Τετάρτη 19 Φεβρουαρίου 2020

Ελληνικά και ιταλικά ομόλογα έγιναν «bunds με αναβολικά»!


18/2/2020

Του Tommy Stubbington

Σε έναν κόσμο αρνητικών επιτοκίων, η Ελλάδα προσφέρει την προοπτική αποδόσεων. Η Ιταλία αντιπροσωπεύει περίπου το ήμισυ των κρατικών ομολόγων της ευρωζώνης, με απόδοση άνω του μηδενός.

Ιταλία και Ελλάδα βλέπουν τα ομόλογά τους να έχουν τρελή ζήτηση, εν μέσω της επιδημίας του κορωνοϊού, γεγονός που δείχνει τη μεταμόρφωσή τους από αγορές χρέους υψηλού κινδύνου σε απίθανα ασφαλή καταφύγια.

Τα κόστη δανεισμού και των δύο χωρών έχουν κάνει «βουτιά» από την αρχή του έτους, καθώς οι επενδυτές ψάχνουν για εναλλακτικές έναντι του γερμανικού χρέους, οι αποδόσεις του οποίου είναι βαθύτατα αρνητικές.

Τα ιταλικά και ελληνικά ομόλογα «διαπραγματεύονται σαν να είναι bunds που έχουν πάρει αναβολικά: είναι ασφαλή ομόλογα, αλλά με λίγο περισσότερη απόδοση», σχολίασε ο Antoine Bouvet, Senior rates strategist της ολλανδικής τράπεζας ING.

Η φρενίτιδα φάνηκε στη ζήτηση για νέο χρέος. Η Ιταλία συγκέντρωσε προσφορές που ξεπέρασαν τα 50 δις ευρώ, το μεγαλύτερο ποσό παραγγελιών που έχει καταγραφεί ποτέ στη χώρα, στη δημοπρασία ομολόγων 16 ετών ύψους 9 δις ευρώ, που πραγματοποίησε την περασμένη εβδομάδα. Το 15ετές ομόλογο της Ελλάδας -ο κρατικός τίτλος με την πιο μακροχρόνια ωρίμανση από τότε που ξέσπασε η κρίση- προσέλκυσε προσφορές 14 δισ. ευρώ στα τέλη Ιανουαρίου, ποσό ρεκόρ στο βιβλίο προσφορών.

Η κρίση χρέους της ευρωζώνης χώρισε την αγορά ομολόγων στον ασφαλή «πυρήνα» και την υψηλού κινδύνου «περιφέρεια», η οποία απαρτιζόταν από την Πορτογαλία, την Ισπανία, την Ιρλανδία, την Ιταλία και την Ελλάδα.

Η πρόσφατη συμπεριφορά των αγορών αυτών, που έκαναν ράλι παρότι η επιδημία του κορωνοϊού προκάλεσε ένα σύντομο sell-off μετοχών, υποδηλώνει πως ο διαχωρισμός αυτός έχει καταρρεύσει στο μυαλό ορισμένων επενδυτών. Οι αγοραστές στοιχηματίζουν τώρα πως η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η οποία αγοράζει ομόλογα ύψους 20 δις ευρώ κάθε μήνα και σκοπεύει να διατηρήσει τα επιτόκια χαμηλότερα του μηδέν για αρκετό καιρό,  τις προσέχει.


Ο Robert Tipp, επικεφαλής του τμήματος παγκόσμιων ομολόγων της εταιρείας διαχείρισης κεφαλαίων PGIM Fixed Income, δήλωσε πως αναμένει να υπάρξει κάποιου είδους επιστροφή στις συνθήκες που επικρατούσαν πριν την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, όταν οι αγορές ομολόγων σε όλη την ευρωζώνη κινούνταν γενικά συντονισμένα. Αν και οι αποδόσεις των ελληνικών 10ετών ομολόγων βρίσκονται σε ιστορικά χαμηλά και των ιταλικών κοντά σε ιστορικά χαμηλά, τα χρηματοδοτικά κόστη και των δύο χωρών βρίσκονταν πιο κοντά σε αυτά της Γερμανίας πριν το 2008.

«Δεν βλέπω γιατί να μην τα δούμε να συγκλίνουν και πάλι αυτή τη φορά», είπε. «Μας αρέσει να τα έχουμε όλα στην κατοχή μας».

Οι οικονομίες της Ελλάδας και της Ιταλίας βρίσκονται σε πολύ διαφορετικές καταστάσεις. Η πρώτη έχει αναδυθεί ως μια από τις ταχύτερα αναπτυσσόμενες της ευρωζώνης, καθώς προσπαθεί να βγει από τη μακρά ύφεση. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναμένει η Ελλάδα να εμφανίσει ρυθμό ανάπτυξης 2,4% φέτος, έναντι μόλις 1,4% που θα εμφανίσει συνολικά η ΕΕ.

Εν τω μεταξύ, μεγάλο μέρος του δανεισμού της χώρας, που εξακολουθεί να υπερβαίνει το 180% του ΑΕΠ, είναι υπό τη μορφή φθηνών διμερών δανείων, μετά από μια σειρά διασώσεων. Οι επενδυτές ομολόγων αγοράζουν ευχαρίστως, εν μέρει διότι η Αθήνα δεν βασίζεται σ’ αυτούς για να πληρώσει τους λογαριασμούς της.

Αντιθέτως, η ανάπτυξη στην Ιταλία προβλέπεται να διαμορφωθεί σε μόλις 0,3% το 2020, σύμφωνα με την Κομισιόν. Το χρέος της χώρας, που ξεπερνά το 130% του ΑΕΠ, οφείλεται κυρίως σε επενδυτές, καθιστώντας το τη μεγαλύτερη αγορά ομολόγων της Ευρώπης.

Αυτό που ενώνει τα ομόλογα των δύο χωρών είναι η επιπλέον απόδοσή τους, γνωστή ως spread, έναντι όχι μόνο της Γερμανίας αλλά και των άλλων χωρών της ευρωπεριφέρειας. Σε έναν κόσμο αρνητικών επιτοκίων, η Ελλάδα προσφέρει την προοπτική ενισχυμένων αποδόσεων για τους επενδυτές που δεν περιορίζονται από την πιστοληπτική αξιολόγηση της χώρας, η οποία είναι στην κατηγορία junk. Εν τω μεταξύ, η Ιταλία αντιπροσωπεύει περίπου το ήμισυ των κρατικών ομολόγων της ευρωζώνης, με απόδοση άνω του μηδενός.

Για τους fund managers που μετρούν τις επιδόσεις τους έναντι ενός ομολογιακού δείκτη, η αποφυγή του ιταλικού χρέους μπορεί γρήγορα να τους αφήσει να υστερούν έναντι του δείκτη αναφοράς.


«Υπάρχει μια ανεπάρκεια αποδόσεων στην Ευρώπη», σημείωσε ο Iain Stealey, διεθνής chief investment officer του τμήματος σταθερού εισοδήματος της JP Morgan Asset Management. «Ο κόσμος αναγκάζεται να ψάξει για οτιδήποτε έχει θετική απόδοση».

Για ορισμένους παρατηρητές, αυτή η αναζήτηση αποδόσεων είναι μια παρενέργεια της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ, που έχει κάνει τους επενδυτές «αναίσθητους» έναντι των κινδύνων που υποβόσκουν στις οικονομίες που έχουν υψηλό χρέος και εμφανίζουν πολιτική αστάθεια.

Ο πρόσφατος ενθουσιασμός για το ιταλικό χρέος, για παράδειγμα, προκλήθηκε τόσο από τα προβλήματα στο λαϊκιστικό κόμμα της Λέγκας στις περιφερειακές εκλογές στα τέλη Ιανουαρίου, όσο και από την ευρύτερη μαζική στροφή προς τα ομόλογα.

Οι επενδυτές θα ήταν ανόητοι αν υπέθεταν πως τα ομόλογα της Ιταλίας είναι τώρα στοίχημα-μονόδρομος και πως η ασταθής πολιτική κατάσταση στη χώρα δεν θα επηρεάσει τις αγορές, σύμφωνα με την Chiara Cremonesi, strategist σταθερού εισοδήματος της ιταλικής τράπεζας UniCredit. «Θα πρέπει να είμαστε προσεκτικοί, καθώς το πολιτικό premium στην αγορά είναι τώρα πολύ χαμηλό», σημείωσε.

Αν βαθύνει η οικονομική επιβράδυνση της ευρωζώνης, ίσως ως αποτέλεσμα του κορωνοϊού, τότε μπορεί η εμπιστοσύνη της αγοράς στην Ιταλία και την Ελλάδα να δοκιμαστεί ακόμα περισσότερο. «Στο παρελθόν (μια ευρεία επιβράδυνση) θα προκαλούσε διεύρυνση των spreads», σημείωσε ο κ. Stealey. «Τώρα που οι αγορές αισθάνονται ότι έχουν τη στήριξη της ΕΚΤ, δεν είμαι τόσο σίγουρος».

Αλλά η τάση της αντιμετώπισης των κρατικών ομολόγων σε όλη την ευρωζώνη ως «ασφαλών καταφυγίων» πιθανόν να έχει όρια. Τα «bunds με αναβολικά» θα μπορούσαν γρήγορα να ξαναγίνουν οι ασταθείς τίτλοι των προηγούμενων ετών, αν οι επενδυτές γίνουν πιο επιλεκτικοί. «Εξαρτάται από το πόσο σοβαρή θα είναι μια ύφεση. Αν τα πράγματα γίνουν αρκετά άσχημα, θα υπάρξει μια πραγματική φυγή προς την ποιότητα, και αυτό σημαίνει μόνο Γερμανία», σχολίασε ο κ. Stealey.

Πηγή 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου