Παρασκευή 15 Ιανουαρίου 2021

Τρεις άνδρες υποψήφιοι, ένας στόχος

15/1/2021

Λάσετ, Μερτς ή Ρέτγκεν; Είναι η τριάδα που διεκδικεί το αξίωμα του προέδρου του Χριστιανοδημοκρατικού κόμματος στο ψηφιακό συνέδριο το Σαββατοκύριακο. Τρεις πολιτικοί επίγονοι της Μέρκελ με φιλοδοξίες.

Τι είναι η πολιτική; Είναι βιογραφίες και πολιτικές καριέρες με τα πάνω και τα κάτω τους. Εδώ και πάνω από 4 μήνες τρεις πολιτικοί με βαριές βιογραφίες εποφθαλμιούν το αξίωμα του προέδρου του Χριστιανοδημοκρατικού κόμματος CDU, ενός κόμματος με ιστορικό αποτύπωμα στην μεταπολεμική ιστορία της Γερμανίας. Πρόκειται για τους Άρμιν Λάσετ, 59 ετών, Φρίντριχ Μέρτς, 65 ετών, και Νόρμπερτ Ρέτγκεν, 55 ετών. Και οι τρεις άνδρες, και οι τρεις νομικοί, και οι τρεις Καθολικοί και οι τρεις από τη Ρηνανία-Βεστφαλία. Στις ομοσπονδιακές εκλογές τον Οκτώβριο του 1994 εισήλθαν και οι τρεις στην Ομοσπονδιακή Βουλή. Παράλληλα, αλλά όχι μαζί: Ο Ρέτγκεν ήταν τότε 29 χρονών, ο Λάσετ 33 και ο Μερτς 39. Και οι τρεις σπούδασαν στη Βόννη, αλλά σε διαφορετική περίοδο. Ο Βεστφαλός Μερτς κάθισε στα έδρανα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου από το 1989 μέχρι το 1994 αποκτώντας πρώτες εμπειρίες ως βουλευτής.

 
Γενιά νέων ελίτ με αφετηρία τη Βόννη

Το 1994 ήταν τρεις νέας γενιάς πολιτικοί ανάμεσα στους συνολικά 64 νέους βουλευτές της Χριστιανικής Ένωσης. Ήταν μια “ισχυρή χρονιά”, διότι ουκ ολίγοι εξ αυτών έγιναν ομοσπονδιακοί υπουργοί, υφυπουργοί, Γενικοί Γραμματείς του CDU ή κοινοβουλευτικοί επικεφαλής κομμάτων. Δύο από εκείνη τη γενιά είναι ακόμη υπουργοί. Ο Πέτερ Αλτμάιερ, υπουργός Οικονομίας και ο Γκερτ Μίλερ, υπουργός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης. Όποιος μέσα στη δεκαετία του 1990 γίνονταν βουλευτής στη Βόννη, έπρεπε να εξοικειωθεί με το τελετουργικό της κοινοβουλευτικής ζωής. Πολύ συχνότερα από ότι οι συνάδελφοί τους σήμερα, ταξίδευαν από τις εκλογικές τους περιφέρειες στην τότε πρωτεύουσα μόνο για τις ψηφοφορίες. Η συνοικία γύρω από το Ομοσπονδιακό Κοινοβούλιο και Ομοσπονδιακό Συμβούλιο έμοιαζε με ένα ξεχωριστό χωριό μέσα στην πόλη. Σχεδόν ένα μήνα μετά τις ομοσπονδιακές εκλογές, στις 15 Νοεμβρίου του 1994, ανήκαν και οι τρεις στην οριακή πλειοψηφία της κυβέρνησης συνασπισμού ανάμεσα στην Χριστιανική Ένωση και τους Φιλελεύθερους FDP με καγκελάριο τον Χέλμουτ Κολ, στην πέμπτη του θητεία. Ήταν από τις πολλές ψηφοφορίες που ακολούθησαν, στις οποίες το όνομα του βουλευτή Φρίντριχ Μερτς βρίσκονταν αμέσως μετά της Άγκελα Μέρκελ στον κατάλογο βουλευτών της Χριστιανική Ένωσης.

Και οι τρεις πολιτικοί Λάσετ, Μερτς και Ρέτγκεν ξεκίνησαν από τα πίσω έδρανα. Ως "βετεράνοι" του κοινοβουλευτικού βίου, θυμούνται μέχρι σήμερα ότι από τις πρώτες ομιλίες τους ξύπνησαν το ενδιαφέρον. Ήταν βέβαιοι για όσα έλεγαν και επέτρεπαν από την αρχή και αυθόρμητα ενδιάμεσες ερωτήσεις. Ο Μερτς, άδραξε δύο φορές την ευκαιρία αρχές του 1995 για να μιλήσει από μικροφώνου. Και όταν στις 16 Φεβρουαρίου του 1995 μίλησε σε μία συνεδρίαση για θέματα Ευρώπης, κατηγόρησε τους Σοσιαλδημοκράτες ότι εγκαταλείπουν την παράδοση ευρείας συναίνεσης των μεγάλων κομμάτων στη Γερμανία και υποστήριξε “κοινή ευρωπαϊκή εξωτερική πολιτική και πολιτικής ασφάλειας” της ΕΕ. Μια ημέρα αργότερα ο κατά δέκα χρόνια νεώτερος Νόρμπερτ Ρέτγκεν εκφώνησε την παρθενική του ομιλία. Εστίασε σε πρόταση της αντιπολίτευσης για τροποποίηση άρθρου του Ποινικού Δικαίου που απάλυνε ποινές αδικοπραξιών. Μετά από κάποιες προτάσεις του Ρέτγκεν τον λόγο ζητά η Χέρτα Ντόϊμπλερ-Γκμελίν από το Σοσιαλδημοκρατικό κόμμα, που αποκαλεί τον Ρέτγκεν, κύριο Αλτμάιερ. Ο Ρέτγκεν, ετοιμόλογος, της απαντά ότι το όνομά του είναι Ρέτγκεν και ότι ο κύριος Αλτμάιερ είναι συνάδελφος που χαίρει εκτίμησης.


Ενεργή συμμετοχή στον κοινοβουλευτικό διάλογο

Μετά την ομιλία τον συνεχάρη “θερμά” ο τότε αντιπρόεδρος της Βουλής Μπούκχαρντ Χιρς για την πρώτη ζωηρή ομιλία του στη Βουλή. Όλοι στην Κ.Ο της Χριστιανικής Ένωσης αντελήφθησαν ότι υπάρχει ένας ταλαντούχος ομιλητής στις τάξεις της. Χρόνια αργότερα, όταν σε ομιλίες αναμειγνυόνταν για να στηρίξει την καγκελάριο, του έδωσαν το παρατσούκλι “αγαπημένο παιδί της μαμάς”. Μέχρι το 2012. Γιατί στη συνέχεια έπεσε σε δυσμένεια μετά από μια χαμένη εκλογική αναμέτρηση στη Ρηνανία Βεστφαλία. Ως ομιλητής ο Μερτς εμφανίστηκε τέσσερις φορές στο πρώτο εξάμηνο του 1995, ο Ρέτγκεν τρεις. Τότε, αλλά και τώρα θεωρείται ασυνήθιστο για έναν νεοεισερχόμενο στη Βουλή. Και οι δύο τοποθετήθηκαν σε βασικά πολιτικά θέματα. Ο Λάσετ, με επιρροές από την εκκλησία, προτίμησε θέματα αναπτυξιακής πολιτικής που σπάνια συζητούνταν τότε στη Βουλή. Η παρθενική του ομιλία έγινε τον Σεπτέμβριο του 1995 σε συζήτηση για την οικογενειακή πολιτική ζητώντας τη δημιουργία ενός υπουργείου για την οικογένεια. Στο παρασκήνιο του κοινοβουλίου οι νεώτεροι σε ηλικία Λάσετ και Ρέτγκεν κινούνταν σε σχέση με τον γηραιότερο, Μερτς, σε διαφορετικές κατευθύνσεις. Αλλά κανείς τους δεν είχε πιθανότητες να κάνει καριέρα στην κοινοβουλευτική ομάδα στα τελευταία δυσκίνητα χρόνια της καγκελαρίας Κολ.

Παρόλα αυτά οι δύο Ρηνανοί ξεκίνησαν προσπάθειες με ομοϊδεάτες τους για τον εκσυγχρονισμό της πορείας του κόμματος. Πότε σε σχέση με μεταρρυθμίσεις του καθεστώτος χορήγησης υπηκοότητας, κάτι που εξόργιζε τους συντηρητικούς μεγαλύτερους σε ηλικία του κόμματος, πότε με πολιτικό φλερτ νέων βουλευτών του CDU με ηγετικά στελέχη των Πρασίνων. Οι Ρέτγκεν και Λάσετ ήταν σε κάθε περίπτωση ανάμεσα σε αυτούς. Το 1990 ο νεοεκλεγμένος βουλευτής Πέτερ Χίντσε, ειδικός στις διασυνδέσεις, τους ενέταξε στη λεγόμενη “Νέα ομάδα” της Κ.Ο. Επρόκειτο για βουλευτές πιστούς στον καγκελάριο, αλλά παρόλα αυτά με κάποια στοιχεία εξέγερσης. Συμμετείχαν σε δείπνα με τον Χέλμουτ Κολ, σε κάποια ταξίδια στο εξωτερικό - μέχρι και σε ακροάσεις με τον πρόεδρο Κλίντον στον Λευκό Οίκο ή σε επισκέψεις στο Κρεμλίνο. Αργότερα ο Πέτερ Χίντσε, ως Γενικός Γραμματέας του κόμματος, ήταν αυτός που συνέδεσε τη έκφραση “φρουρά Πραιτοριανών” με όλους αυτούς τους συνοδοιπόρους και συνοδούς της Μέρκελ. Ο Μερτς δεν ανήκε ποτέ στον κύκλο εκείνων που ακολουθούσαν τον Χίντσε. Αυτό το Σάββατο λοιπόν ο Φρίντριχ Μερτς επιλέγει να εκκινήσει ακριβώς από την απέναντι πλευρά σε σχέση με τους άλλοτε συναδέλφους του στην Κ.Ο. για την εκλογή προέδρου του CDU.

Πηγή Deutsche Welle  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου