1/5/2020
Χαράλαμπος Γκότσης*
Η απάντηση της οικονομικής πολιτικής στα προβλήματα που ανέκυψαν από την υγειονομική κρίση,έφερε στο προσκήνιο βασικά ερωτήματα που αφορούν στη λειτουργία του ίδιου του οικονομικού μας συστήματος.Οι φόβοι μας, ότι το οικονομικό μας σύστημα θα βρεθεί αντιμέτωπο με τη μεγαλύτερη κρίση όλων των εποχών, δείχνουν να επιβεβαιώνονται. Χωρίς προηγούμενο καταγράφονται προβλέψεις για ύφεση και ανεργία, οι δείκτες των χρηματιστηρίων κατακρημνίζονται με τις κεφαλαιοποιήσεις μεγάλων εταιριών να μοιάζουν με μαρμαράδικα, τα πακέτα στήριξης των κυβερνήσεων κερδίζουν την προσοχή μας μόνο όταν πρόκειται για δεκάδες δις Ευρώ.
Διακρίνεται μια ανασφάλεια μεταξύ πολλών φορέων της οικονομικής πολιτικής, αφού αναγκάζονται να υιοθετήσουν μέτρα και μεθόδους, ασύμβατους με την εφαρμοσμένη οικονομική πολιτική που επαγγέλονται.Σε μια εποχή όπου η κεϋνσιανή πολιτική ενίσχυσης της ζήτησης είναι το βασικό ζητούμενο, εκπλήσσονται αν παρά τις ενέργειες απελευθέρωσης της προσφοράς, δε γίνονται συναλλαγές. Χωρίς αμφιβολία, βρισκόμαστε μπροστά σε μια νέα κατάσταση που απαιτεί την αναδιάταξη τόσο του τρόπου προσέγγισης, όσο και των επιλογών μας. Η διαχωριστική γραμμή μεταξύ κράτους και αγοράς, υπό το βάρος των προβλημάτων έχει υποχωρήσει και τη θέση της κατέλαβε η απεγνωσμένη έκκληση των επιχειρήσεων προς το κράτος για βοήθεια και σωτηρία. Έτσι και το κράτος φαίνεται ότι, προς το παρόν τουλάχιστον, εγκαταλείπει τη βασική του αποστολή ως θεσμικός παράγων που ορίζει τους κανόνες του παιχνιδιού και αναλαμβάνει μέρος των επιχειρηματικών ευθυνών, ενώ οι επιχειρήσεις δεν είναι πλέον ικανές να δράσουν ελεύθερα στο πλαίσιο αυτών των κανόνων και να δώσουν λύση μέσα από την αγορά στα προβλήματα που αντιμετωπίζουν. Αναλαμβάνει συνεπώς εκτός από το ρυθμιστικό του ρόλο και ένα μέρος των δραστηριοτήτων που κανονικά ανήκουν στην ευθύνη του ιδιωτικού τομέα. Η διάσωση επιχειρήσεων, αποτελεί μια νέα δραστηριότητα για τα κράτη που δε συνάδει με τη λειτουργία της αγοράς, στη χώρα μας μάλιστα υπάρχει οδυνηρή εμπειρία από την εποχή των «προβληματικών επιχειρήσεων» όπου κατασπαταλήθηκαν εθνικοί πόροι χωρίς να υπάρξει και αποτέλεσμα.
Η εξέλιξη αυτή, χωρίς να την επιδιώξουν τα κράτη, αποτελεί ένα αναγκαίο κακό, το οποίο όμως οφείλουν να επωμιστούν, αφού για αρκετές μεγάλες επιχειρήσεις η κρατική βοήθεια αποτελεί τη μοναδική σανίδα σωτηρίας για να αποφύγουν την χρεοκοπία.Συνεπώς, είναι εθνικά ορθή η στήριξη, όταν μάλιστα πρόκειται για στρατηγικής σημασίας για τη χώρα μεγάλες επιχειρήσεις και οικονομικά συμφέρουσα, για να μη γίνουν έρμαιο των ορέξεων πιθανών υποψήφιων αλλοδαπών αγοραστών. Το ερώτημα τώρα που προκύπτει είναι, με τι όρους θα διαθέσει το κράτος τα χρήματα των φορολογούμενων πολιτών.
Ανεξάρτητα από τη μορφή της ενίσχυσης το κράτος θα πρέπει να πάρει κάποια ανταλλάγματα. Σε αντίθετη περίπτωση, η όποια στήριξη μεμονωμένης επιχείρησης θα είχε πιθανόν πρόβλημα νομιμότητας, ενώ θα απεμπολούσε επίσης και τη δυνατότητα παρακολούθησης της συμμετοχής του στο κεφάλαιο της επιχείρησης, όπως εξάλλου και την επιδίωξη σημαντικών εθνικών στόχων για παράδειγμα την προστασία του περιβάλλοντος ή την προώθηση της ψηφιακής οικονομίας.
Ένα παράδειγμα κρατικής διάσωσης, που βρίσκεται σε εξέλιξη σε πολλές χώρες, είναι οι αερομεταφορές. Οι αεροπορικές εταιρείες είδαν την επιβατική τους κίνηση από τον Ιανουάριο σταδιακά να μειώνεται και το Μάρτιο να εξαφανίζεται, τις εισπράξεις να μηδενίζονται και τις ζημιές να γιγαντώνονται. Εταιρείες με σημαντικό ρόλο στην ομαλή λειτουργία του οικονομικού κύκλου των χωρών τους, αναγκάζονται πλέον να προσφύγουν στη βοήθεια του κράτους για να παραμείνουν ζωντανές. ΟόμιλοςAirFrance-KLMκατέγραψε το πρώτο δίμηνο 1,8 δις ζημιές, ενώ ο ανταγωνιστής του IAGμε την BritishAirways 1,68 δις Ευρώ την ίδια περίοδο. Το γαλλικό κράτος εξασφάλισε ήδη την έγκριση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για στήριξη της επιχείρησης με εγγυήσεις για 4 δις σε τραπεζικό δανεισμό και 3 δις δάνειο από την κυβέρνηση με συγκεκριμένες δεσμεύσεις. Αντίστοιχα προγραμματίζει και η ολλανδική κυβέρνηση ενίσχυση της KLM 2-4 δις. Σημειωτέον ότι, τα δύο κράτη συμμετέχουν με 14% έκαστο στο μετοχικό κεφάλαιο του ομίλου.Στη γειτονική μας Ιταλία η Alitalia θα ενισχυθεί με 3 δις Ευρώ και θα περάσει ολοσχερώς στον έλεγχο του κράτους. Η ισπανική Iberiaεπίσης έχει ζητήσει 1,1 δις, ενώ τέσσερις αμερικανικές εταιρείες λαμβάνουν 25 δις δολάρια, εκ των οποίων το 70% υπό τη μορφή επιχορηγήσεων και το 30% έναντι κοινών μετοχών.
Τέλος η γερμανική Lufthansa βρίσκεται πολύ κοντά σε συμφωνία με την κυβέρνηση για ενίσχυση με 3 δις Ευρώ από την Τράπεζα Επανορθώσεων με εγγύηση του κράτους και 6 δις Ευρώ απευθείας από το κράτος μέσω του Ταμείου Σταθερότητας της χώρας. Το κράτος θα αποκτήσει το 25% του μετοχικού κεφαλαίου συν μία μετοχή της εταιρείας, ώστε με την καταστατική μειοψηφία να μπορεί να εμποδίσει κάθε απόπειρα εξαγοράς της εταιρείας. Επίσης θα έχει 2 μέλη στο παντοδύναμο εποπτικό συμβούλιο, δεν θα επιτραπεί η διανομή μερίσματος για τρία χρόνια κ.α.
Σε ό,τι αφορά την Aegean, προς το παρόν στο τραπέζι υπάρχει μόνον η ενίσχυση των 115 δισ. που προσφέρει η κυβέρνηση για το σύνολο των δραστηριοτήτων στον τομέα των μεταφορών.
Συμπερασματικά από τα παραπάνω προκύπτει, ότι το κράτος επιβάλλεται να στηρίξει τις επιχειρήσεις που υπέστησαν βλάβες χωρίς δική τους υπαιτιότητα. Όλες όμως; Χωρίς διάκριση; Ασφαλώς και όχι! Επειδή τα διαθέσιμα κεφάλαια και τα όρια δανεισμού του είναι περιορισμένα, δεν θα πρέπει να βοηθήσει επιχειρήσεις με χαμηλή παραγωγικότητα, με ανύπαρκτες επενδύσεις, χωρίς κανόνες εταιρικής διακυβέρνησης, με απουσία καινοτομίας, μακριά από τις απαιτήσεις της εποχής. Θα είναι λάθος να εισρεύσουν σπάνια κεφάλαια σε επιχειρήσεις «ζόμπι» και να τα στερηθούν άλλες δυναμικές, βιώσιμες με προοπτική επιχειρηματικές μονάδες. Ειδικά σε μια εποχή, όπου ταυτόχρονα με την προσπάθεια για ανάκαμψη θα πρέπει να επιδιωχθεί και βελτίωση του οικονομικού μας μοντέλου δεν θα πρέπει να αποκλείσουμε τις δυνάμεις της «δημιουργικής καταστροφής» με σημαία την καινοτομία να δράσουν και να μας οδηγήσουν σε ένα πιο σύγχρονο, ανθεκτικό οικονομικό περιβάλλον.
Ανεξάρτητα όμως από τη μορφή της βοήθειας που θα παράσχει, με μετοχική συμμετοχή ή με εγγυήσεις, είναι σημαντικό το κράτος για την προστασία των συμφερόντων του κοινωνικού συνόλου να έχει τη δυνατότητα ελέγχου και λογοδοσίας. Με περιορισμένο χρονικό ορίζοντα και με οριοθετημένες τις περιοχές παρέμβασης στη λειτουργία της επιχείρησης. Με συγκεκριμένη διαδικασία αποπληρωμής και αποχώρησης από την εταιρεία. Άλλωστε κρατική συμμετοχή δε σημαίνει αυτόματα και κρατική διοίκηση και μάλιστα από ένα κράτος με παρελθόν κακού επιχειρηματία.
*Καθηγητής Οικονομικών, τ. Πρόεδρος της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς
Πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου