15/6/2018
Του Martin Sandbu
Το παζάρι ανάμεσα σε Γερμανία και Γαλλία θα καθορίσει πολλά για το μέλλον της ευρωζώνης. Η πρόταση για ένα προϋπολογισμό επενδύσεων και το ζήτημα της κοινής εγγύησης καταθέσεων. Γιατί είναι αναγκαίο ένα ευρωομόλογο.
Οι προετοιμασίες για τη σύνοδο κορυφής της ευρωζώνης στο τέλος του μήνα καταδεικνύουν πως οι αποφάσεις που θα ληφθούν – ή θα αγνοηθούν – εμπίπτουν σε τρεις κατηγορίες.
Η πρώτη αφορά την «ολοκλήρωση της τραπεζικής ένωσης»: πρόκειται για βήματα που συμπληρώνουν τις ήδη ανεπτυγμένες προσπάθειες για τον εξευρωπαϊσμό του τραπεζικού συστήματος. Η δεύτερη έχει να κάνει με την ενίσχυση της ικανότητας του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM) να χορηγεί έκτακτα δάνεια σε κυβερνήσεις και την μετατροπή του σε «Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο». Η τρίτη σχετίζεται με την δημιουργία μιας κάποιου είδους «δημοσιονομικής ικανότητας», ενός χρηματοδοτούμενου από τους φορολογούμενους μηχανισμού που θα διασφαλίζει μακροοικονομική σταθερότητα όταν μια χώρα αντιμετωπίζει οικονομικά προβλήματα.
Τι πρέπει να περιμένουμε σε κάθε ένα από τα ζητήματα αυτά; Την περασμένη χρονιά, το πιο διαδεδομένο αλλά απλοϊκό αφήγημα ήταν πως η έκβαση θα καθοριστεί από το γαλλογερμανικό παζάρι, ειδικά δεδομένης της επιλογής του Εμανουέλ Μακρόν να καταστήσει την εμβάθυνση της ευρωζώνης τον βασικό στόχο της προεδρίας του. Από την οπτική αυτή, το γερμανικό ενδιαφέρον για δημοσιονομική πειθαρχεία και αυτάρκεια θα εξισορροπιστεί από μια γαλλική ώθηση για «αλληλεγγύη» και πολιτικό έλεγχο της οικονομίας.
Αλλά έχουν φυσικά σημασία και άλλες χώρες. Η «νέα χανσεατική λίγκα» οκτώ μικρότερων κρατών από το βόρειο τμήμα της Ε.Ε. εξέδωσε κοινό ανακοινωθέν το Μάρτιο, το οποίο τόνιζε την αξία της αυτάρκειας, εστιάζοντας στην ολοκλήρωση της τραπεζικής ένωσης παρά στην δημοσιονομική ενοποίηση. Εν τω μεταξύ, η νέα ιταλική κυβέρνηση στηρίζει αποκλειστικά τις γαλλικές προτάσεις. Η συνεισφορά της Ισπανίας – προτού αναλάβει η νέα κεντροαριστερή κυβέρνηση τον προηγούμενο μήνα – ήταν κάπου στη μέση, δίνοντας έμφαση στην σταθεροποίηση της αγοράς και ταυτόχρονα ζητώντας μια ρητή διορία για κοινή εγγύηση των καταθέσεων και υποστηρίζοντας τη δημιουργία κοινού ταμείου έκτακτης στήριξης και μηχανισμούς τόνωσης των επενδύσεων.
Τι σημαίνουν τα παραπάνω σχετικά με αυτό που θα συμφωνηθεί; Ακολουθούν οι προσδοκίες που εκφράζουν όσοι λαμβάνουν τις αποφάσεις.
Σε ότι αφορά την τραπεζική ένωση, φαίνεται να υπάρχει συμφωνία να επιτραπεί στον ESM να αποτελέσει τον μηχανισμό προστασίας του κοινού συστήματος για την εκκαθάριση προβληματικών τραπεζών. Υπάρχει λιγότερη αισιοδοξία για μια συμφωνία στην κοινή εγγύηση καταθέσεων, αν και υπάρχει μεγάλη στήριξη επί της αρχής, εφόσον δεν βάζει σε δύσκολες θέσεις τις τράπεζες κάποιων χωρών για προβλήματα σε τράπεζες άλλων χωρών. Το κρίσιμο ζήτημα εδώ είναι κατά πόσον μπορεί να συμφωνηθεί ένα αυστηρό χρονοδιάγραμμα για την εισαγωγή μιας κοινής εγγύησης καταθέσεων, με βάση τις ισπανικές προτάσεις.
Όσον αφορά τον ESM, υπάρχει όλο και μεγαλύτερη σύγκλιση στο να ενισχυθεί η ικανότητα του να ελέγχει τις οικονομικές πολιτικές σε χώρες που λαμβάνουν έκτακτα δάνεια, μετατρέποντας τον σε μια ευρωπαϊκή εκδοχή του ΔΝΤ. Την ίδια στιγμή, η Γερμανίδα καγκελάριος Άγκελα Μέρκελ έχει καταθέσει μια πολύ συγκεκριμένη πρόταση για μια επιπρόσθετη μορφή πιο βραχυπρόθεσμου δανεισμού που μπορεί να χορηγήσει ο ESM σε χώρες που αντιμετωπίζουν προσωρινό μόνο πρόβλημα εξόδου στις αγορές. Εκεί που ακόμα δεν υπάρχει συναίνεση είναι στην προσέγγιση για την αναδιάρθρωση του κρατικού χρέους όταν αυτό είναι απαραίτητο, συγκεκριμένα για το αν αυτή πρέπει να είναι η ενδεδειγμένη πορεία όταν χορηγείται δάνειο από τον ESM. Το ζήτημα μπορεί να καθορίσει την επίτευξη συμφωνίας.
Τέλος, η κοινή δημοσιονομική δύναμη πυρός είναι ακόμα το ζήτημα που παρατηρείται η μεγαλύτερη απόκλιση απόψεων. Ακόμα και εδώ ωστόσο, υπάρχουν ενδείξεις συμβιβαστικών κινήσεων. Το Παρίσι πιέζει εδώ και καιρό για ένα προϋπολογισμό της ευρωζώνης, αν και μέχρι τώρα δεν είχαν γίνει συγκεκριμένες ιδέες. Τώρα φαίνεται πως η πρόταση παίρνει συγκεκριμένη μορφή: η συνέντευξη του υπουργού Οικονομικών Μπρούνο Λεμέρ την προηγούμενη Παρασκευή αποτελεί την πιο απτή δημόσια δήλωση για το τι είναι αυτό που θέλει η Γαλλία. Φαίνεται πως είναι ένας μόνιμος προϋπολογισμός επενδύσεων στην ευρωζώνη, που θα είναι προσανατολισμένος προς επενδύσεις σε χώρες που έχουν μείνει πίσω και θα διασφαλίζει ότι οι δημόσιες δαπάνες (στην εκπαίδευση και στην καινοτομία) δεν θα διακόπτονται κατά τη διάρκεια μιας κρίσης. Είναι κάτι που έρχεται σε αντίθεση με κάποιες άλλες προτάσεις, αλλά είναι και αρκετά κοντά με άλλες ώστε να είναι εφικτή μια συναίνεση: η Ισπανία για παράδειγμα θέλει στήριξη για ιδιωτικές επενδύσεις, ενώ η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θέλει ένα ταμείο για προσωρινή χρηματοδότηση που θα στηρίζει τις δημόσιες δαπάνες σε περίοδο κρίσης (και όχι μόνιμα).
Το κυριότερο, αυτό που σκιαγραφεί ο Λεμέρ φαίνεται να είναι σχεδιασμένο για να ανταποκριθεί στην στήριξη της Μέρκελ σε έναν προϋπολογισμό επενδύσεων, τουλάχιστον στη μορφή και όχι στο μέγεθος (η Μέρκελ έχει αναφερθεί σε ένα μέγεθος κάποιων δεκάδων δισεκατομμυρίων). Αλλά ο Λεμέρ λέει ότι «το ποσό μπορεί να αυξηθεί με τον καιρό». Προσθέστε σε αυτό ότι ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Όλαφ Σολτς μόλις επανέφερε σε συνέντευξη του ένα ακόμα μοντέλο δημοσιονομικής σταθεροποίησης: ένα πανευρωπαϊκό ταμείο ανεργίας. Όλα τα παραπάνω δείχνουν πως μπορεί να υπάρξει αναπάντεχη συμφωνία στο τέλος του μήνα.
Οπότε είναι όλα αυτά αρκετά; Όπως υποστήριξα χθες, ακόμα και χωρίς καμία μεταρρύθμιση, η ευρωζώνη έχει κάνει πολλά βήματα μετά την παγκόσμια οικονομική κρίση. Από την άποψη αυτή, μια συμφωνία μπορεί να αποτελέσει ένα μπόνους.
Αλλά το πραγματικό τεστ είναι κατά πόσον οι χώρες της ευρωζώνης μπορούν να αποφύγουν τις αυτοτροφοδοτούμενες κάμψεις, δηλαδή κατά πόσον μπορούν να διασφαλίσουν μια αντικυκλική προστασία της συνολικής ζήτησης. Αν και ένας ενιαίος επενδυτικός προϋπολογισμός θα βοηθήσει οριακά στο στόχο αυτό, εκείνο που έχει μεγαλύτερη σημασία είναι αυτό που λείπει από τα πιθανά αποτελέσματα του Ιουνίου.
Συγκεκριμένα, δύο πράγματα φαίνεται να έχουν μείνει αναπάντητα. Το ένα είναι το ζήτημα ενός ενιαίου ασφαλούς στοιχείου ενεργητικού, το οποίο οι τράπεζες μπορούν να διακρατούν σε εποχές κρίσεις αντί να στρέφονται μόνο στα γερμανικά κρατικά ομόλογα. Η απουσία ενός τέτοιου τίτλου καθιστά πιο πιθανή μια κρίση στο ισοζύγιο πληρωμών. Το άλλο είναι η σημασία του να επιτρέπεται στην εθνική δημοσιονομική πολιτική – μακράν το καλύτερο εργαλείο δημοσιονομικής σταθεροποίησης – να κάνει το αντικυκλικό έργο της.
Αυτό σημαίνει μια αυστηρή επανεξέταση των δημοσιονομικών κανονισμών και των όρων που μπορούν να τεθούν για την χορήγηση έκτακτου δανεισμού.
Όπως επανέλαβε ο Γιένς Βάιντμαν της Bundesbank σε πρόσφατη ομιλία του, η ευθύνη και η κυριαρχία πρέπει να είναι άρρηκτα συνδεδεμένες. Από τη στιγμή που τα έθνη κράτη παραμένουν υπεύθυνα για τα δημόσια οικονομικά τους, θα πρέπει να έχουν την ελευθερία να διασφαλίζουν αντικυκλική πολιτική.
Στο σημείο αυτό έρχεται στην επιφάνεια ένα παζάρι που δεν βρίσκεται στο τραπέζι αλλά θα έπρεπε: ένα πλαίσιο για αναδιάρθρωση χρέους σε συνδυασμό με πιο χαλαρούς δημοσιονομικούς κανόνες και μια πρόβλεψη για ισχυρή δημοσιονομική τόνωση στους όρους για τα έκτακτα δάνεια.
Αυτό θα ήταν ένα μεταρρυθμιστικό πακέτο που θα άξιζε να το πανηγυρίσουμε.
Πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου