Παρασκευή 14 Μαρτίου 2014

"Μαρίδες" και "ρέγγες" οι Έλληνες φορολογούμενοι...


11/3/2014    

Το χιούμορ στο υπουργείο Οικονομικών δεν φαίνεται να περισσεύει, αφού με τις  νηπιακού χαρακτήρα οδηγίες που δίνει σε εφοριακούς, δείχνει θεωρεί τόσο τους φορολογούμενους πολίτες όσο και τους εφοριακούς άβουλα όντα...

Πρόκειται στην πραγματικότητα για σεμινάρια προς «μάλλον ηλίθιους» για το πώς να μένουν συγκεντρωμένοι και προσηλωμένοι στο φοροκυνηγητό και να παραπλανούν, ενίοτε να εξημερώνουν διά επιστημονικών μεθόδων κοροϊδίας τους φορολογούμενους.  Τα σεμινάρια αυτά άρχισαν την περασμένη εβδομάδα στη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων και χαρακτηριστικό του ύφους και του περιεχομένου τους είναι η ιστορία που διανέμουν οι υπεύθυνοι στους εφοριακούς και με την οποία ξεκινά η… παράδοση των μαθημάτων. Η ιστορία έχει τίτλο «Ο θαλάσσιος ελέφαντας και η μισή πληροφόρηση» και η αλληγορία της είναι αφοπλιστική: οι εφοριακοί είναι οι θαλάσσιοι ελέφαντες που έχουν πρωταρχικό σκοπό να πιάσουν ρέγγες, δηλαδή φορολογούμενους και φορολογικά έσοδα, αλλά για να τα καταφέρουν αποτελεσματικά οφείλουν να ακολουθούν σωστές μεθόδους διοίκησης και συνεργασίας και να ενημερώνουν την ηγεσία για τα πάντα - και κυρίως για τα πραγματικά δεδομένα και τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η υπηρεσία στο έργο της! 

Απολαύστε την αφοπλιστική αλληγορία του υπουργείου Οικονομικών, με τους Έλληνες φορολογούμενους να χαρακτηρίζονται «ρέγγες» και «μαρίδες»:

«Τι γίνεται εκεί κάτω;» φώναξε ο θαλάσσιος ελέφαντας από τη θέση του πάνω στον ψηλότερο βράχο κοντά στην ακτή. Περίμενε τα καλά νέα. Κάτω, οι μικρότεροι θαλάσσιοι ελέφαντες συνομιλούσαν βιαστικά μεταξύ τους. Τα πράγματα δεν πήγαιναν καθόλου καλά, αλλά κανείς από αυτούς δεν ήθελε να πει τα άσχημα νέα στον Αρχηγό. Ήταν ο μεγαλύτερος και ο πιο σοφός θαλάσσιος ελέφαντας στο κοπάδι, και ήξερε τη δουλειά του, αλλά θύμωνε εύκολα και κάθε μέλος του κοπαδιού έτρεμε την άγρια φωνή του. «Τι θα του πούμε;» ψιθύριζε ο Βασίλης, ο δεύτερος τη τάξει θαλάσσιος ελέφαντας. Θυμάται πολύ καλά πως ο Αρχηγός «άστραψε και βρόντηξε» την τελευταία φορά που το κοπάδι έπιασε μικρότερο από το αναμενόμενο ποσοστό ψαριών (ρέγγες) και δεν είχε καμία διάθεση να ξαναζήσει αυτή την εμπειρία.

Παρ’ όλα αυτά  είχε παρατηρήσει ότι εδώ και αρκετές εβδομάδες η στάθμη του νερού στο κοντινό Αρκτικό λιμάνι έπεφτε συνεχώς και έπρεπε να ταξιδεύουν σε μεγαλύτερη απόσταση για να πιάσουν τα ολοένα και λιγότερα διαθέσιμα ψάρια. Κάποιος έπρεπε να το πει στον Αρχηγό. Αυτός κατά πάσα πιθανότητα θα ήξερε τι να κάνει. Αλλά ποιος θα του το πει; Και με ποιο τρόπο; Τελικά, ο Βασίλης το αποφάσισε και του μίλησε: «Τα πράγματα πάνε αρκετά καλά Αρχηγέ», του είπε. Η σκέψη της στάθμης του νερού που συνεχώς υποχωρεί βάρυνε την ψυχή του, αλλά συνέχισε: «Μάλιστα, είναι γεγονός ότι η παραλία μοιάζει να μεγαλώνει».

Ο Αρχηγός μουρμούρισε κοφτά: «Ωραία, ωραία», είπε. «Αυτό θα μας δώσει περισσότερο χώρο να κινούμαστε». Έκλεισε τα μάτια του και συνέχισε να χαλαρώνει ξαπλωμένος στον ήλιο.

Η επόμενη μέρα έφερε περισσότερους μπελάδες. Ενα νέο κοπάδι θαλάσσιων ελεφάντων κατηφόρισε στην ακτή και, σε συνδυασμό με τη μειωμένη προσφορά ψαριών, η εισβολή αυτή θα μπορούσε να γίνει επικίνδυνη. Κανείς δεν ήθελε να το πει στην Αρχηγό, αν και μόνον εκείνος θα μπορούσε να πάρει τις αναγκαίες αποφάσεις για να αντιμετωπίσει το νέο αυτό ανταγωνισμό.

Απρόθυμα, ο Βασίλης πλησίασε το μεγάλο θαλάσσιο ελέφαντα, ο οποίος ακόμα λιαζόταν πάνω στο μεγάλο βράχο. Μετά από σύντομη ψιλοκουβεντούλα του είπε: «Α, παρεμπιπτόντως Αρχηγέ, ένα νέο κοπάδι έχει εγκατασταθεί στην περιοχή μας». Ο Σοφός γούρλωσε τα μάτια του και άρχισε να φουσκώνει σαν να ετοιμάζεται για μια δυνατή κραυγή. Τότε ο Βασίλης πρόσθεσε βιαστικά, «Φυσικά δεν περιμένουμε ότι θα δημιουργήσουν κάποιο πρόβλημα. Δε μου μοιάζουν να τρώνε ρέγκες. Πιο πιθανό να τρώνε μαρίδες, και όπως ξέρετε, εμείς ούτε που ασχολούμαστε με τις μαρίδες».

Ο Αρχηγός ξεφύσηξε με μεγάλο αναστεναγμό ανακούφισης, «Μπράβο, μπράβο», είπε. «Δεν υπάρχει λοιπόν λόγος να ανησυχούμε για το τίποτα, έτσι δεν είναι;»

Τα πράγματα δεν βελτιώθηκαν τις επόμενες εβδομάδες. Μια μέρα, κοιτάζοντας από το μεγάλο βράχο όπου στεκόταν, ο Αρχηγός παρατήρησε ότι μέρος του κοπαδιού φαινόταν να λείπει. Κάλεσε το Βασίλη και ενοχλημένος τον ρώτησε «Τι συμβαίνει Βασίλη; Πού πήγαν όλοι;” Ο καημένος ο Βασίλης δεν είχε το θάρρος να πει στον  Αρχηγό ότι πολλοί νέοι θαλάσσιοι ελέφαντες εγκατέλειπαν κάθε ημέρα το κοπάδι για να μπουν σε άλλα κοπάδια. Καθαρίζοντας νευρικά το λαιμό του, είπε: «Λοιπόν Αρχηγέ, έχουμε αρχίσει να είμαστε πιο αυστηροί. Ξέρετε, να αφήνουμε τους “αδύναμους κρίκους” να φύγουν. Εξάλλου, ένα κοπάδι είναι τόσο καλό, όσο οι θαλάσσιοι ελέφαντες που το απαρτίζουν.»

«Έτσι, έτσι, η σωστή διοίκηση απαιτεί θυσίες», είπε ο Αρχηγός. «Χαίρομαι που ακούω πως όλα πάνε τόσο καλά».

Προτού περάσει πολύς καιρός, όλοι εκτός από το Βασίλη είχαν φύγει με άλλα κοπάδια και ο Βασίλης αντιλήφθηκε ότι έφτασε η ώρα να πει στον Αρχηγό τι πραγματικά συμβαίνει. Τρομοκρατημένος, αλλά αποφασισμένος, σκαρφάλωσε στο μεγάλο βράχο, «Αρχηγέ», του είπε, «έχω άσχημα νέα. Όλο το υπόλοιπο κοπάδι σας εγκατέλειψε.» Ο γέρο-ελέφαντας ήταν τόσο έκπληκτος που δεν μπορούσε ούτε να φωνάξει στο βοηθό  του. «Με εγκατέλειψαν;» ψέλλισε, «Όλοι τους; Μα, γιατί; Πώς έγινε αυτό;»

Ο Βασίλης δεν είχε το κουράγιο να του πει και μόνο σήκωσε τους ώμους απογοητευμένος.«Δεν το καταλαβαίνω», είπε ο Αρχηγός. «Και πάνω που όλα πήγαιναν τόσο καλά».

Πηγή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου