18/3/2020
Γράφουν οι Δημήτρης Α. Ιωάννου και Χρήστος Α. Ιωάννου
Η οικονομική όψη της κρίσης του Covid 19 συνίσταται στην αναγκαστική διακοπή κάθε οικονομικής δραστηριότητας για το μεγαλύτερο ποσοστό των πληθυσμών, τόσο στην κατανάλωση όσο και στην παραγωγή. Αν οι έκτακτες συνθήκες που έχουν δημιουργηθεί διατηρηθούν επί ένα τρίμηνο τουλάχιστον, χωρίς να ληφθούν αντίμετρα, οι οικονομικές επιπτώσεις θα είναι καταστροφικές και θα επεκταθούν σε μεγάλο βάθος χρόνου.
Το πρώτο που θα συμβεί πολύ σύντομα, χωρίς την λήψη μέτρων, θα είναι η σταδιακή με όλο και αυξανόμενα ρυθμό χρεοκοπία επιχειρήσεων, χωρίς μάλιστα να είναι απαραίτητο πως αυτές που θα χρεοκοπούν πρώτες θα είναι και εκείνες που βρίσκονταν ήδη και πριν από την κρίση στην πιο δύσκολη κατάσταση και είχαν τα μεγαλύτερα προβλήματα.
Σε μία τέτοια περίπτωση σοβαρής αδράνειας των οικονομικών και νομισματικών αρχών, ειδικά της ευρωζώνης, αυτό που θα προκύψει μετά το τέλος της κρίσης του Covid 19, όταν και όπως έρθει, θα είναι πως ένα πολύ μεγάλο μέρος του παραγωγικού δυναμικού των κεφαλαιοκρατικών οικονομιών της αγοράς στην περιοχή της ευρωζώνης θα έχει καταστραφεί και δεν θα έχει, πλέον, τη δυνατότητα να επανεκκινήσει.
Δηλαδή, ένα μεγάλο μέρος της οικονομικής δυναμικότητας της ευρωζώνης που θα έχει εκμηδενιστεί, θα πρέπει να ξαναδημιουργηθεί εκ του μηδενός, πράγμα που θα απαιτήσει πολύ μεγάλες προσπάθειες και πολύ χρόνο, ενώ θα έχει επέλθει μία παρατεταμένη μακροχρόνια κάμψη του επιπέδου του ΑΕΠ και μία δραματική πτώση του βιοτικού επιπέδου των ευρωπαϊκών πληθυσμών.
Και φυσικά, όσο και να είναι δύσκολη και σκληρή η μοίρα των επιχειρήσεων, πολύ χειρότερη θα είναι η κατάσταση των εργαζομένων τους, οι οποίοι για την επιβίωσή τους, εφ’ όσον οι επιχειρήσεις είτε δεν θα είναι σε θέση να τους καταβάλουν μισθούς και ημερομίσθια, είτε δεν θα υπάρχουν καν, θα πρέπει να αναμένουν την κρατική αρωγή με τη μορφή της επισιτιστικής και άλλης βοήθειας, όπως περίπου συμβαίνει στους πολέμους και στις καταστάσεις έκτακτης ανάγκης.
Όλα αυτά όμως δεν υπάρχει λόγος να συμβούν και μπορούν να αποφευχθούν με την προϋπόθεση ότι -την φορά αυτή- οι υπεύθυνοι της οικονομικής πολιτικής της ευρωζώνης, τόσο στις κεντρικές τράπεζες όσο και στα Υπουργεία Οικονομικών, θα αντιληφθούν εγκαίρως τι συμβαίνει και θα προχωρήσουν κάνοντας τα σωστά βήματα.
Που σημαίνει, απλά, ότι θα παράσχουν στους ακουσίως και αναγκαστικά αργούντες κλάδους της οικονομίας τη ρευστότητα που είναι απαραίτητη για να επιβιώσουν χωρίς να καταστραφούν και χωρίς να δημιουργήσουν μακροχρόνιες επιπλοκές και προβλήματα για τη διεθνή και την ευρωπαϊκή οικονομία.
Αυτό, όμως, μπορεί να συμβεί μόνο με την προσφυγή στη μέθοδο του helicopter money, δηλαδή στην επέκταση του ισολογισμού των κεντρικών τραπεζών, (με "τύπωμα νέου χρήματος”), για κατ’ ευθείαν παροχή χρηματικής ρευστότητας στο οικονομικό κύκλωμα ώστε να συνεχίσει να λειτουργεί ομαλά και να μην υπάρξουν διακοπές και κλυδωνισμοί που θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην ολική κατάρρευσή του.
Πρέπει να γίνει σαφές πως το οικονομικό κύκλωμα δεν είναι μόνο οι αεροπορικές εταιρείες, τα εστιατόρια, τα ξενοδοχεία και όλοι εκείνοι οι αναγκαστικά αργούντες, πλέον, κλάδοι που η δραστηριότητά τους έχει ακυρωθεί ήδη από την επέλευση της κρίσης. Είναι επίσης και ο επισιτιστικός κλάδος, η δημόσια ασφάλεια, η περίθαλψη, η ενέργεια και η (εξ αποστάσεως, έστω) εκπαίδευση που δεν μπορούν να πάψουν να λειτουργούν χωρίς να επέλθει απόλυτη κοινωνική καταστροφή.
Αλλά, οικονομικό κύκλωμα το οποίο δεν πρέπει να διακοπεί, είναι και η εξυπηρέτηση των υποχρεώσεων των επιχειρήσεων και των εργαζομένων στους αναγκαστικά αργούντες κλάδους προς τους υπόλοιπους κλάδους της οικονομίας. Δηλαδή οι υποχρεώσεις τους προς τους προμηθευτές τους, προς τις τράπεζες και προς το Δημόσιο. Και, κυρίως είναι οι επισιτιστικές ανάγκες και οι ανάγκες επιβίωσης των εργαζομένων των αργούντων κλάδων, (που δημιουργούν και την απαραίτητη ζήτηση προς τους ενεργούς, ακόμη, κλάδους).
Εάν, λοιπόν, οι συγκεκριμένοι -αργούντες- τομείς και κλάδοι αφεθούν να χρεοκοπήσουν στη διάρκεια της κρίσης, θα ενεργοποιηθεί η πολλαπλασιαστική διαδικασία της μείωσης και κατάρρευσης των εθνικών ΑΕΠ που θα συνεχιστεί ίσως και μετά την αποδρομή της κρίσης, με αποτέλεσμα οι εθνικές οικονομίες να βρεθούν για πολύ καιρό σε έναν απίστευτο δαίδαλο μη εκπληρωμένων υποχρεώσεων, καθυστερημένων πληρωμών, αναπόφευκτων χρεοκοπιών και αναγκαστικών ρευστοποιήσεων-δηλαδή σε μία μεγάλου εύρους "ύφεση ισολογισμού” (balance sheet recession).
Με αντίστοιχη κατακόρυφη μείωση του βιοτικού επιπέδου των εργαζομένων και δραματική επιδείνωση των κοινωνικών συνθηκών η οποία θα έχει ως συνέπεια να συνεχιστεί η σημερινή κρίση στα ίδια μεγέθη όσον αφορά την ένταση της, αλλά με διαφορετικό περιεχόμενο.
Η αντίρρηση που παγίως εγείρεται στην επίκληση για ενεργοποίηση του εκδοτικού προνομίου των κεντρικών τραπεζών και ο φόβος που πλανάται είναι ότι ο συνδυασμός της περιορισμένης και ανελαστικής προσφοράς με την υπερβάλλουσα ζήτηση θα δημιουργήσει καλπάζοντα πληθωρισμό. Αυτό όμως είναι κάτι που δεν έχει καμία σχέση με τις παρούσες συνθήκες.
Όταν το social distancing αποτελεί όρο επιβίωσης, η ζήτηση δεν μπορεί να αφορά τίποτα περισσότερο παρά τρόφιμα και φάρμακα. Σε αυτούς τους δύο κλάδους, όμως, οι οικονομίες έχουν τη δυνατότητα να διατηρήσουν την προσφορά σταθερή και να καλύψουν κάθε ανάγκη, εάν κατευθύνουν προς τα εκεί όλη την ενέργεια που έχουν διατηρήσει, λαμβάνοντας ειδικά μέτρα και ενισχύοντας τους εργαζόμενους στους σχετικούς κλάδους με τους κατάλληλους τρόπους.
Για τους υπόλοιπους κλάδους η ζήτηση εξ αντικειμένου, και για όσο καιρό διαρκεί η πανδημία και ο φόβος που δημιουργεί για την επιβίωση θα είναι αν όχι μηδενική, τουλάχιστον αναιμική. Οι ενισχύσεις, συνεπώς, τόσο στους εργαζομένους όσο και στις επιχειρήσεις των κλάδων αυτών που αντιμετωπίζουν μηδενική ζήτηση, (αλλά και αδυναμία προσφοράς), θα πρέπει να καλύπτουν τις ανάγκες της διαβίωσής των μεν και της χρηματοπιστωτικής επιβίωσης των δε .
Η ενίσχυση της οικονομίας την φορά αυτή δεν θα πρέπει να γίνει από τις κεντρικές τράπεζες με τον εντελώς λανθασμένο, πλέον, τρόπο της "ποσοτικής χαλάρωσης” ο οποίος όχι μόνο δεν λύνει τα προβλήματα αλλά ουσιαστικά έχει δαγκώσει τεχνητά και χωρίς λόγο τις χρηματιστηριακές αξίες και βρίσκεται πίσω από την κατάρρευσή τους που παρατηρείται σήμερα.
Η ενίσχυση στις οικονομίες της ευρωζώνης θα πρέπει να υλοποιηθεί μέσω της κατ’ ευθείαν αγοράς -πρωτογενώς- από την ΕΚΤ και τις θυγατρικές της, ομολόγων που τα κράτη της ευρωζώνης θα εκδώσουν με μηδενικό επιτόκιο και με ημερομηνία αποπληρωμής το 2100. Τα χρήματα που θα εισπράξουν τα Υπουργεία Οικονομικών θα πρέπει να τοποθετηθούν σε ειδικούς λογαριασμούς και να χρησιμοποιηθούν αποκλειστικά και μόνο για την ενίσχυση των εργαζομένων και των επιχειρήσεων στους αναγκαστικά αργούντες κλάδους καθώς και για τη συμπλήρωση των εσόδων του Δημοσίου που είναι απαραίτητα για την ομαλή συνέχιση της λειτουργίας του με δεδομένη την μείωση των εισπράξεων που θα έχει επιφέρει η κάμψη της οικονομικής δραστηριότητας.
Η εμπειρία της χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008-2009 με την επιτυχημένη και σωστή στην πρώτη περίοδο, (αλλά καταχρηστική και άστοχη στην συνέχεια), εφαρμογή της πολιτικής της "ποσοτικής χαλάρωσης” απέδειξε περίτρανα πως η φοβία της έκρηξης ενός φαινομένου καλπάζοντας πληθωρισμού που διακατείχε τους κεντρικούς τραπεζίτες, (ειδικά των βόρειων ευρωπαϊκών χωρών), στην περίπτωση δημιουργίας νέων μεγάλων ποσοτήτων χρήματος ήταν τελείως λανθασμένη, από την άποψη ότι δεν κατανοούσε πως αυτό, (η πληθωριστική έκρηξη), είναι δυνατόν να συμβεί μόνο σε περιπτώσεις πλήρους απασχόλησης όπου η επιπλέον ("υπερβάλλουσα”) ζήτηση που δημιουργείται από την πιστωτική επέκταση συναντάται με μία αναγκαστικά ανελαστική προσφορά. (Και επίσης δεν κατανοούσε ότι η έκδοση νέου χρήματος με την αύξηση του ισολογισμού της κεντρικής τράπεζας δεν σημαίνει αναγκαστικά και την δημιουργία μεγαλύτερης νομισματικής μάζας στην οικονομία διότι, την ίδια στιγμή, η ταχύτητα κυκλοφορίας του χρήματος μπορεί να μειώνεται-όπως συνέβαινε το 2008-2009 και όπως, χωρίς αμφιβολία, συμβαίνει και σήμερα).
Στη συγκεκριμένη περίπτωση, πάντως, στην κρίση δηλαδή που ζούμε σήμερα, δεν υπάρχει και δεν πρόκειται να υπάρξει "υπερβάλλουσα ζήτηση” διότι αυτός ακριβώς είναι ο χαρακτήρας της κρίσης: ο Covid 19 αναγκάζει τους ανθρώπους να παραμένουν στο σπίτι τους και όσα ρευστά διαθέσιμα και αν διακατέχουν είναι αδύνατον να τα μετατρέψουν σε κατανάλωση που θα πάρει διαστάσεις "υπερβάλλουσας ζήτησης”.
Τυχόν επιμονή των κεντρικών τραπεζών αλλά και των οικονομικών επιτελείων των κυβερνήσεων της ευρωζώνης, να συνεχιστεί η μέχρι σήμερα άγονη πολιτική με ακόμα μεγαλύτερη μείωση των ήδη αρνητικών επιτοκίων και με μεγαλύτερη ακόμα παροχή διαθεσίμων στις εμπορικές τράπεζες, θα είναι όχι μόνο ένδειξη της πλήρους αδυναμίας τους να αντιληφθούν πώς λειτουργεί η οικονομία σε συνθήκες πανδημίας αλλά και προοίμιο της οικονομικής καταστροφής των χωρών της ευρωζώνης.
Η πολιτική που θα πρέπει να εφαρμοστεί σήμερα, όχι μόνο για να αντιμετωπίσει το ενδεχόμενο της οικονομικής καταστροφής αλλά και για να καθησυχάσει την κοινωνία ώστε να μπορέσει να εφαρμόσει με μεγαλύτερη συνέπεια τα απαιτούμενα για την αντιμετώπιση της πανδημίας μέτρα, είναι η εφαρμογή της πολιτικής του helicopter money, δηλαδή της δημιουργίας χρήματος για την κατευθείαν ενίσχυση του εισοδήματος των εργαζομένων και των επιχειρήσεων των αναγκαστικά αργούντων κλάδων.
* Οι κ. Δημήτρης Α. Ιωάννου και Χρήστος Α. Ιωάννου είναι Οικονομολόγοι
Πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου