13/2/2014
Πολλές εκδηλώσεις ευρωσκεπτικισμού, όπως η πρόσφατη έκθεση που θέλει την Ολλανδία να έχει καλύτερη τύχη εκτός Ε.Ε., είναι υπερβολικές και δεν πείθουν. Ο εντεινόμενος ευρωσκεπτικισμός, όμως, μπορεί να έχει μια θετική πλευρά εάν βοηθήσει να προωθήσουν τα αιτήματά τους όσοι επιθυμούν να αναμορφώσουν την Ε.Ε.
Ελάχιστοι πιστεύουν πως η Ολλανδία οδεύει προς αποχώρηση από την Ε.Ε. Υπό αυτήν την έννοια, η περίπτωσή της διαφέρει από της Βρετανίας, της οποίας η έξοδος αποτελεί ρεαλιστική πιθανότητα. Ο ευρωσκεπτικισμός εντείνεται έπειτα από χρόνια οικονομικής κρίσης. Το ακροδεξιό κόμμα της Ελευθερίας, του οποίου ηγείται ο Γκέερτ Βίλντερς, προηγείται στις δημοσκοπήσεις και μάλλον θα είναι το μεγαλύτερο κόμμα στις ευρωεκλογές του Μαΐου. Αναμένεται, άλλωστε, να τα πάνε καλά και άλλα ευρωσκεπτικιστικά και εθνικιστικά κόμματα, όπως το Εθνικό Μέτωπο στη Γαλλία και το Κόμμα της Ανεξαρτησίας στη Βρετανία. Για να δείτε ποιο είναι το σφάλμα στα επιχειρήματα των ευρωσκεπτικιστών, δείτε την έρευνα για το «Nexit», την ενδεχόμενη έξοδο της Ολλανδίας από την Ε.Ε. την οποία προωθεί ο Βίλντερς και για την οποία έγραψε η συμβουλευτική εταιρεία του Λονδίνου Capital Economics. Μια αποχώρηση της Ολλανδίας θα είχε δύο στοιχεία: αποχώρηση από την Ε.Ε. και αποχώρηση από το ευρώ. Θα ήταν επομένως συνδυασμός ενός «Brexit» (αποχώρηση της Βρετανίας από την Ε.Ε.) και ενός «Grexit» (έξοδος της Ελλάδας από το ενιαίο νόμισμα). Σύμφωνα με την Capital Economics, μια τέτοια ταυτόχρονη αποχώρηση θα ήταν επωφελής για τους Ολλανδούς.
Η πρόταση της Capital Economics για απόσχιση από την Ε.Ε. δεν είναι πειστική, όπως και αυτή για αποχώρηση από το ευρώ. Το κυριότερο επιχείρημα είναι πως οι Ολλανδοί θα αποκτούσαν πλήρη πρόσβαση στην ενιαία αγορά χωρίς να πληρώνουν το τίμημα της συμμετοχή ούτε να έχουν προσδεθεί στο άρμα της γραφειοκρατίας των Βρυξελλών. Θα οδηγούσε, επίσης, σε δραματική αύξηση του εμπορίου της Ολλανδίας με τις ταχύτατα αναπτυσσόμενες χώρες BRIC (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα). Είναι αλήθεια ότι θα μειωνόταν η καθαρή εισφορά της Ολλανδίας στον κοινοτικό προϋπολογισμό με την αποχώρησή της. Σήμερα ανέρχεται σε τέσσερα δισ. ευρώ ετησίως, που αντιπροσωπεύουν το 0,7% του ΑΕΠ της. Στη συνέχεια, όμως, θα αγωνιζόταν να διατηρήσει την πλήρη πρόσβαση στην ενιαία αγορά, την οποία αν έχανε θα ζημιωνόταν, δεδομένου ότι το 70% των εξαγωγών της προορίζεται για την Ε.Ε.
Οι Ολλανδοί θα μπορούσαν να διασφαλίσουν πρόσβαση στην ενιαία αγορά ακολουθώντας τους Νορβηγούς και προσχωρώντας στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο. Σε αυτήν την περίπτωση, όμως, θα αναγκάζονταν να προσαρμοσθούν στο σύνολο των ρυθμίσεων της Ε.Ε. χωρίς να έχουν δικαίωμα ψήφου στη σύνταξη αυτών των ρυθμίσεων. Δεν είναι, άλλωστε, σαφές αν θα αυξάνονταν πράγματι οι εξαγωγές της Ολλανδίας στις χώρες BRIC. Θα είχε πράγματι την ευελιξία να αποφασίσει μόνη της για τις εμπορικές της συμφωνίες με την Κίνα. Το μικρό μέγεθός της, όμως, θα περιόριζε τη διαπραγματευτική της ισχύ. Εν ολίγοις, η «συντηρητική» εκτίμηση της Capital Economics πως οι εξαγωγές της στις χώρες αυτές θα υπερδιπλασιάζονταν σε μία δεκαετία μόνο συντηρητική δεν είναι.
Επομένως, οι προτάσεις για Nexit, Brexit ή οτιδήποτε άλλο δεν πείθουν. Αυτό δεν σημαίνει, βέβαια, ότι δεν χρειάζεται να αναμορφωθεί η Ε.Ε. Οι κυβερνήσεις πρέπει να πολλαπλασιάσουν τις προσπάθειές τους για να αυξήσουν την ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης αντιμετωπίζοντας, για παράδειγμα, τα διαρθρωτικά προβλήματα των χωρών τους και ολοκληρώνοντας την ενιαία αγορά υπηρεσιών και διαπραγματευόμενοι συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου με την Αμερική και την Κίνα. Οι μεταρρυθμιστές πρέπει να χρησιμοποιήσουν την άνοδο του ευρωσκεπτικισμού για να πείσουν τους πιο αδρανείς πολιτικούς τους ότι χρειάζεται αλλαγή.
Πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου