Παρασκευή 28 Μαρτίου 2014

Να κόψει ή να μην κόψει χρήμα ο Ντράγκι;


28/3/2014

Πώς επηρεάζεται η ελληνική οικονομία από τις εξελίξεις της ευρωπαϊκής νομισματικής πολιτικής

Αντιμέτωπη με μια μεγάλη πρόκληση, αυτή της ποσοτικής χαλάρωσης (του τυπώματος, δηλαδή, χρήματος με σκοπό την παρέμβαση στις αγορές  κρατικών ομολόγων), βρίσκεται σύμφωνα με την αγορά η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Παρά το γεγονός, μάλιστα, ότι ο πρόεδρος της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι έχει επανειλημμένα δηλώσει ότι η «ευρωτράπεζα» είναι έτοιμη να αναλάβει δράση προκειμένου να αποφευχθεί ο αποπληθωρισμός, η πραγματικότητα, για ορισμένους αναλυτές, είναι ότι οι επιλογές της είναι εξαιρετικά περιορισμένες.

«Το οικονομικό σκηνικό στην ευρωζώνη χαρακτηρίζεται από εξαιρετικά χαμηλό πληθωρισμό, υποτονική ανάπτυξη και υψηλή ανεργία. Καθώς τα επιτόκια είναι ήδη στο 0,25% και η αγορά δεν αναμένει αύξηση επιτοκίων τουλάχιστον ως τα μέσα του 2016, μείωση επιτοκίων (στο 0,1%) και καθοδήγηση των προσδοκιών (forward guidance) δεν θα έχουν καμία επίπτωση. Αλλες λύσεις όπως μη αποστείρωση του SMP επίσης είναι αμφίβολης αξίας. Σε οποιαδήποτε άλλη οικονομία η ενδεδειγμένη λύση θα ήταν αυτή της ποσοτικής χαλάρωσης αλλά η πιθανότητα το Συμβούλιο της ΕΚΤ να καταλήξει (τουλάχιστον τώρα) σε μια τέτοια απόφαση είναι εξαιρετικά περιορισμένη» παρατηρούσε η Τράπεζα Πειραιώς.

Στην προσπάθειά της πάντως να αναχαιτίσει τον πολύ χαμηλό πληθωρισμό και ενδεχόμενο κίνδυνο αποπληθωρισμού, η ΕΚΤ έχει μειώσει τα επιτόκιά της σε επίπεδα ρεκόρ, χωρίς όμως σημαντικό όφελος για την οικονομία και με τον πληθωρισμό κολλημένο πολύ χαμηλότερα από τον στόχο της κεντρικής τράπεζας. Οικονομολόγοι διεθνών τραπεζών εκτιμούσαν επίσης ότι ο αποπληθωρισμός αποτελεί απειλή και για την Ελλάδα, καθώς πιέζει ανοδικά το ελληνικό χρέος (μέσω των επιπτώσεων στο ονομαστικό ΑΕΠ), αυξάνοντας τον κίνδυνο πρόσθετων μέτρων λιτότητας, αλλά και νέας εσωτερικής υποτίμησης. Ωστόσο, κοινή είναι πλέον η εκτίμηση των αναλυτών πως μπορεί αρχικώς η ΕΚΤ να υιοθετήσει μια προσέγγιση «βλέποντας και κάνοντας» στην εφαρμογή τυχόν αντισυμβατικών μέτρων, εν τούτοις, κάποια στιγμή μέσα στο 2014, κάποιας μορφής ποσοτική χαλάρωση θα είναι αναπόφευκτη.

Κάτι δείχνει μάλιστα να αλλάζει, καθώς ενώ στην ευρωζώνη εντείνονται οι συζητήσεις για εναλλακτικά μέτρα στήριξης της οικονομίας, ο Γενς Βάιτμαν, πρόεδρος της Bundesbank, είπε ότι η ΕΚΤ θα μπορούσε να εξετάσει την αγορά κρατικών ομολόγων και υψηλής αξιολόγησης περιουσιακών στοιχείων του ιδιωτικού τομέα. Η δήλωση του Βάιτμαν ανοίγει τον δρόμο για μια από τις διχαστικές πολιτικές, την ποσοτική χαλάρωση (quantitative easing-QE), κάτι που μέχρι πρόσφατα η γερμανική κεντρική τράπεζα επέκρινε συνεχώς. Ο πρόεδρος της ΕΚΤ είχε πει ότι η ΕΚΤ είναι έτοιμη να δράσει αν ο πληθωρισμός υποχωρήσει χαμηλότερα των προσδοκιών. Αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει ανάγκη να δράσουμε, είπε ο Βάιτμαν. Αν όμως οι προοπτικές για τον πληθωρισμό αλλάξουν, ως αποτέλεσμα μιας ανατίμησης του ευρώ, η ΕΚΤ θα μπορούσε να παρέμβει, πιθανότατα με μια νέα μείωση επιτοκίων ή ακόμη και με ένα πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης.

Αλλά και ο Λορέντζο Μπίνι Σμάγκι, πρώην μέλος του εκτελεστικού συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, σε άρθρο του στους «FT» βλέπει θετικά την ποσοτική χαλάρωση στην ευρωζώνη. Ο κίνδυνος αποπληθωρισμού και το ισχυρό ευρώ δημιουργούν προβλήματα, ενώ η φαρέτρα των παραδοσιακών εργαλείων της ΕΚΤ αδειάζει, παρατηρεί.

Τα πρόσφατα στοιχεία δείχνουν ότι ο πληθωρισμός είναι - και θα παραμείνει - πιο κοντά στο 1% παρά στο 2%. Το να επεκτείνει κανείς τις προβλέψεις σε βάθος τριετίας - ενώ οι δράσεις της νομισματικής πολιτικής έχουν επίδραση ενός ή δύο ετών - δεν δικαιολογεί την αδράνεια, την ώρα μάλιστα που η μείωση των επιτοκίων σε αρνητικό επίπεδο έχει αβέβαιες επιπτώσεις στις νομισματικές συνθήκες μεσοπρόθεσμα.

Κατά συνέπεια, όσο περισσότερο περιμένει η κεντρική τράπεζα τόσο πιο επεκτατική θα πρέπει να είναι τελικά η πολιτική της και τόσο πιθανότερο να καταφύγει τελικά στην ποσοτική χαλάρωση, ενώ σύμφωνα με την αγορά το θέμα είναι οι εθνικές κεντρικές τράπεζες να μη φροντίζουν μόνο για τα δικά τους εθνικά συμφέροντα, αγνοώντας τη βέλτιστη πολιτική για την ευρωζώνη συνολικά.

Πηγή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου