Δευτέρα 26 Ιανουαρίου 2015

Mangus (UBS): Αρχίζει νέο κεφάλαιο ευρωπαϊκής αστάθειας


26/1/2015

Του George Mangus

Με τη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ ξεκινά ένα νέο κεφάλαιο στην αστάθεια της Ευρώπης, σύμφωνα με τον George Mangus. Οι διαπραγματεύσεις για το χρέος, οι υποχωρήσεις και οι επιπτώσεις στα υπόλοιπα μέλη της ευρωζώνης.

Πριν από τρία χρόνια, ο ΣΥΡΙΖΑ μόλις που αναγνωριζόταν ως ένα σύγχρονο πολιτικό κόμμα. Σήμερα, είναι η νέα κυβέρνηση της Ελλάδας.

Για να εφαρμόσει το φιλόδοξο πρόγραμμά του για οικονομική ανανέωση, το κόμμα πιστεύει πως η Ελλάδα πρέπει να αναδιαπραγματευτεί τους όρους του χρέους της με τους πιστωτές της, την επονομαζόμενη τρόικα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Έχει δεσμευτεί να σταματήσει αυτό που έχει αποκαλέσει ο Αλέξης Τσίπρας «πολιτικές δημοσιονομικού εικονικού πνιγμού» που έχουν μετατρέψει τη χώρα σε αποικία χρέους και έχουν οδηγήσει σε εκτεταμένη φτώχεια και ανεργία. Στην πρώτη σοβαρή αντιπαράθεση μεταξύ των πιστωτών και κράτους-δανειολήπτη από τότε που ξεκίνησε η κρίση στην ευρωζώνη, κάποιος θα πρέπει να υποχωρήσει πρώτος. Ποιος όμως θα είναι αυτός και με ποιες επιπτώσεις;

Η νέα κυβέρνηση και οι πιστωτές της δεν έχουν πολύ χρόνο, ή πολλά κοινά. Οι διαπραγματεύσεις θα πρέπει να ξεκινήσουν γρήγορα για το οφειλόμενο δάνειο και για την αποπληρωμή ομολόγων που λήγουν μέχρι την 1η Μαρτίου, και στη συνέχεια τον Ιούλιο και τον Αύγουστο, όμως τα θέματα αυτά είναι περισσότερο διαδικαστικά, παρά θέματα ουσίας.

Το κρίσιμο ζήτημα στις επερχόμενες διαπραγματεύσεις είναι ότι μια κυβέρνηση της οποίας θα ηγείται ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα μοιάζει με τους προκατόχους της, τα πολιτικά συμφέροντα των οποίων βασικά ευθυγραμμίζονταν με αυτά της τρόικας και με την ώθηση της λιτότητας. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει κρύψει τη βαθιά αντίθεσή του στους όρους που μέχρι τώρα γίνονταν αποδεκτοί.

Είναι πιθανό να επιτευχθεί κάποιου είδους συμβιβασμός αναφορικά με τους όρους του ελληνικού χρέους, που ανέρχεται στα 317 δισ. ευρώ ή στο 175% του ΑΕΠ. Περίπου 80% του χρέους οφείλεται στην τρόικα και η αναδιάρθρωση που έγινε νωρίτερα έχει επιμηκύνει τον μέσο χρόνο λήξης του κατά περισσότερο από 16 χρόνια, με επιτόκιο 2,4%. Ωστόσο, το βάρος του χρέους σε μια αποπληθωριστική οικονομία με βραδεία ανάπτυξη παραμένει μεγάλο.

Ορισμένοι πιστωτές έχουν ήδη αποκλείσει την απαίτηση για διαγραφεί μεγάλο μέρος του εκκρεμούς χρέους. Όμως αυτή, όπως και άλλες πιθανότητες θα μπορούσαν να εξεταστούν, όπως για παράδειγμα μια ρήτρα που θα έδενε την εξυπηρέτηση του υπόλοιπου δανείου με τον ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας, με ακόμα μεγαλύτερη παράταση των λήξεων, με μια μακρά περίοδο χάριτος πριν από την επανέναρξη της εξυπηρέτησης του χρέους και με κάποια χαλάρωση στην αντιμετώπιση των δημοσίων επενδύσεων στο πλαίσιο των κανόνων του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης.

Ωστόσο, το πιο προβληματικό σημείο πιθανότατα θα είναι οι υποχωρήσεις σε ό,τι αφορά τη λιτότητα και τους όρους που συνοδεύουν τα δάνεια. Στο πλαίσιο των υφιστάμενων προγραμμάτων, δεν αναμένονται άλλες μεγάλες μειώσεις στις δημόσιες δαπάνες, όμως οι αυξήσεις στη φορολογία και στα έσοδα υπολογίζεται πως θα διατηρήσουν τη λιτότητα σε μια οικονομία που παραμένει σε ύφεση.

Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει αναγγείλει πως προτεραιότητά του θα είναι η αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης που προκαλεί η στέρηση στέγης, θέρμανσης και τροφής, και στη συνέχεια σκοπεύει να ενεργήσει ώστε να αποκαταστήσει την οικονομική ανάπτυξη, να αυξήσει τη δημιουργία θέσεων εργασίας, τον ελάχιστο μισθό και τις συντάξεις, και να βελτιώσει τον φοροεισπρακτικό μηχανισμό.

Το Βερολίνο και οι Βρυξέλλες πιθανόν θα επιμείνουν πως η Ελλάδα πρέπει να συνεχίσει την τρέχουσα πορεία της και να εφαρμόσει τις ήδη συμφωνηθείσες πολιτικές, ίσως με κάποια μικροαλλαγή εδώ κι εκεί. Βασική ανησυχία είναι να αποφευχθεί μια υποχώρηση στους όρους του χρέους που θα μπορούσε να οδηγήσει σε αιτήματα για παρόμοιο χειρισμό από άλλες χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Ισπανίας, όπου το Podemos, που συντάσσεται με τον ΣΥΡΙΖΑ, ηγείται στις δημοσκοπήσεις εν όψει των σημαντικών εθνικών εκλογών που διενεργούνται φέτος. Ωστόσο, στην πολιτική πιστωτή-χρεώστη, η ισορροπία του πλεονεκτήματος ορισμένες φορές γέρνει προς τον δεύτερο μετά από μια περίοδο δυσκολιών και υποταγής, καθώς οι χρεώστες σταδιακά ανακτούν τη δημοσιονομική τους ισορροπία και την πολιτική τους αυτοπεποίθηση.

Η Ελλάδα μπορεί να πλησιάζει σε αυτό ακριβώς το σημείο. Το έλλειμμα του προϋπολογισμού της έχει σχεδόν εξαλειφθεί, ενώ το πρωτογενές ισοζύγιο, δηλαδή εξαιρουμένων των πληρωμών τόκων, προβλέπεται από το ΔΝΤ να διαμορφωθεί μεταξύ του 3% και του 5% του ΑΕΠ το 2015. Η Ελλάδα έχει επίσης εξωτερικό πλεόνασμα περίπου 1% του ΑΕΠ, έναντι ελλείμματος άνω του 14% την περίοδο 2008-2009.

Είναι δύσκολο να προβλεφθεί ποιος θα υποχωρήσει πρώτος. Μια περαιτέρω και επικίνδυνη αβεβαιότητα προκύπτει από την κατάσταση των ελληνικών τραπεζών, οι οποίες είδαν εκροές καταθέσεων πριν από τις εκλογές, και οι οποίες εξακολουθούν να εξαρτώνται από τα σχεδόν 50 δισ. ευρώ του ELA, τα οποία έχουν εγκριθεί από την ΕΚΤ.

Αν η Ελλάδα πιέσει υπερβολικά με τις απαιτήσεις της, θα μπορούσε να αποσυρθεί η έγκριση, γεγονός που θα πυροδοτούσε μια νέα τραπεζική και οικονομική κρίση. Η ΕΚΤ δύσκολα θα ενέκρινε δάνεια αν η ελληνική κυβέρνηση ως εγγυητής επιχειρούσε να χαλαρώσει ή να ακυρώσει όρους. Αυτό θα έριχνε την ελληνική κυβέρνηση, θα οδηγούσε σε επιβολή ελέγχων στη διακίνηση κεφαλαίων, και, στην ακραία περίπτωση, θα προκαλούσε πολιτική διαμάχη που θα κατέληγε στον εφιάλτη των περισσοτέρων ανθρώπων, δηλαδή στην αμφισβήτηση της συμμετοχής της Ελλάδας στην ευρωζώνη. Όμως η ΕΚΤ, που εφαρμόζει τώρα πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, δύσκολα θα ήθελε να επιταχύνει ένα τέτοιο αποτέλεσμα.

Το πολύ που μπορούμε να πούμε είναι ότι αν υποχωρήσουν οι πιστωτές της Ελλάδας, ο αντίκτυπος θα είναι μια οικονομική ανακούφιση του Νότου και μια οικονομική αγωνία στον Βορρά, κάτι που δύσκολα θα προωθούσε τον στόχο της πολιτικής ενότητας. Εάν υποχωρήσει η Ελλάδα, καθιστώντας αναποτελεσματικό το πρόγραμμα οικονομικής ανανέωσής της, τότε το αφήγημα της δυσπιστίας μεταξύ του Βορρά και του Νότου στην ευρωζώνη θα ενταθεί, με επικίνδυνες πολιτικές συνέπειες.

Ο ΣΥΡΙΖΑ κέρδισε μια σημαντική νίκη, όμως το νέο κεφάλαιο στην ευρωπαϊκή αστάθεια μόλις τώρα αρχίζει.

*Οικονομικός σύμβουλος και πρώην chief economist της UBS.

Πηγή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου