νομισματικής υποτίμησης στα διάφορα κράτη κατά την περίοδο 1931-1939,όταν όλα ανεξαιρέτως τα νομίσματα υπέστησαν μείωση της εξωτερικής τους αξίας,καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η επίδραση της νομισματικής υποτίμησης κατά κανόνα υπήρξε σημαντική και ευνοϊκή. Επίσης η ελληνική οικονομία κατά την μετά το 1953 περίοδο,πέτυχε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης μέσα στο πλαίσιο της μακροοικονομικής σταθερότητας. Η υποτίμηση του εθνικού μας νομίσματος το 1953 συνιστά χωρίς αμφιβολία ένα σημαντικό κεφάλαιο στην οικονομική ιστορία της χώρας μας.

Επιπλέον η νομισματική υποτίμηση επηρεάζει ευνοϊκά την οικονομική δραστηριοτητα η οποία αναπτύσσεται στο εσωτερικό της χώρας διότι την προφυλάσσει από την επικρατούσα στο εξωτερικό τυχόν ύφεση. Εννοείται όμως ότι η νομισματική υποτίμηση από μόνη της δεν αρκεί για την ενίσχυση της οικονομικής δραστηριοτητας η για την βελτίωση του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών.
Απαιτούνται όλες εκείνες οι προϋποθέσεις που αναφέρθηκαν παραπάνω και ιδιαίτερα η εμπιστοσύνη των συναλλασσόμενων προς στο νέο νόμισμα. Ο ψυχολογικός παράγοντας είναι ιδιαίτερα σημαντικός διότι η φερεγγυότητα της χώρας μπορ ει να τεθεί σε κίνδυνο.

Πηγή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου