10/6/2013
Του Wolfgang Münchau
Ήταν η πιο τίμια και διαυγής ανάλυση από επίσημο οργανισμό για την κρίση στην ευρωζώνη μέχρι σήμερα. Μέσα σε 50 μόνο σελίδες, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο παρήγαγε μια ακριβή και σοβαρή ανάλυση για το τι πήγε στραβά με το ελληνικό πρόγραμμα διάσωσης.
Ήταν επίσης μια κατακραυγή της επικρατούσας άποψης για την ευρωπαϊκή πολιτική. Οι σχολιαστές -όπως και εγώ- επιτίθενται σε αυτήν την άποψη εδώ και τρία χρόνια. Είναι η πρώτη φορά που ένας επίσημος θεσμός ενώνει μαζί μας τη φωνή του.
Σύμφωνα με το ΔΝΤ, το θεμελιώδες σφάλμα ήταν η υπερβολική αισιοδοξία για την οικονομική ανάπτυξη. Ήταν λάθος κυρίως με την έννοια ότι προκάλεσε κι άλλα λανθασμένα συμπεράσματα για τη μείωση του χρέους, τις πιέσεις στον τραπεζικό τομέα, την ταχύτητα των μεταρρυθμίσεων και τη βιωσιμότητα του χρέους. Επιπλέον, δεν ήταν ένα απλό σφάλμα από κακοτυχία. Οι σοβαρές οικονομικές επιπτώσεις της συμφωνημένης ελληνικής προσαρμογής δεν ήταν απλώς ορατές: τις είχαν πράγματι προβλέψει πολλοί επικριτές, όπως παραδέχεται ανοιχτά το ΔΝΤ.
Το άλλο μεγάλο λάθος που παραδέχεται η ανάλυση αφορά τον υπερβολικά μεγάλο χρόνο που πέρασε μέχρι να συμφωνηθεί η αναδιοργάνωση του ελληνικού χρέους. Όταν έγινε η συμφωνία, οι περισσότεροι ιδιώτες επενδυτές είχαν ήδη αποχωρήσει.
Οι επιπτώσεις αυτών των συσσωρευμένων σφαλμάτων είναι βαριές. Το πιο σημαντικό είναι ότι καθιστούν αδύνατη την επίλυση της κρίσης μέσα στις παρούσες παραμέτρους. Σε ξεχωριστή ανάλυση το ΔΝΤ κατέληξε ότι η ανάλυση για τη βιωσιμότητα του χρέους πάνω στην οποία στηρίχθηκε η διάσωση του 2012 της Ελλάδας είναι ήδη άκυρη. Καταλήγει στο ότι θα πρέπει να γίνει κι άλλο ξαλάφρωμα από το χρέος απ' όσο έχει προβλεφθεί -περίπου 7% του ΑΕΠ- για να γίνει εφικτός ο στόχος βιωσιμότητας του χρέους του 124% το 2020 και του 110% το 2022. Στη συμφωνία του 2012 αναγνωρίζεται τρύπα 4% του ΑΕΠ που εξακολουθεί να πρέπει να καλυφθεί. Αυτή η εκτίμηση δεν ακούγεται πολύ μεγάλη, αλλά στηρίζεται κι αυτή σε θετικές προϋποθέσεις. Και είναι, όπως πάντα, ο ελάχιστος αριθμός.
Προσωπικώς πιστεύω ότι η Ελλάδα θα παραμείνει κολλημένη σε έναν φαύλο κύκλο ύφεσης και αποπληθωρισμού χρέους, μέχρι είτε να φύγει από την ευρωζώνη και να κηρύξει στάση πληρωμών μονομερώς, είτε να γίνει θεμελιώδης αλλαγή στη στρατηγική. Για το δεύτερο απαιτούνται δύο προσαρμογές στο υπάρχον πρόγραμμα:
Η πρώτη θα είναι ο επαναπροσδιορισμός της βιωσιμότητας του χρέους. Ο στόχος του 124% του ΑΕΠ είναι αυθαίρετος και απατηλός. Είναι αυθαίρετος γιατί δεν υπάρχει οικονομική δικαιολογία γι' αυτά το νούμερα. Και είναι απατηλός γιατί οι επενδυτές δεν θεωρούν πλέον το ελληνικό χρέος εθνικό χρέος (sovereign), αλλά "υπό του εθνικού χρέους" (sub-sovereign). Τα ενεργητικά "υπό του εθνικού χρέους", όπως των πολιτειών των ΗΠΑ ή των κρατιδίων της Γερμανίας, δεν μπορούν να έχουν τους ίδιους συντελεστές χρέους προς το ΑΕΠ με τα εθνικά, γιατί δεν έχουν τη δυνατότητα να τυπώσουν δικό τους χρήμα. Ένα μέγεθος στην κλίμακα του 60-80% θα ήταν πιο ρεαλιστικό.
Δεύτερον, τυχόν νέα ανάλυση για τη βιωσιμότητα του χρέους θα πρέπει να στηρίζεται σε πιο επιφυλακτικές προβλέψεις για τη μελλοντική ανάπτυξη και την ταχύτητα των μεταρρυθμίσεων. Ο συνδυασμός του πιο ρεαλιστικού στόχου για το χρέος και για την προσαρμογή, λογικά δεν συνάδει με το αξιόχρεο. Αφού δεν απομένουν αρκετοί ακόμη επενδυτές για να συμμετάσχουν σε διάσωση, μόνο ο επίσημος κλάδος μένει να εμπλακεί. Αυτό όμως ήταν πάντα και παραμένει ένα θέμα ταμπού, γιατί θα ήταν μια παραδοχή ότι η κρίση θα κοστίσει στους Βορειοευρωπαίους πολλά χρήματα.
Κι αυτό δεν είναι ένα μήνυμα που θέλει η γερμανική κυβέρνηση να πουλήσει, τρεις μήνες πριν από τις εκλογές. Υποπτεύομαι ότι ούτε μετά τις εκλογές θα υπάρχει κάποιο μήνυμα που θα μπορεί να πουλήσει. Η μόνη, περιορισμένη, μορφή συμμετοχής του επίσημου τομέα που θα μπορούσα να δω είναι μέσω «ανοχής» στο χρέος, όπου οι πιστωτές και οι χρεωμένοι θα συμφωνήσουν να αυξηθεί η διάρκεια της πίστωσης και να μειωθούν τα επιτόκια.
Είναι μια μορφή καλυμμένης ανακούφισης από το χρέος, αλλά δεν μου φαίνεται εύκολο να εφαρμοστεί σε μεγάλη κλίμακα. Χωρίς μια ρεαλιστική προοπτική ανακούφισης από το χρέος, όμως, η Ελλάδα θα έχει ένα λογικό οικονομικό κίνητρο να φύγει από την ευρωζώνη, όταν πετύχει πρωτογενές πλεόνασμα και εφαρμόσει μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας που θα της δώσουν τη δυνατότητα να ευνοηθεί από μια υποτίμηση και στάση πληρωμών. Αυτή η ώρα δεν έχει έρθει, αλλά πλησιάζει.
Η εσωτερική έκθεση του ΔΝΤ είναι επίσης διαυγής όσον αφορά την περιγραφή των πολιτικών προβλημάτων που αντιμετώπισε ως μέλος της τρόικας. Το ΔΝΤ είναι σαφέστατο ότι δεν νιώθει καθόλου καλά με την υποβάθμισή του στη θέση του ελάσσονος εταίρου, δεδομένου ότι είναι ο μόνος θεσμός στην τρόικα που έχει κάποια τεχνογνωσία στην επίλυση κρίσεων.
Ποια επίδραση στη στρατηγική θα έχει η ανάλυση του ΔΝΤ; Το ταμείο σίγουρα δεν εφάρμοσε το νέο σκεπτικό του, όταν διαπραγματευόταν τη διάσωση της Κύπρου. Η πρόβλεψή του τον περασμένο μήνα ότι η χώρα θα επιστρέψει σε ανάκαμψη το 2015 ήταν γελοία, ειδικά αν σκεφτούμε το τι συνέβη στην Ελλάδα. Είναι δύσκολο να μην σκεφτούμε ότι το ΔΝΤ ίσως δεν μιλάει με μια φωνή σε αυτήν την περίπτωση. Όταν ο P. Thomsen, επικεφαλής της αντιπροσωπείας στην Ελλάδα, είπε το ΔΝΤ θα το ξαναέκανε, αν είχε τις ίδιες πληροφορίες, δεν δημιούργησε την εντύπωση ότι υιοθετεί το μήνυμα αυτής της ανάλυσης. Ενώ η Ουάσιγκτον έστελνε το mea culpa της, ο κ. Thomsen τραγουδούσε... je ne regrette rien.
Αν κρίνουμε από την έντονη αντίδραση του Ευρωπαίου οικονομικού επιτρόπου Olli Rehn, πιστεύω ότι οι ρυθμιστές της ευρωζώνης θα αγνοήσουν τις συστάσεις. Η γερμανική κυβέρνηση είναι σχεδόν βέβαιο ότι δεν θα αποδεχτεί τέτοια συμπεράσματα. Αν το ΔΝΤ σοβαρολογεί με την ανάλυσή του -όπως θα έπρεπε- θα πρέπει είτε να επιβάλει αλλαγή πολιτικής, είτε να είναι έτοιμο να εγκαταλείψει την τρόικα.
Πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου