23/6/2020
Του Wolfgang Münchau
Γιατί είναι παράλογη η στάση τόσο των ΗΠΑ όσο και της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την ψηφιακή φορολόγηση, τους δασμούς σε τρόφιμα και αυτοκίνητα και το φυσικό αέριο. Τα ανοικτά μέτωπα και ο κίνδυνος εμπορικής σύρραξης.
Οι ΗΠΑ δεν θέλουν ο υπόλοιπος κόσμος να φορολογήσει τα μονοπωλιακά κέρδη των αμερικάνικων τεχνολογικών εταιρειών. Οι Γερμανοί θέλουν να προχωρήσουν τη μεμπτή συμφωνία με τη Ρωσία για τον αγωγό φυσικού αερίου. Η Ευρωπαϊκή Ένωση προστατεύει την αυτοκινητοβιομηχανία της από τον ξένο ανταγωνισμό, όμως «βγάζει καπνούς» όταν ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ απειλεί να κάνει το ίδιο στις εισαγωγές ευρωπαϊκών αυτοκινήτων. Αυτά είναι ορισμένα από τα βασικά σημάδια μιας διατλαντικής εμπορικής σύγκρουσης που πλησιάζει ταχύτατα.
Την περασμένη εβδομάδα, τα γεγονότα πήραν τροπή προς το χειρότερο, όταν οι ΗΠΑ αποχώρησαν από τις πολυμερείς διαπραγματεύσεις για την εξεύρεση συμφωνίας επί ενός παγκόσμιου πλαισίου για έναν ψηφιακό φόρο. Ο ΟΟΣΑ συντονίζει τις προσπάθειες για την εξεύρεση παγκόσμιας συναίνεσης ως προς το πώς να φορολογηθούν τα κέρδη των παγκόσμιων ψηφιακών εταιρειών. Η συμφωνία θα είχε αποσοβήσει μια εμπορική σύγκρουση. Όμως η αποχώρηση των ΗΠΑ καθιστά τη σύγκρουση αυτή πιθανότερη.
Το υπουργείο Εμπορίου των ΗΠΑ έχει ήδη ολοκληρώσει έρευνα, τον Δεκέμβριο, για τον ψηφιακό φόρο της Γαλλίας, στο πλαίσιο του Section 301 της Εμπορικής Πράξης του 1974. Από την έρευνα συμπέρανε πως η φορολόγηση συνιστά διάκριση κατά των αμερικανικών τεχνολογικών εταιρειών. Η Ουάσινγκτον έχει απειλήσει με επιβολή δασμών στο γαλλικό τυρί και στη σαμπάνια, ως αντίποινα. Στις αρχές του μήνα, το υπουργείο Εμπορίου των ΗΠΑ άνοιξε επίσης ξεχωριστή έρευνα για τους ψηφιακούς φόρους που εξετάζουν να επιβάλλουν, μεταξύ άλλων, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Ιταλία και η Βραζιλία. Το συμπέρασμα κατά πάσα βεβαιότητα θα είναι το ίδιο με αυτή της αναφοράς για τη Γαλλία.
Εν τω μεταξύ, μαίνεται μια παράλληλη διατλαντική διαμάχη αναφορικά με τον Nordstream 2, τον αγωγό της Βαλτικής που δεν έχει ακόμα ολοκληρωθεί, ο οποίος θα μεταφέρει ρωσικό αέριο στη δυτική Ευρώπη. Μια δικομματική ομάδα Αμερικανών Γερουσιαστών έχει προτείνει νομοθεσία για την επέκταση των κυρώσεων σε ένα ευρύτερο δίκτυο εταιρειών, στο πλαίσιο της πράξης με το περίεργο όνομα «Διευκρινιστική Πράξη για την Προστασία της Ευρωπαϊκής Ενεργειακής Ασφάλειας». (Προσπαθώ να φανταστώ τι θα συνέβαινε εάν η ΕΕ περνούσε νόμο για να διευκρινίσει αυτή την αμερικανική πολιτική).
Και το αποκορύφωμα είναι πως ο κ. Τραμπ απειλεί να μειώσει τον αριθμό των Αμερικανών στρατιωτών που είναι τοποθετημένοι στη Γερμανία, σε ένδειξη διαμαρτυρίας για την άρνηση του Βερολίνου να αυξήσει τις αμυντικές δαπάνες για να φτάσει στους συμφωνημένους στόχους του ΝΑΤΟ. Και έπειτα υπάρχει η πανταχού παρούσα απειλή των αμερικανικών δασμών στα αυτοκίνητα. Όλα αυτά θα κλιμακωθούν τους επόμενους μήνες.
Οι Ευρωπαίοι τείνουν να σχετίζουν την επιδείνωση των διμερών σχέσεων ΗΠΑ-ΕΕ με την προσωπικότητα του κ. Τραμπ. Όμως όποιους δασμούς, τέλη ή κυρώσεις και αν επιβάλλει ο κ. Τραμπ στην Ευρώπη, τα περισσότερα πιθανότατα θα συνεχίσουν να ισχύουν ακόμα και αν δεν επανεκλεγεί. Και αν πράγματι παραμείνει στον Λευκό Οίκο, είναι λογικό να αναμένεται πως η σχέση θα επιδεινωθεί ακόμα περισσότερο. Άρα, ό,τι και αν συμβεί, η βλάβη στη διατλαντική συμμαχία θα συνεχιστεί.
Αν η πανδημία ήταν πράγματι ένα συμμετρικό παγκόσμιο σοκ, η ιστορία των επιδεινούμενων εμπορικών σχέσεων μπορεί να είχε πάρει άλλη τροπή. Οι χώρες θα είχαν μεγαλύτερο κίνητρο να ευθυγραμμίσουν τις πολιτικές τους, αλλά οι ΗΠΑ μπορεί κάλλιστα να βγουν από την ύφεση ταχύτερα απ’ ό,τι η ΕΕ -όπως έκαναν και μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση. Παρά τον υψηλότερο αριθμό κρουσμάτων και θανάτων που σχετίζονται με τον κορωνοϊό, έχουν μια πιο εύρωστη οικονομία και εξαρτώνται λιγότερο από τις παγκόσμιες αλυσίδες προμήθειας απ’ ό,τι η Ευρώπη.
Νομίζω πως οι χώρες της ΕΕ έχουν δίκιο να προωθούν τον ψηφιακό φόρο. Η ψηφιακή οικονομία είναι ένας από τους λίγους τομείς που τα πήγαν καλά κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Δεν υπάρχει λόγος αυτός ο κερδοφόρος τομέας να μην πληρώσει το μερίδιο που του αναλογεί.
Η φοροαποφυγή από μεγάλες εταιρείες έχει επίσης γίνει μεγάλο πολιτικό ζήτημα στη Γαλλία, στη Γερμανία και στο Ηνωμένο Βασίλειο. Ο Εμμανουέλ Μακρόν θα έθετε σε κίνδυνο τις πιθανότητές του να παραμείνει πρόεδρος το 2022, εάν υπέκυπτε στα συμφέροντα των αμερικανικών τεχνολογικών κολοσσών. Ο Ρόμπερτ Λάιτχαϊζερ, ο εμπορικός αντιπρόσωπος των ΗΠΑ, δήλωσε την περασμένη εβδομάδα πως οι ΗΠΑ δεν θα συμφωνήσουν σε ένα deal με το Ηνωμένο Βασίλειο, χωρίς να υπάρχει πρόσβαση στην αγορά για τα αμερικανικά προϊόντα -τα περιβόητα απολυμασμένα με χλωρίνη κοτόπουλα. Αλλά η θέση των ΗΠΑ για τους ψηφιακούς φόρους είναι παράλογη.
Βλέπω με μεγαλύτερη συμπάθεια τη θέση τους για τα αυτοκίνητα. Η ΕΕ κάνει διάκριση μεταξύ των εισαγωγέων μέσω ενός δασμού 10% και μέσω της επιβολής προτύπων που προστατεύουν την εγχώρια βιομηχανία. Νομίζω πως οι ΗΠΑ έχουν επίσης δίκιο να επικρίνουν την εξάρτηση της Ευρώπης από το ρωσικό αέριο και την επίπτωση του Nordstream 2 στις χώρες τις ανατολικής Ευρώπης.
Η συμβουλή μου στην ΕΕ είναι να επιλέξει τη σωστή μάχη -αυτήν για τους ψηφιακούς φόρους- και να κάνει συμβιβασμούς στις άλλες. Αλλά αυτό θα αποτελούσε θρίαμβο της ελπίδας επί της εμπειρίας. Η Γερμανία δεν δείχνει σημάδια συμβιβασμού για τον Nordstream 2, η Γαλλία δεν θα συμφωνήσει στην εξάλειψη των δασμών στα αυτοκίνητα και οι ΗΠΑ έχουν αποχωρήσει από τις διαπραγματεύσεις για την επίτευξη ενός δίκαιου παγκόσμιου φορολογικού καθεστώτος για τις ψηφιακές υπηρεσίες.
Όλοι συμπεριφέρονται παράλογα. Άρα πρόκειται για μια σύγκρουση που θα εξελιχθεί. Όπως είπε και ο Χένρι Κίσινγκερ για τον πόλεμο Ιράκ-Ιράν, «είναι κρίμα που δεν μπορούν να χάσουν και οι δύο».
Το ίδιο αισθάνομαι σ’ αυτή την περίπτωση.
Πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου