1. Ιστορία – Η Υιοθέτηση του Ευρώ
Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Νομισματική Ένωση (ΟΝΕ ) είναι μια συμφωνία ανάμεσα στα συμμετέχοντα Ευρωπαϊκά έθνη να μοιράζονται ένα κοινό νόμισμα, το ευρώ, και μια κοινή οικονομική πολιτική με προκαθορισμένους όρους δημοσιονομικής ευθύνης. Υπάρχουν αυτή τη στιγμή 27 κράτη-μέλη με διαφορετικούς βαθμούς ενσωμάτωσης στην ΟΝΕ. Δεκατρία κράτη-μέλη έχουν υιοθετήσει το ευρώ: Αυστρία, Βέλγιο, Φινλανδία, Γαλλία, Γερμανία, Ελλάδα, Ιρλανδία, Ιταλία, Λουξεμβούργο, Ολλανδία, Πορτογαλία, Σλοβενία και Ισπανία. Τρία άλλα κράτη-μέλη, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Δανία και η Σουηδία, δεν έχουν άμεσα σχέδια υιοθέτησης του ευρώ. Έντεκα άλλα κράτη-μέλη, Κύπρος, Μάλτα, Λιθουανία, Εσθονία, Πολωνία, Τσεχία, Σλοβακία, Ουγγαρία, Ρουμανία και Βουλγαρία βρίσκονται σε διάφορα στάδια υιοθέτησης του ευρώ και αναμένεται να προσχωρήσουν στην ευρωζώνη μέσα στα επόμενα δέκα χρόνια.
Αμέσως μετά από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο τα περισσότερα νομίσματα του βιομηχανοποιημένου κόσμου ήταν στενά συνδεδεμένα με το δολάριο με τον λεγόμενο «κανόνα του χρυσού» υπό το Σύστημα Bretton Woods. Η de facto υπεροχή το δολαρίου και οι αναγκαστικές υποτιμήσεις μερικών Ευρωπαϊκών νομισμάτων οδήγησαν τους Ευρωπαίους πολιτικούς να αποκαταστήσουν αυτήν την ανισορροπία μέσω μεγαλύτερης οικονομικής ενοποίησης μεταξύ των Ευρωπαϊκών εθνών.
Τα σχέδια για ένα κοινό Ευρωπαϊκό νόμισμα ξεκίνησαν το 1969 με την Αναφορά Barre, την οποία εισηγήθηκε η εξαμελής τότε Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (ΕΟΚ ). Ακολούθησε, αργότερα εκείνο το χρόνο, μια συνάντηση των Αρχηγών των Κρατών ή των Κυβερνήσεων στη Χάγη με σκοπό τον σχεδιασμό της δημιουργίας μιας οικονομικής και νομισματικής ένωσης. Η διαδικασία καθυστέρησε λόγω της κατάρρευσης του Συστήματος Bretton Woods το 1971, μετά από τη μονομερή απόφαση του Προέδρου Nixon να καταστήσει το δολάριο αμετάτρεπτο σε χρυσό και την πετρελαϊκή κρίση του 1972. Στο μεταξύ η ΕΟΚ μεγάλωσε και συμπεριλάμβανε πλέον εννέα κράτη, πολλά από τα οποία δίσταζαν να εγκαταλείψουν το εθνικό τους νόμισμα.
Σήμερα, οι συμμετέχουσες Ευρωπαϊκές χώρες μπορούν να ενσωματωθούν σε τρία διαφορετικά οικονομικά στάδια, τα οποία αντιστοιχούν στα ιστορικά στάδια της εξέλιξης της ΕΟΚ.
Στάδιο Ι
Το 1979 καθιερώθηκε το Ευρωπαϊκό Νομισματικό Σύστημα (ΕΝΣ ) για τη σύνδεση των Ευρωπαϊκών νομισμάτων μεταξύ τους και την αποτροπή μεγάλων διακυμάνσεων ανάμεσα στις αντίστοιχες τιμές τους. Το ΕΝΣ δημιούργησε τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Συναλλαγματικών Ισοτιμιών (ΜΣΙ ), στο πλαίσιο του οποίου οι συναλλαγματικές ισοτιμίες του νομίσματος κάθε κράτους-μέλους όφειλαν να περιοριστούν σε ένα στενό περιθώριο διακυμάνσεων (±2,25% ) εκατέρωθεν μιας τιμής αναφοράς. Αυτή η τιμή αναφοράς ορίστηκε σε ένα συγκεντρωτικό καλάθι όλων των συμμετεχόντων νομισμάτων, το οποίο ονομάστηκε Ευρωπαϊκή Νομισματική Μονάδα (ECU), και σταθμίστηκε ανάλογα με το μέγεθος των οικονομιών των κρατών-μελών.
Στα τέλη της δεκαετίας του 1980 η αγορά κάθε κράτους-μέλους ήρθε πιο κοντά με τις γειτονικές της, διαμορφώνοντας αυτό που τελικά θα ονομαζόταν Ευρωπαϊκή Κοινή Αγορά. Το διεθνές εμπόριο στην Κοινή Αγορά δυσχεραινόταν από το ρίσκο των συναλλαγματικών ισοτιμιών – παρά τη σχετική σταθερότητα που έφερε ο ΜΣΙ – και τα αυξημένα κόστη των συναλλαγών που αυτό συνεπαγόταν. Η δημιουργία ενός κοινού νομίσματος για την Κοινή Αγορά φαινόταν μια λογική λύση και έτσι η ιδέα ενός κοινού νομίσματος επανήλθε στο προσκήνιο.
Το Φεβρουάριο του 1986 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή του Jacques Delors πέρασε την Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη, σκοπός της οποίας ήταν να άρει τους θεσμικούς και οικονομικούς περιορισμούς μεταξύ των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και να θέσει το στόχο μιας κοινής Ευρωπαϊκής αγοράς. Το 1989 έγιναν σχέδια για την υλοποίηση της ΟΝΕ σε τρία στάδια. Παρότι οι διαδικασίες του Σταδίου Ι άρχισαν το 1979 με το ΕΝΣ, το πρώτο στάδιο ξεκίνησε επίσημα το 1990, όταν καταργήθηκαν οι έλεγχοι των συναλλαγματικών ισοτιμιών, απελευθερώνοντας έτσι τις κινήσεις κεφαλαίων εντός της ΕΟΚ. Το 1992 τα τρία στάδια που είχε οραματιστεί η Επιτροπή Delors τυποποιήθηκαν στη Συνθήκη του Μάαστριχτ και συμπεριέλαβαν οικονομικά κριτήρια σύγκλισης για την υιοθέτηση του κοινού νομίσματος. Στην ουσία, αυτό μεταμόρφωσε την ΕΟΚ στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Τα κριτήρια για την ιδιότητα του μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης και για την υιοθέτηση του ευρώ διατυπώνονται σε τρία έγγραφα. Το 1ο είναι η Συνθήκη του Μάαστριχτ του 1992, που τέθηκε σε ισχύ την 1η Νοεμβρίου του 1993. Αργότερα εκείνον το χρόνο δημιουργήθηκε το 2ο, από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στην Κοπεγχάγη και τη δημιουργία των «Κριτηρίων της Κοπεγχάγης», τα οποία αποσαφήνισαν τους γενικούς στόχους της Συνθήκης του Μάαστριχτ. Το 3ο είναι η Σύμβαση-Πλαίσιο που τίθεται υπό διαπραγμάτευση με κάθε υποψήφια χώρα πριν από την ένταξή της στην ΕΕ. Τα κριτήρια έχουν επίσης αποσαφηνιστεί στην νομοθεσία της ΕΕ και με αποφάσεις των Ευρωπαϊκών δικαστικών αρχών μέσα στα χρόνια.
Το 1ο Στάδιο της εξέλιξης της ΟΝΕ μπορεί να αντιστοιχιστεί με μια σημερινή υποψήφια χώρα που αρχικά πληροί τα κριτήρια της Κοπεγχάγης και κατόπιν εντάσσεται στην ΕΕ.
Στάδιο ΙΙ
Στη σύνοδο κορυφής της Μαδρίτης τον Σεπτέμβριο του 1995 η Γερμανία υποστήριξε επιτυχώς την αλλαγή του ονόματος του ECU σε «ευρώ». Το λεγόμενο «σενάριο της Μαδρίτης» προέβλεψε επίσης και μια μεταβατική περίοδο ανάμεσα στην λογιστική καθιέρωση του ευρώ και τη χρήση του στις συναλλαγές, η οποία έπεται.
Στο δεύτερο στάδιο της ΟΝΕ δημιουργήθηκε το Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ίδρυμα (ΕΝΙ ) ως πρόδρομος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ ). Τον Ιούνιο του 1997 το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στο Άμστερνταμ ήρθε σε συμφωνία για το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης και δημιούργησε τον ΜΣΙ ΙΙ, που θα διαδεχόταν το Ευρωπαϊκό Νομισματικό Σύστημα και το ΜΣΙ μετά την κυκλοφορία του ευρώ. Τον επόμενο χρόνο το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στις Βρυξέλλες επέλεξε έντεκα χώρες να υιοθετήσουν το ευρώ το 1999 και γεννήθηκε η ΕΚΤ, επιφορτισμένη με την αποστολή να χαράξει τη νομισματική πολιτική για την Ευρωπαϊκή Ένωση και να επιβλέπει τις δραστηριότητες του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών – των εθνικών τραπεζών που θα έθεταν σε εφαρμογή τις αποφάσεις της ΕΚΤ, θα τύπωναν χαρτονομίσματα και θα έκοβαν νομίσματα και θα βοηθούσαν τις πρώτες χώρες του ευρώ να ικανοποιήσουν τα κριτήρια σύγκλισης.
Το 2ο Στάδιο της εξέλιξης της ΟΝΕ μπορεί να αντιστοιχιστεί με ένα πρόσφατα ενταγμένο κράτος-μέλος που εισέρχεται στον ΜΣΙ ΙΙ, όπου πρέπει να παραμείνει τουλάχιστον για δύο χρόνια, πριν υιοθετήσει το ευρώ.
Στάδιο ΙΙΙ
Την 1η Ιανουαρίου 1999 το ευρώ υιοθετήθηκε άυλα, με τις συναλλαγματικές ισοτιμίες για τα νομίσματα 11 κρατών-μελών από τα 15 που ήταν τότε να κλειδώνουν την τελευταία μέρα του 1998. Τον Μηχανισμό Συναλλαγματικών Ισοτιμιών (ΜΣΙ ) διαδέχτηκε ο ΜΣΙ ΙΙ, ο οποίος λειτουργούσε παρόμοια με τον αρχικό ΜΣΙ, αλλά μέσα στο πλαίσιο ενός υφιστάμενου νομίσματος ευρώ. Η ΕΚΤ άρχισε να εφαρμόζει μια κοινή νομισματική πολιτική με τη βοήθεια των Κεντρικών Τραπεζών των κρατών-μελών και άρχισε η μεταβατική περίοδος των τριών ετών που είχε οριστεί στη Μαδρίτη, η οποία θα έληγε την 1η Ιανουαρίου 2002. Στο μέσο του 2000 η Κομισιόν ανακοίνωσε ότι η Ελλάδα μπορούσε επίσημα να προχωρήσει στο τρίτο στάδιο του κοινού νομίσματος την 1η Ιανουαρίου του 2001.
Το ευρώ ήταν πια μια πραγματικότητα για τις 12 χώρες τη λεγόμενης ευρωζώνης – Αυστρία, Βέλγιο, Γαλλία, Γερμανία, Ελλάδα, Ιρλανδία, Ισπανία, Ιταλία, Λουξεμβούργο, Ολλανδία, Πορτογαλία και Φινλανδία. Το χρησιμοποιούσαν στη λογιστική και οι εταιρίες μπορούσαν να διεξάγουν με ασφάλεια συναλλαγές σε ευρώ, εφόσον γνώριζαν ότι οι συναλλαγματικές ισοτιμίες μεταξύ των κρατών-μελών ήταν κλειδωμένες. Οι τιμές σε ευρώ εμφανίστηκαν στους τραπεζικούς λογαριασμούς δίπλα στο εθνικό νόμισμα, ώστε ο κόσμος να εγκλιματιστεί στον νέο νόμισμα.
Κάθε χώρα που θα υιοθετούσε το νέο νόμισμα την 1η Ιανουαρίου του 2002 έπρεπε να πληροί τα «Κριτήρια Σύγκλισης» που προέβλεπε η Συνθήκη του Μάαστριχτ. Τα κριτήρια συμπεριλαμβάνουν τέσσερις προϋποθέσεις:
- Οι ισοτιμίες του νομίσματός της πρέπει να παραμείνουν μέσα στην ζώνη που ορίζει ο ΜΣΙ για δύο τουλάχιστον χρόνια.
- Τα μακροπρόθεσμα επιτόκια δεν μπορούν να είναι ξεπερνάνε κατά περισσότερες από δύο εκατοστιαίες μονάδες τα επιτόκια των τριών πιο αποδοτικών κρατών-μελών.
- Ο πληθωρισμός πρέπει να είναι κάτω από μια τιμή αναφοράς (μέσα σε 3 χρόνια οι τιμές δεν πρέπει να ξεπερνάνε κατά περισσότερο από 1,5% τις αντίστοιχες του πιο αποδοτικού μέλους ).
- Το δημόσιο χρέος πρέπει να είναι μικρότερο από το 60% του ΑΕΠ (ή να βαίνει προς αυτόν τον στόχο ) και τα ελλείμματα του προϋπολογισμού μικρότερα από 3%.
Το 3ο Στάδιο της εξέλιξης της ΟΝΕ μπορεί να αντιστοιχιστεί με ένα κράτος-μέλος που, έχοντας εισέρθει στον ΜΣΙ ΙΙ και ικανοποιήσει τα Κριτήρια Σύγκλισης για δύο τουλάχιστον χρόνια, εισέρχεται στην Ευρωζώνη.
Εξέλιξη της συναλλαγματικής ισοτιμίας
Την πρώτη μέρα της διαπραγμάτευσής του στο χρηματιστήριο της Φρανκφούρτης, στις 4 Ιανουαρίου 1999, το ευρώ είχε τιμή 1,1789 σε σχέση με το Δολάριο ΗΠΑ (US$ ). Από κείνη τη μέρα και μετά η τιμή του έπεφτε, κατέβηκε κάτω από τη μονάδα μόλις ένα χρόνο αργότερα και συνέχισε να πέφτει μέχρι τις 26 Οκτωβρίου 2000, όταν το νέο νόμισμα έφτασε στο ελάχιστό του, στην τιμή US$0,8225. Μέσα στο έτος η μέση ισοτιμία ήταν US$0,95.
Το ευρώ δεν ανέκαμψε μέχρι την κυκλοφορία των ευρώ στην αγορά το 2002, οπότε ανέβηκε από $0,90 σε $1,02 στο τέλος του 2002. Ένα χρόνο αργότερα έφτασε στο $1,24. Το Νοέμβριο του 2004 ξεπέρασε το φράγμα του $1,30 και στις 30 Δεκεμβρίου του 2004 έκλεισε το έτος με την ιστορικά υψηλότερη τιμή του, $1,3668. Μέσα στο 2005 το ευρώ είχε πτωτική πορεία, φτάνοντας μέχρι και $1,18 τον Δεκέμβριο, αφού είχε σημειώσει ακόμα χαμηλότερες τιμές τον Νοέμβριο. Στο 2006 το ευρώ ανήλθε από $1,1813 στις 2 Ιανουαρίου σε $1,2958 στις 5 Ιουνίου. Στο τέλος του χρόνου το νόμισμα σημείωσε νέα κορυφή, πλησιάζοντας την ιστορικά υψηλότερη τιμή του, αφού με ευκολία έσπασε το φράγμα του $1,30, και φαίνεται αποφασισμένο να μείνει σε αυτά τα επίπεδα.
Σημεία κλειδιά:
- Τα σχέδια για ένα κοινό νόμισμα ξεκίνησαν στα τέλη της δεκαετίας του 1960.
- Τρία επίπεδα ολοκλήρωσης της ΟΝΕ: Ένταξη στην ΕΕ, ΜΣΙ ΙΙ, Ευρωζώνη.
- Συνθήκη Μάαστριχτ 1992, Κριτήρια Κοπεγχάγης 1993, ξεχωριστό Πλαίσιο Ένταξης.
- Τέσσερα Κριτήρια Σύγκλισης για την είσοδο στην Ευρωζώνη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου