18/5/2020
Χωρίς αποτέλεσμα έληξε και ο τρίτος γύρος διαπραγματεύσεων για τις μελλοντικές σχέσεις του Λονδίνου με την ΕΕ. Τον κίνδυνο «άτακτου Brexit» επισείει ο επικεφαλής των Ευρωπαίων διαπραγματευτών Μισέλ Μπαρνιέ.
Ήταν μία ακόμη μαραθώνια τηλεδιάσκεψη σε εποχές κορωνοϊού: 500 άτομα, κυρίως νομικοί και εμπειρογνώμονες σε εμπορικά θέματα, συμμετείχαν στον νέο γύρο διαπραγματεύσεων ανάμεσα στις Βρυξέλλες και στο Λονδίνο, εξετάζοντας τα συνολικά έντεκα κεφάλαια που διέπουν τις σχέσεις των δύο πλευρών μετά το Brexit, από την αλιεία μέχρι την ελεύθερη κυκλοφορία εμπορευμάτων και τη διασυνοριακή αστυνομική συνεργασία. Αποτέλεσμα δεν υπήρξε. «Ήταν μία ανταλλαγή απόψεων, χωρίς ορατή πρόοδο», επισημαίνει ο επικεφαλής των Ευρωπαίων διαπραγματευτών και πρώην Επίτροπος Μισέλ Μπαρνιέ.
Ο Γάλλος διπλωμάτης στηλιτεύει την απροθυμία της βρετανικής πλευράς «να διαπραγματευθεί σοβαρά το level playing field». Αυτός ο τεχνικός όρος χαρακτηρίζει την απαίτηση της ΕΕ να συμμορφωθούν οι Βρετανοί με συγκεκριμένες προδιαγραφές για την προστασία του καταναλωτή, το περιβάλλον ή το εργατικό δίκαιο, ως αντάλλαγμα για την πρόσβασή τους στην τεράστια ευρωπαϊκή αγορά. Σε διαφορετική περίπτωση οι υπόλοιποι Ευρωπαίοι θα έπρεπε να ανεχθούν ένα μισθολογικό και κοινωνικό ντάμπινγκ μπροστά στην πόρτα τους.
Το στοίχημα του δίκαιου ανταγωνισμού
Σε αυτό το σημείο δεν υπάρχει κινητικότητα. Η Μ. Βρετανία επιμένει ότι, ως ανεξάρτητο κράτος, δεν μπορεί να αποδεχτεί την υπαγόρευση κανόνων από την ΕΕ. Από την πλευρά της η ΕΕ αντιτείνει ότι υπάρχει ένα αντίτιμο για το προνόμιο της πρόσβασης, χωρίς δασμούς και ποσοστώσεις, στην ενιαία ευρωπαϊκή αγορά. Προς το παρόν καμία πλευρά δεν υποχωρεί. Σύμφωνα μάλιστα με τον Μπαρνιέ, οι Βρετανοί δεν δείχνουν «καμία φιλοδοξία» να διευθετήσουν το νομικό πλαίσιο, ακόμη και για μεμονωμένα αλλά πολύ συγκεκριμένα ζητήματα, όπως το ξέπλυμα βρώμικου χρήματος και ο ρόλος των εθνικών Κοινοβουλίων ή και της κοινωνίας των πολιτών. Όσο για την αστυνομική συνεργασία, «σκοντάφτει» στην απροθυμία του Λονδίνου να αποδεχθεί την Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, αλλά και στην επιθυμία του για λιγότερο αυστηρή προστασία των προσωπικών δεδομένων.
Οι Ευρωπαίοι πιστεύουν ότι, όπως είχε γίνει και στις διαπραγματεύσεις για το «διαζύγιο» του Brexit, οι Βρετανοί ακολουθούν την τακτική του cherry picking, δηλαδή επιλέγουν από τη διαπραγματευτική μάζα ό,τι τους συμφέρει. Όπως ξεκαθαρίζει ο Μισέλ Μπαρνιέ «δεν μπορείς να επιλέγεις το καλύτερο κομμάτι της ενιαίας αγοράς, αλλά να αγνοείς τις υποχρεώσεις που συνεπάγεται αυτό». Μία επιπρόσθετη δυσκολία είναι ότι, ενώ η ΕΕ ζητεί «πλήρη διαφάνεια» στις διαπραγματεύσεις, ο επικεφαλής της βρετανικής αντιπροσωπείας Ντέιβιντ Φροστ προτιμά να κρατήσει κλειστά τα χαρτιά του, προς το παρόν τουλάχιστον, ίσως για να αποφύγει δυσάρεστες αντιπαραθέσεις στο εσωτερικό της Βρετανίας.
Επανέρχεται ο κίνδυνος του άτακτου Brexit
Η μέχρι στιγμής πορεία των διαπραγματεύσεων είναι «απογοητευτική», λέει ο Μισέλ Μπαρνιέ. Τον τελευταίο καιρό ο επικεφαλής των Ευρωπαίων διαπραγματευτών δεν καταφεύγει στην αγαπημένη του μεταφορά για το «ρολόι που χτυπάει», μάλλον γιατί αντιλαμβάνεται ότι εξαντλήθηκαν τα χρονικά περιθώρια για μία συμφωνία μέχρι το τέλος του χρόνου. Τα συμπεφωνημένα προβλέπουν ότι στις αρχές Ιουνίου διεξάγεται ένας νέος, τέταρτος γύρος συνομιλιών και στη συνέχεια συγκαλείται σύνοδος κορυφής για να διαπιστωθεί αν έχει σημειωθεί επαρκής πρόοδος για περαιτέρω διαπραγματεύσεις. Εάν όχι, οι Βρετανοί θα πρέπει να καταθέσουν αίτημα, μέχρι τα τέλη Ιουνίου, ώστε να παραταθεί το σημερινό μεταβατικό καθεστώς για χρονική περίοδο έως δύο ετών.
Ωστόσο, παρά την οικονομική κατάρρευση που επιφέρει η κρίση του κορωνοϊού, το Λονδίνο αρνείται κάθε παράταση. Μόλις πρόσφατα ο υπουργός παρά τω πρωθυπουργώ Μάικλ Γκόουβ είχε χαράξει για μία ακόμη φορά αυτή την «κόκκινη γραμμή», παρότι δεν λείπουν οι θιασώτες του Brexit που επίσης ζητούν παράταση. Εικάζεται ότι το Λονδίνο πιέζει την ΕΕ να υποβάλει εκείνη αίτημα παράτασης, ώστε να της χρεώσει ο πρωθυπουργός Μπόρις Τζόνσον την ευθύνη για το μέχρι στιγμής αδιέξοδο. Αλλά όπως επισημαίνουν Ευρωπαίοι διπλωμάτες, δεν υπάρχει λόγος για μία τέτοια «εξυπηρέτηση» προς το Λονδίνο. Συμπέρασμα όλων αυτών είναι ότι οι Ευρωπαίοι εντείνουν τις προετοιμασίες για το ενδεχόμενο ενός «σκληρού Brexit» με κλειστά σύνορα και δασμούς από τις αρχές του 2021. Σε κάθε περίπτωση ο Μπαρνιέ προειδοποιεί ότι «αν η Μ. Βρετανία επιθυμεί συμφωνία, θα πρέπει να επιδείξει πιο ρεαλιστική στάση. Εμείς δεν πρόκειται να συνάψουμε συμφωνία με οποιοδήποτε κόστος, διότι θέλουμε να προστατεύσουμε την ενιαία ευρωπαϊκή αγορά».
Οριστικό αδιέξοδο ή διαπραγματευτικό πόκερ;
Μόνο σε ένα ζήτημα βλέπει «φως» ο Μισέλ Μπαρνιέ: στο κομμάτι της αλιείας η βρετανική αντιπροσωπεία δεν περιορίζεται στη διατύπωση μαξιμαλιστικών θέσεων, αλλά φαίνεται διατεθειμένη να διαπραγματευθεί επί συγκεκριμένων θεμάτων, για παράδειγμα για τα προστατευόμενα είδη ή για οριοθετημένες ζώνες αλιευτικών δραστηριοτήτων. Θετικά αποτιμάται επίσης στις Βρυξέλλες η εντύπωση ότι το Λονδίνο έχει αποδεχθεί πλέον τους συνοριακούς ελέγχους με τη Βόρεια Ιρλανδία, αν και στις αρχές του 2020 ο Μπόρις Τζόνσον απέκλειε κατηγορηματικά κάτι τέτοιο. Πάντως ο Μισέλ Μπαρνιέ υπενθυμίζει ότι το Πρωτόκολλο για τη Βόρεια Ιρλανδία αποτελεί τμήμα της Συνθήκης Αποχώρησης για το Brexit, κατά συνέπεια θα πρέπει να έχει υλοποιηθεί πλήρως μέχρι την 1η Ιανουαρίου 2021. «Είμαι ήρεμος, αποφασισμένος, αλλά όχι αισιόδοξος» λέει ο Μπαρνιέ μετά τον τελευταίο γύρο διαπραγματεύσεων, για να δηλώσει επίσης ότι το Brexit «είναι το σχολείο της υπομονής...»
Οι αντίστοιχες δηλώσεις του Βρετανού διαπραγματευτή Ντέιβιντ Φροστ δεν αφήνουν μεγάλα περιθώρια αισιοδοξίας: «Λυπούμαι που δεν έχουμε παρά ελάχιστη πρόοδο στα θέματα που απομένουν», λέει ο Βρετανός διαπραγματευτής, για να προσθέσει ωστόσο ότι οι ενδιαφερόμενοι εύκολα μπορούν να καταλήξουν σε μία «απλή συμφωνία ελεύθερων συναλλαγών» με συμπληρωματικές συμφωνίες περί αστυνομικής συνεργασίας και αεροπορικών συνδέσεων.
Πράγματι, οι Βρετανοί επιθυμούν μία «απλή συμφωνία ελεύθερων συναλλαγών», υποστηρίζοντας ότι ΕΕ ακολουθεί μία «ιδεολογική προσέγγιση» στη διαπραγμάτευση και θα πρέπει να αλλάξει στάση μέχρι τον επόμενο και τελευταίο γύρο διαπραγμάτευσης, που αρχίζει την 1η Ιουνίου. Προκειμένου να ξεπεραστούν οι διαφωνίες επί της αρχής και επιπλέον να βρεθούν λύσεις στα επί μέρους ζητήματα μέχρι τα τέλη Ιουνίου, θα χρειαζόταν ένα «κβαντικό άλμα» στη διαπραγμάτευση, που σήμερα φαίνεται απίθανο. Άλλωστε ο Μπόρις Τζόνσον ασχολείται περισσότερο με τις οικονομικές επιπτώσεις του κορωνοϊού και αφήνει το Brexit στους διαπραγματευτές του. Ήδη έχουν αρχίσει τα στοιχήματα για το αν θα αλλάξει γνώμη. Πάντως, το αργότερο σε τέσσερις εβδομάδες θα πρέπει να αποφασίσει.
Πηγή Deutsche Welle
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου