Πέμπτη 31 Οκτωβρίου 2019

Η Fed ακολουθεί τα βήματα του Αλαν Γκρίνσπαν


30/10/2019

Στα μέσα της δεκαετίας του 1990, της θεωρούμενης χρυσής δεκαετίας για την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (Fed), οι αξιωματούχοι της δύο φορές περιέκοψαν σε μικρές δόσεις τα επιτόκια. Και με την κίνησή τους αυτή κατόρθωσαν να συνδράμουν την αμερικανική οικονομία στο να εξακολουθήσει να αναπτύσσεται, ανεξαρτήτως της επιβράδυνσης στις επενδύσεις και της ασθενέστερης ανάπτυξης στις άλλες χώρες του κόσμου. Ίσως και τώρα η τράπεζα να προσδοκά πως μία τρίτη παρέμβαση θα αποδειχθεί εξίσου επωφελής. Στη διήμερη συνεδρίασή τους, που ολοκληρώνεται σήμερα Τετάρτη, οι αξιωματούχοι της Fed φαίνεται πως θα ενισχύσουν την οικονομία με επιπλέον μείωση, όπως είχε πράξει το 1995 και το 1998 ο τότε πρόεδρος της τράπεζας Αλαν Γκρίνσπαν. Ήταν περίοδος που χαρακτηρίστηκε από σταθερή ανάπτυξη, μειούμενη ανεργία και ελεγχόμενο πληθωρισμό.

Βέβαια, δεν υπάρχουν σαφείς δεσμεύσεις πως θα προχωρήσει η Fed σε ακόμα μία περικοπή του κόστους δανεισμού. Απλώς, εάν δεν συμβεί, ενδεχομένως να αναστατωθούν οι κεφαλαιαγορές, οι οποίες είναι πεπεισμένες πως επίκειται η μείωση – και αυτό συνήθως οδηγεί σε ακραίες διακυμάνσεις στην ομολογιακή αγορά και στο χρηματιστήριο. Εάν, όντως, υπάρξει μείωση, αυτή θα είναι η τρίτη του 2019 και θα οδηγήσει το διατραπεζικό επιτόκιο δανεισμού overnight στη ζώνη από 1,5% έως 1,75%. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του χρηματιστηρίου εμπορευμάτων του Σικάγου, υπάρχουν 94% πιθανότητες για περικοπή του κόστους δανεισμού σήμερα, αλλά είναι δύσκολο να προβλέψει κανείς εάν θα υπάρξει κάποια άλλη κίνηση τουλάχιστον για ένα χρόνο. Κι αυτό μπορεί να θεωρηθεί επιτυχία του προέδρου της Ομοσπονδιακής Τράπεζας Τζερόμ Πάουελ. Αρχής γενομένης από πέρυσι το φθινόπωρο, η Fed βρέθηκε αντιμέτωπη με ένα ολοένα και μεγαλύτερο χάσμα ανάμεσα σε ότι πίστευαν εκείνη τη στιγμή οι αξιωματούχοι για διαδοχικές αυξήσεις επιτοκίων και σε ό,τι προσδοκούσαν οι επενδυτές, που είχαν ενσωματώσει τις μειώσεις επιτοκίων στις προβλέψεις τους. Παράλληλα, γινόταν ορατή η επιβράδυνση της διεθνούς οικονομίας λόγω του κλιμακούμενου σινοαμερικανικού εμπορικού πολέμου.

Η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ βρισκόταν σε καθεστώς πίεσης από τον Αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ να μειώσει το κόστος δανεισμού. Ταυτόχρονα, διαπίστωνε πως τα στοιχεία έδειχναν εξασθένηση επενδύσεων και μεταποίησης, οπότε αποφάσισε στις αρχές του 2019 να αλλάξει γραμμή πλεύσης. Οι κεφαλαιαγορές αντέδρασαν με χαλάρωση των συνθηκών δανεισμού και χαμηλότερα επιτόκια σε δάνεια-σημεία αναφοράς, όπως είναι τα 30ετή στεγαστικά. Ορισμένα από τα συνεχιζόμενα προβλήματα, όπως ο εμπορικός πόλεμος των ΗΠΑ με την Κίνα και η προοπτική μη συντεταγμένης εξόδου της Βρετανίας από την Ε.Ε., έχουν κατά τι μετριαστεί. Αυτό συμβάλλει στο να μειωθεί το χάσμα ανάμεσα στην ίδια την Ομοσπονδιακή Τράπεζα και στις προσδοκίες των αγορών. Οι σημερινές συνθήκες έως ένα βαθμό μοιάζουν με εκείνες που είχε να διαχειριστεί η Fed πριν από σχεδόν 25 χρόνια.

Τον Ιούλιο του 1995, τα στελέχη της τράπεζας, όπως και σήμερα, διαπραγματεύονταν εάν πιο αργή από το προβλεπόμενο ανάπτυξη θα αποτρέψει τις επιχειρήσεις να κάνουν επενδύσεις, θα επηρεάσει και τις προσλήψεις και, τελικώς, και τις καταναλωτικές δαπάνες των νοικοκυριών. Ακριβώς όπως η αδύναμη ανάπτυξη της ευρωπαϊκής οικονομίας λογίζεται ως απειλή σήμερα για τις αμερικανικές επιχειρήσεις, έτσι και τότε οι ασθενικές προοπτικές του Καναδά και της Ιαπωνίας αποτελούσαν πηγή ανησυχίας – αυτά φαίνονται στα πρακτικά της συνεδρίασης της Fed όπου αποφασίστηκε η πρώτη από τις τρεις μειώσεις εντός έξι μηνών. Στη δεκαετία του 1990 έγιναν δύο γύροι μειώσεων με διαφορά σχεδόν δύο ετών ο ένας από τον άλλον, οι οποίοι συντελέστηκαν στο μέσον του οικονομικού κύκλου. Στον καθένα αποφασίστηκαν τρεις μειώσεις επιτοκίων κατά 0,25 της ποσοστιαίας μονάδας, ώστε η ανάκαμψη της οικονομίας να διατηρηθεί – αυτή διακόπηκε, όταν έσκασε η «φούσκα» των διαδικτυακών εταιρειών τον Μάρτιο του 2001.

Πηγή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου